
Καθώς εἶναι πρόσφατη ἡ ἐπέτειος τῆς 25ης Μαρτίου 1821, ὅλων μας ἡ σκέψη στράφηκε στή μεγάλη, τήν ἐπική ἐκείνη Ἐπανάσταση, πού σύσσωμο τό Γένος ἀνέλαβε νά πραγματοποιήσει γιά χάρη τῆς Λευτεριᾶς. Ὅμως, δέν πρέπει νά περιορισθοῦμε σέ μιά ἁπλῆ θεώρηση τῶν πραγμάτων, ἀλλά νά σκύψουμε βαθύτερα, γιά νά βροῦμε τήν αἰτία τοῦ θαύματος ἐκείνου πού ἄφησε κατάπληκτο ὅλο τόν κόσμο. Πράγματι, αὐτό πού κατώρθωσε τότε μιά φούχτα ραγιάδων, σέ πεῖσμα μάλιστα τῶν πολιτικῶν καί διπλωματικῶν προβλέψεων πού ἦταν ὅλες ἀρνητικές, μόνο μέ θαῦμα μπορεῖ νά παρομοιασθῆ, γιατί ἕνας μικρός Δαυίδ τά ἔβαλε μέ τόν πελώριο Γολιάθ τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας καί τελικά ἐνίκησε. Στήν προσπάθεια αὐτή ὅλου τοῦ Ἔθνους, ἡ συμβολή τῆς Ἐκκλησίας μας ὑπῆρξε πολύτιμη καί ἀναντικατάστατη. Ὅταν τό 1453 ἔπεσε ἡ Πόλη στά χέρια τῶν Τούρκων, καταλύθηκε ἡ βυζαντινή αὐτοκρατορία καί ὅλο τό ρωμέϊκο βρέθηκε στό κενό. Καμμιά ὠργανωμένη δύναμη δέν ἀπέμεινε μέσα στό δοῦλο Γένος ἐκτός ἀπό τήν Ἐκκλησία, στήν ὁποία ὁ Πορθητής ἔδωσε ὡρισμένα προνόμια,τῶν ὁποίων αὐτή ἔκανε καλή χρήση γιά χάρι τοῦ λαοῦ. Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, ἐπωφελούμενη ἀπό τά δικαιώματα πού τῆς δόθηκαν,στάθηκε,ἀπό τῆς ἑπομένης τῆς Ἁλώσεως, ἡ στοργική Μάνα τοῦ πονεμένου λαοῦ καί κοντά της οἱ σκλαβωμένοι Ἕλληνες ἔβρισκαν παρηγοριά καί προστασία.
Παράλληλα, ἡ Εκκλησία ἄρχισε ἕνα δύσκολο ἀγῶνα γιά τήν ἐπιβίωση τῆς φυλῆς μας, γιά τή διάσωση τῆς γλώσσας μας, γιά τή διατήρηση τῆς θρησκευτικῆς καί ἐθνικῆς μας αὐτοσυνειδησίας. Σ᾽ αὐτό βοήθησε πολύ τό γεγονός ὅτι ὁ δυνάστης ἦταν ἀλλόπιστος.Ἔτσι ἡ θρησκεία στάθηκε γιά τούς Ἕλληνες ἕνας πολύτιμος παράγοντας ψυχικῆς καί ἐθνικῆς ἑνότητας μεταξύ των, ἀλλά καί διαχωρισμοῦ των ἀπό τόν κατακτητή. Γι᾽ αὐτό καί ὅλοι ἐσυνάζονταν γύρω καί μέσα στίς ἐκκλησίες καί τά μοναστήρια, γιατί ἐκεῖ μαζί μέ τή λατρεία τοῦ Θεοῦ πύργωναν μέσα τους τίς ἐλπίδες γιά τή μελλοντική ἀποκατάσταση τοῦ Γένους. Ταυτόχρονα ἡ Ἐκκλησία ἀνέλαβε γιγάντια προσπάθεια γιά νά διατηρήσει τή γλῶσσα. Ἡ γλῶσσα ἀπαγορευόταν νά μιλιέται ἐλεύθερα. Οἱ Ἕλληνες ἔπρεπε νά μιλοῦν τούρκικα. Οἱ Δάσκαλοι καί Λόγιοι τοῦ Γένους εἶχαν φύγει στή Δύσηκαί τότε τό ἔργο τοῦ δασκάλου ἀνέλαβαν, μέ τή φροντίδα τοῦ Πατριαρχείου, νά ἀσκήσουν οἱ καλόγεροι καί οἱ παπάδες. Αὐτοί ἐμάζευαν τά παιδιά τοῦ κοσμάκη σέ κρυφά μέρη καί, μέ βάση τά ἱερά βιβλία, τά ἐδίδασκαν τά ἑλληνικά γράμματα. Πολλοί φθάνουν σήμερα νά ἀμφισβητήσουν τήν ὕπαρξη τοῦ Κρυφοῦ Σχολειοῦ, γιατί, ὅπως λένε, δέν ὑπάρχουν γι᾽ αὐτό γραπτές μαρτυρίες. Ἀλλά τό Κρυφό Σχολειό δέν ἦταν ἐπίσημος θεσμός, ἦταν κατάσταση ἀνάγκης πού μέ χίλιες δυό προφυλάξεις γινόταν πρός χάρι τῆς μάθησης. Ἄν τό Κρυφό Σχολειό δέν ὑπῆρξε, τότε τί νόημα ἔχει τό λαϊκό τραγουδάκι «Φεγγαράκι μου λαμπρό…»;
Ἄν δέν ὑπῆρξε Κρυφό Σχολειό, τότε πῶς στά μοναστήρια σώζονται μέχρι σήμερα χῶροι σκοτεινοί ἤ ὑπόγειοι πού, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, χρησιμοποιήθηκαν γι᾽ αὐτό τό σκοπό; Οἱ Πατριάρχες, ξέροντας καλά τήν ἀξία τῆς Παιδείας, ἐφρόντισαν γιά τή διατήρηση τῆς παιδείας, ὅπου αὐτό ἦταν δυνατό. Γιατί πολλά πράγματα ἐξηρτῶντο ἀπό τούς Τούρκους. Ἄλλοι ἀπ᾽ αὐτούς ἦταν αὐστηροί καί ἀδέκαστοι καί ἄλλοι ἐνδοτικοί. Ὅπου, λοιπόν, μποροῦσε, ἡ Ἐκκλησία ἵδρυε σχολεῖα φανερά, ἐνῶ ὅπου δέν μποροῦσε, περιοριζόταν στά κρυφά. Μιά σειρά ὁλόκληρη ἀπό Πατριάρχες ἔπαιξαν σπουδαῖο ρόλο στή διάδοση τῆς Παιδείας. Ὁ πρῶτος μετά τήν Ἅλωση Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος ἵδρυσε στήν Κων/πολη τή Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή, ὁ Ἰερεμίας ὁ Β´ μέ ἐγκύκλιό του διέταξε ὅλους τούς Ἱεράρχες τῆς ρωμηοσύνης νά φροντίσουν γιά τήν ἵδρυση σχολῶν στά μέρη των, ὁ Πατριάρχης Κύριλλος ὁ Λούκαρις ἵδρυσε τό πρῶτο στήν Κων/πολη καί σέ ὅλη τήν Ἀνατολή τυπογραφεῖο, ὁ Πατριάρχης Κύριλλος ὁ Ε´ ἵδρυσε στό Ἅγιον Ὄρος τήν Ἀθωνιάδα, ὁ Πατριάρχης Μελέτιος Πηγᾶς ἵδρυσε ἄλλη Σχολή στήν Κων/πολη καί ὁ ἐθνομάρτυς Γρηγόριος ὁ Ε´ μέ ἐγκύκλιό του πρός τούς Ἱεράρχες συνεβούλευσε τήν ἵδρυση σχολείων. Ποιός, λοιπόν, θά χαρακτηρίσει αὐτούς τούς Πατριάρχες σκοταδιστές; Ἀπό τούς Διδάχους καί τούς Δασκάλους τοῦ Γένους τά 2/3 ἦταν κληρικοί καί ὅλοι οἱ ἄλλοι ἦταν ἄνθρωποι πίστεως. Ὁ Εὐγένιος Γιαννούλης στήν Ἄρτα καί στό Μεσολλόγι, ὁ Ἀναστάστιος Γόρδιος στά Ἄγραφα καί στό Καρπενήσι, ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα, ὁ Ἀγάπιος Λάνδος κ.ἄ. εἶναι μερικοί ἀπό τούς κληρικούς πού ἀνέλαβαν τό δύσκολο ἔργο τοῦ φωτισμοῦ τῶν σκλάβων. Ἡ προσφορά τους ὑπῆρξε σπουδαία καί μέ προδρομικό χαρακτῆρα. Δέν θά ἔφθανε ποτέ ἡ αὐγή τοῦ 1821 ἄν δέν εἶχε προηγηθῆ ἡ δική τους προσπάθεια. Καί μαζί μ᾽ αὐτῶν καί ἡ προσπάθεια ὅλων τῶν ἄλλων πού εἶχαν πίστη στό Θεό καί προσδοκοῦσαν τήν ἐξ ὕψους βοήθεια σάν τό πρῶτο ὅπλο γιά τόν ἀγώνα τους. Τοῦ Ρήγα Βελεστινλῆ καημός ἦταν ν᾽ ἀρχίσει ὁ ἀγώνας προκειμένου «στεριᾶς καί τοῦ πελάγου νά λάμψη ὁ Σταυρός».
Κανείς δέν ἔχει τό ἀνάστημα ν᾽ ἀμφισβητεῖ αὐτές τίς ἀλήθειες,πού δέν τίς λέω ἐγώ αὐθαίρετα. Τίς λένε ἱστορικοί κύρους, ὅπως ὁ Παπαρρηγόπουλος, πού τονίζει ὅτι τό ἑλληνικό Ἔθνος ἐμεγαλούργησε διά τῆς μετά τοῦ Χριστιανισμοῦ συμμαχίας. Τό λέει ὁ Δ. Κόκκινος πού γράφει ὅτι εἶναι λεγεών ὁλόκληρη ἡ σειρά τῶν κληρικῶν πού ἐθυσιάσθησαν στό βωμό τοῦ Γένους. Καί πράγματι εἶναι 11 Πατριάρχες, 100 Ἐπίσκοποι καί 6.000 κληρικοί ὁ φρικτός ἀπολογισμός αὐτῆς τῆς ὑπέροχης θυσίας γιά τά ἰδανικά τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδος.
Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, Πληροφόρηση 157, Μάρτιος 1994