
Το κείμενο που ακολουθεί είναι από το βιβλίο «Άγγελος ή δαίμονας -ο αμφιλεγόμενος πατέρας μου» της Ιζαμπέλλας Παλάσκα, η οποία είναι κόρη του Ιωάννη Βουλπιώτη. Ο διάλογος και τα επιχειρήματα του Βουλπιώτη απέναντι στην ιδεοληψία του Ευάγγελου Κυριάκη, μας διδάσκουν ότι πρέπει να διαχωρίζουμε πάντα την ιδεολογία από το συμφέρον της πατρίδας μας. Διαφορετικά δε διαφέρουμε καθόλου από τους κομμουνιστές, κάτι που μας διδάσκει και ο άλλος συνεργάτης των Γερμανών από τη Γαλλία, ο Ρομπέρ Μπραζιγιάκ:
«Έκανα πάντοτε τον διαχωρισμό ανάμεσα σ’ αυτό που αποκαλούμε, γενικά, φασιστικές ιδέες και στις χώρες εκείνες όπου οι ιδέες αυτές βρίσκονται στην εξουσία. Θα μπορούσα πάντοτε να παραμείνω φασίστας, να εύχομαι την εγκαθίδρυση του φασισμού στη Γαλλία και ταυτόχρονα να επιθυμώ την ήττα των φασιστικών χωρών οι οποίες θα βρίσκονταν σε σύγκρουση με τη δική μου χώρα.» (Τα αίτια μιας στράτευσης, εκδόσεις Νέα Γενεά)
Δε θα μπορούσαμε να μη θυμηθούμε τα λόγια του Σκορτσένυ που είπε τα εξής: «Όπως κι εγώ, οι εθελοντές αυτοί επιθυμούσαν να πολεμήσουν τον κομμουνισμό και να τον εμποδίσουν να υποτάξει την Ευρώπη. Με αυτόν τον τρόπο επιθυμούσαν να υπηρετήσουν τα έθνη τους. Σήμερα λέγεται συχνά ότι κάναμε λάθος. Ίσως. Όμως αν δεν είχαμε πολεμήσει το 1941 – 1945 δεν θα υπήρχε ελεύθερη Ευρώπη σήμερα. Επιθυμούσαμε να υπερασπιστούμε το ευρωπαϊκό και το γερμανικό έδαφος όχι ως «ναζί», αλλά ως πατριώτες.» (Οι καταδρομικές μου επιχειρήσεις, εκδόσεις Eurobooks)
Επίσης δε μπορούμε να μη θυμηθούμε το παράδειγμα του Miguel Ezquerra που το κατέγραψε στο βιβλίο «Πεθαίνοντας στο Βερολίνο» (εκδόσεις Λόγχη):
«Ο Führer πλησίασε και κοιτάζοντας με κατάματα, άρχισε να μιλάει. Τότε κατάλαβα την γοητεία που ασκούσε εκείνος ο μεγάλος ηγέτης του Γερμανικού λαού, πάνω σε ανθρώπους και μάζες.
Ο Χίτλερ μίλησε αργά προσπαθώντας να γίνει κατανοητός:
– Έχοντας ενημερωθεί για την θαρραλέα συμπεριφορά της Μονάδος σας, σας απονέμω τον Σταυρό του Ιππότη και επιπλέον την Γερμανική υπηκοότητα.
Έπαψα να κοιτάζω τον Χίτλερ και απευθυνόμενος στον διερμηνέα μου τον Τζιάκοπο, του είπα:
– Μετέφερε στον Führer τις ευχαριστίες μου για την τιμή που μου κάνει, αλλά πες του ότι όσο ζω θα συνεχίσω να είμαι Ισπανός.»
Στα σημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στον εθνικιστικό «χώρο» τα λόγια του Βουλπιώτη αποδεικνύονται διαχρονικά και επίκαιρα:
«Παρασύρεστε, κ. Κυριάκη, σε σκέψεις που δε θα σας βγουν σε καλό. Η γνώμη μου είναι ότι μπορείτε να είστε εθνικοσοσιαλιστής και ταυτόχρονα Έλληνας. Όπως επανειλημμένα έχει διακηρύξει ο Χίτλερ, ο εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι προϊόν προς εξαγωγή. […] Και υπό στενό ιδεολογικό πρίσμα να το δείτε, στην Ελλάδα βρίσκονται οι ρίζες του εθνικοσοσιαλισμού.»
Γύρισε στο Βερολίνο (ο Ιωάννης Βουλπιώτης, βλέπε εδώ) και παραλίγο να ξεχάσει πως είχε ραντεβού στο καφέ του ξενοδοχείου «Άντλον» με το δημοσιογράφο Άγγελο Κυριάκη, τον οποίο είχε πάνω από ένα χρόνο να δει. Στο διάστημα αυτό είχε εγκατασταθεί μόνιμα στο Βερολίνο και είχε αναλάβει την ελληνική προπαγανδιστική εκπομπή του ραδιοφώνου. Τον συνάντησε με μια μικρή καθυστέρηση και ζήτησε συγγνώμη γι’ αυτό, χωρίς να δικαιολογηθεί περαιτέρω για την αργοπορία του.
«Φίλε μου, προσέξτε με», του είπε με σοβαρότητα μόλις κάθισαν και οι δύο. «Ο πόλεμος ετοιμάζεται να μεταφερθεί στην Ελλάδα. Η Ιταλία είναι αποφασισμένη να προχωρήσει σε στρατιωτικές επιχειρήσεις. Έχουμε καθήκον να βοηθήσουμε όπως μπορούμε να μη γίνει αυτό, ο καθένας από τη θέση του. Εσύ, από τη μεριά σου, σκέψου τι μπορείς να κάνεις…»
«Τι περισσότερο θα μπορούσα να κάνω απ’ ό,τι καθημερινά προσφέρω μέσα από την εκπομπή μου, λέγοντας την αλήθεια; Εγώ την επιλογή μου την έκανα, γι αυτό και είμαι εδώ και όχι στην Αθήνα. Και ξέρετε πολύ καλά ότι η αλήθεια βρίσκεται στον εθνικοσοσιαλισμό. Ο Μεταξάς θέλησε να γίνει όργανο των Εγγλέζων και πρόδωσε τη χώρα του, επιβάλλοντας μια βασιλική δικτατορία, ώστε να μη μιλάει κανείς κι αυτός να κάνει τις δουλειές των Εβραίων τραπεζιτών του Λονδίνου. Εγώ σε τι μπορώ να βοηθήσω και γιατί; Πείτε μου σας παρακαλώ!»
«Δεν είναι έτσι που τα λέτε. Όσο και να ‘μαστε δυσαρεστημένοι από την κυβέρνηση Μεταξά, γιατί είμαι κι εγώ δυσαρεστημένος, η Ελλάδα είναι η πατρίδα μας και δεν πρέπει να την αφήσουμε να γίνει ιταλικό προτεκτοράτο.»
«Εγώ αυτά δεν τα ξέρω. Αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι γίνεται ένας ολοκληρωτικός πόλεμος. Από τη μια μεριά είναι η Αγγλία μόνη της, τώρα που εξαφανίστηκε η Γαλλία, και από την άλλη ο Άξονας. Αν έχω να διαλέξω ανάμεσα σε μια αγγλοκρατούμενη και σε μια ιταλοκρατούμενη Ελλάδα, είναι αυτονόητο τι διαλέγω. Είμαι εθνικοσοσιαλιστής γιατί πιστεύω στη μεγαλοφυΐα του Φίρερ, του οποίου η σκέψη είναι αλάνθαστη. Ή μήπως έχετε αντίρρηση; Αν η Ιταλία έχει περιλάβει στη σφαίρα επιρροής της την Ελλάδα, σημαίνει πως αυτό έγινε με τη σύμφωνη γνώμη του Φίρερ. Συνεπώς, δεν έχει νόημα να αμφισβητώ την κρίση του, διότι νέα τάξη πραγμάτων θα πει ότι πρέπει να γίνουν ανακατατάξεις. Και αν ο Φίρερ συμφώνησε σ’ αυτό, σημαίνει ότι κάποιοι πρέπει να θυσιαστούν για τα μεγαλύτερα ιδανικά της Ευρώπης. Αν πρόκειται να θυσιαστεί η Ελλάδα, η πρόνοια του Χίτλερ έχει μεριμνήσει ώστε το όφελος να είναι κάτι μεγαλύτερο και γενικότερο…»
Ιωάννης Βουλπιώτης
«Παρασύρεστε, κ. Κυριάκη, σε σκέψεις που δε θα σας βγουν σε καλό. Η γνώμη μου είναι ότι μπορείτε να είστε εθνικοσοσιαλιστής και ταυτόχρονα Έλληνας. Όπως επανειλημμένα έχει διακηρύξει ο Χίτλερ, ο εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι προϊόν προς εξαγωγή. Μη βλέπετε, λοιπόν, τα πράγματα με σαρωτικό τρόπο, όπως τα βλέπουν στη Μόσχα. Ο ίδιος ο Χίτλερ είναι γνωστό πόσο φιλέλληνας είναι, ώστε ποτέ δε θα αποφάσιζε να ποδοπατήσει την Ελλάδα. Ή να αφήσει άλλους να την ποδοπατήσουν. Και υπό στενό ιδεολογικό πρίσμα να το δείτε, στην Ελλάδα βρίσκονται οι ρίζες του εθνικοσοσιαλισμού. Διαφωνείτε σ’ αυτό;»
«Όχι, το αντίθετο. Άλλωστε, αυτό το τονίζω σχεδόν καθημερινά από τις εκπομπές μου, που φαίνεται ότι δεν τις παρακολουθείτε, γιατί αλλιώς δε θα το λέγατε αυτό. Όμως άλλο η Ελλάδα και ο πολιτισμός της και άλλο η σημερινή κυβέρνησή της, που είναι υποδουλωμένη στην αγγλική πολιτική. Αν η Ελλάδα γίνει πεδίο μάχης για να συντριβεί η Αγγλία, μου φαίνεται εύλογο ότι κάθε πραγματικός Έλληνας οφείλει να συμβάλει σ’ αυτό…»
«Ακόμη κι αν η γαλανόλευκη υποσταλεί για χάρη της τρικολόρε;»
«Υπό την προϋπόθεση ότι ο Χίτλερ συμφωνεί σ’ αυτό, τότε ναι, δε θα μου κακοφανεί.»
Ο άνθρωπος αυτός δεν ήταν σε θέση να ξεχωρίσει τα βασικά, σκέφτηκε ο Βουλπιώτης κι αναρωτήθηκε τι νόημα είχε να συνεχίσει αυτή τη συζήτηση. Ωστόσο, έκανε μια προσπάθεια να τον φέρει πιο κοντά στη λογική.
«Ακούστε, κ. Κυριάκη. Δε μπορώ να πιστέψω ότι, αν η Ελλάδα τεθεί υπό ιταλική κατοχή, εμείς που συμπαθούμε τον Χίτλερ και τη Γερμανία γενικότερα θα το καταπιούμε. Είμαι απόλυτα βέβαιος πως, αν αυτή τη στιγμή κάναμε την ίδια συζήτηση ενώπιον του Χίτλερ, θα μας διέκοπτε και θα σας έκανε παρατήρηση για όσα λέτε. Δεν είναι αυτές οι προθέσεις του. Ούτε έναντι του Μεταξά είναι τόσο απόλυτος, αν και όλοι θα θέλαμε αυτή η κυβέρνηση να ήταν πιο φιλική απέναντι στη Γερμανία στην πράξη. Ξέρω ότι έχετε στενό σύνδεσμο με τον υπουργό Προπαγάνδας, τον κύριο Γκέμπελς. Θα σας πρότεινα να ζητήσετε να τον δείτε για να ακούσετε από το στόμα του αν συμφωνεί με μια τέτοια προοπτική, δηλαδή να εισβάλει η Ιταλία στην Ελλάδα.»
«Ούτως ή άλλως, ο υπουργός με έχει καλέσει να τον δω το απόγευμα. Θα του μιλήσω…»
«Όχι, κ. Κυριάκη, αν πρόκειται να του πείτε τα ίδια που είπατε και σ’ εμένα, θα κάνετε μεγαλύτερο κακό. Μπορείτε όμως να του υποβάλετε το απλό ερώτημα, αν κατ’ αρχάς συμφωνεί με μια ενδεχόμενη εισβολή της Ιταλίας στην Ελλάδα. Και αν σας απαντήσει αρνητικά, τότε κάνετε ό,τι σας φωτίσει ο Θεός. Εγώ σας έχω γνωρίσει ως αγνό και υπέροχο Έλληνα, φαντάζομαι ότι η συνείδησή σας θα λειτουργήσει ανάλογα.»
Περιορίστηκε σ’ αυτό ο Βουλπιώτης. «Αν ο κίνδυνος ήταν να καταληφθεί η Ελλάδα από τους Γερμανούς, η περίπτωση θα ‘ταν διαφορετική», σκέφτηκε. «Οι δουλειές θα συνεχίζονταν ανεμπόδιστα, ενώ υπό ιταλική κατοχή το πάνω χέρι θα το είχαν οι μεγάλες ιταλικές φίρμες.»
Γυρίζοντας στην Αθήνα, ο Βουλπιώτης κατάλαβε αμέσως ότι η ατμόσφαιρα ήταν πολύ βαριά. Όλες οι επαφές που πραγματοποίησε επιβεβαίωναν το κλίμα ανησυχίας που επικρατούσε σε σχέση με την επί θύραις ιταλική επίθεση. Κάποιοι πίστευαν πως θα γινόταν οπωσδήποτε και θα κατέληγε στην κατάληψη ολόκληρης της χώρας μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα. Άλλοι ότι τελικά δε θα γινόταν τίποτα. Μια ελάχιστη μειοψηφία, στην κυριολεξία σχεδόν κανένας, ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να αντισταθεί και δε θα αφήσει τους Ιταλούς να περάσουν. Όποιος αποτολμούσε να πει κάτι τέτοιο έπεφταν πάνω του ειρωνικά βλέμματα και άκουγε να τον στολίζουν με επίθετα όπως υπεραισιόδοξος, ρομαντικός, ονειροπαρμένος και άλλα παρόμοιας σημασίας.
Πριν κλείσει ραντεβού με τον Μανιαδάκη, κοίταξε ποιοι τον είχαν ζητήσει όσο έλειπε. Ανάμεσά τους ήταν και η δημοσιογράφος Σίτσα Καραϊσκάκη, η οποία εργαζόταν στη Βραδυνή και στο περιοδικό Νεολαία της ΕΟΝ. Ήταν γνωστό πως ήταν χιτλερική και, μάλιστα, για ένα μεγάλο διάστημα είχε εργαστεί στο γραφείο του Γκέμπελς ως προσωπική βοηθός του. Της τηλεφώνησε στο νούμερο που είχε αφήσει. Την βρήκε αμέσως. Ήθελε επειγόντως να τον δει για κάτι πολύ σημαντικό. Μέσα σε μισή ώρα έφτασε στο γραφείο του.
«Είχα μια ειδοποίηση χθες αργά το βράδυ από έναν κοινό φίλο μας στο Βερολίνο. Δε θα σας πω το όνομά του, αλλά εσείς θα καταλάβετε ποιος. Μου ζήτησε, λοιπόν, να σας μεταφέρω ότι συνάντησε τον προϊστάμενό του και μίλησαν εν εκτάσει. Ο προϊστάμενός του έχει την ίδια ακριβώς γνώμη μ’ εσάς, αλλά δε μπορεί να γίνει τίποτα από ‘κει. “Είναι δεμένα τα χέρια τους”, μου είπε να σας διαβιβάσω.»
«Μόνο αυτό;»
«Και κάτι ακόμη. Ότι θα ξαναμιλήσει με τον προϊστάμενό του για το ίδιο θέμα μήπως μπορέσει να γίνει κάτι καλύτερο σε ανώτερο επίπεδο.»
«Εσύ ξέρεις, Σίτσα, σε τι αναφέρεται ο φίλος μας;»
«Το κατάλαβα αμέσως. Και πιστεύω ότι αυτός που θα έχει τον τελευταίο λόγο θα είναι ο Θεός μας, είτε ο επίγειος είτε ο ουράνιος. Και επειδή μου είπατε ότι έχετε λίγο χρόνο στη διάθεσή σας, ένα θέλω να σας τονίσω: μόνο εσείς θα έχετε κάποιο θετικό αποτέλεσμα αν μπορέσετε να ενεργήσετε, εννοώ προς το “θεό”. Γι’ αυτό καλό θα είναι να ξαναφύγετε…»
«Ό,τι μπορούσα να κάνω το έκανα ήδη. Και αυτό που εννοείς και άλλα.»
«Πριν φύγω και σας αφήσω να κάνετε τις δουλειές σας, θα σας μεταφέρω και κάτι ακόμη. Μου έδωσε μια ημερομηνία: 26 Οκτωβρίου. Δεν ανέφερε άλλη λεπτομέρεια, αλλά το είπε με στόμφο.»
«Εσύ κατάλαβες ότι πρόκειται για την έσχατη ημερομηνία;»
«Ναι, αυτό ακριβώς κατάλαβα.»
Τελικά, σκέφτηκε, η συνείδηση του Κυριάκη νίκησε τον εαυτό του. Κι αν δεν κατάφερε να επιτύχει κάτι, τουλάχιστον πληροφορήθηκε την ημερομηνία: την ημερομηνία κατά την οποία θα εκδηλωνόταν η ιταλική εισβολή. Κάτι ήταν κι αυτό.
Κωνσταντίνος Μανιαδάκης
Η συνάντηση με τον Μανιαδάκη κανονίστηκε αμέσως. Δε θα τον περίμενε ούτε στο γραφείο ούτε στο σπίτι του. Του ζήτησε να πάει να τον βρει στην αριστερή πτέρυγα του νέου κτιρίου της ΑΣΟΕΕ, στην οδό Πατησίων. Εκεί στεγαζόταν η Υπηρεσία Αλλοδαπών και ο Μανιαδάκης θεώρησε πιο χρήσιμο να βρεθούν σ’ αυτό το κτίριο για να μιλήσουν με άνεση. Του έκανε μια αναφορά για τις επαφές που είχε στο Βερολίνο για τις επαφές που είχε στο Βερολίνο, δίνοντάς του να καταλάβει ότι είναι άγνωστο πώς θα αντιδρούσε ο Χίτλερ. Ωστόσο, είχε να του μεταδώσει μια πολύ εμπιστευτική πληροφορία:
«Μπορεί να αποτελεί αίνιγμα τι στάση θα κρατήσει ο Χίτλερ, αλλά το μόνο θετικό στοιχείο που έχω να σου μεταφέρω είναι η ημερομηνία που θα μας χτυπήσει η Ιταλία: 26 Οκτωβρίου.»
«Την έχεις από το Βερολίνο;»
«Ναι. Και μάλιστα την πληροφορήθηκα μετά την άφιξή μου στην Αθήνα. Οπωσδήποτε χρειάζεται διασταύρωση, κάτι που μπορούν πλέον να κάνουν οι υπηρεσίες σου. Αλλά κι εγώ, αν έχω κάτι που συσχετίζεται, θα σε ενημερώσω. Δυστυχώς, δεν έχω κάτι άλλο για να βοηθήσω. Δεν ξέρω τι άλλο να κάνω, πέρα από το να προσπαθήσω από ‘δω μήπως πετύχω καμιά θετικότερη πληροφορία.»
«Ήδη είναι πολύ σπουδαίο που έχουμε την ημερομηνία, έστω και αδιασταύρωτη. Ειλικρινά, ο πρόεδρος θα χαρεί πολύ να μάθει ότι η πληροφορία προέρχεται από ‘σένα.»
«Μ’ αρέσει να είμαι τίμιος στις σχέσεις μου. Αν πρόκειται να ενημερωθεί ο πρόεδρος για την πηγή της πληροφορίας, να μου κάνεις τη χάρη να μάθει ότι δεν προέρχεται από ‘μένα, αλλά από τον Ευάγγελο Κυριάκη…»
«Μα αυτός ακόμα και σήμερα μας έβριζε, πρωί πρωί, ότι είμαστε υποδουλωμένοι στους Άγγλους και ό,τι άλλο φανταστείς.»
«Ό,τι και να λέει, από αυτόν προέρχεται η ημερομηνία. Και μη σπεύσεις να υποθέσεις ότι πρόκειται για κάποιο κόλπο. Ποτέ δε θα το ‘κανε αυτό σ’ εμένα, να με χρησιμοποιήσει δηλαδή.»