
Ω Θεέ, ω Αφροδίτη, Ω Ερμή, των κλεφτών προστάτη,
δώστε μου μετά από χρόνια σαν θελήσω, σαν ικετεύσω,
ένα μικρό καπνοπωλείο, με τα μικρά γυαλιστερά κουτιά του
πάνω στα ράφια με τάξη στοιβαγμένα και τον χύμα αρωματικό καπνό
και τον ψιλοκομμένο, και τον ξανθό καπνό απ’ τη Βιρτζίνια χύμα
μέσα στις φωτεινές τις γυάλες, και μία πλάστιγγα όχι και τόσο
λιγδιασμένη,
και τις πουτάνες να περνούν για κουβεντούλα,
έτσι για λίγη πάρλα, και να σουλουπώσουν λίγο τα μαλλιά τους.
Ω Θεέ, Ω Αφροδίτη, Ω Ερμή, των κλεφτών προστάτη,
χαρίστε μου ένα μικρό καπνοπωλείο,
ή βάλτε με σε όποιο επάγγελμα και να ’ναι
πέρα από τούτο το καταραμένο επάγγελμα του ποιητή
όπου το μυαλό χρειάζεται να δουλεύει ασταμάτητα.

Ω τραγούδια μου,
Γιατί ψάχνετε τόσο αχόρταγα
και τόσο περίεργα
τα πρόσωπα των ανθρώπων,
μήπως και βρείτε ανάμεσά τους
τον χαμένο σας νεκρό;
………………………………………
Το λάθος βρίσκεται σ’ εκείνο,
που δεν πραγματοποίησες,
το λάθος όλο σε μιαν απόφαση που δεν την πήρες
και τρέκλισε η απόφαση…

Δεν είναι, Ραανά, πως το τραγούδι μου ηχεί σαν πιο σπουδαίο
Ή πιο γλυκό σε τονικότητα απ’ τ’ άλλα, αλλά γιατί εγώ
Είμαι εδώ ένας Ποιητής, που πίνει τη ζωή
όπως κάποιοι κατώτεροι πίνουνε το κρασί.

Kαι τώρα οι άνθρωποι με λεν τρελό γιατί αποτίναξα
Την κάθε ανοησία από κοντά μου, παραμερίζοντάς την οριστικά
Για να εγκαταλείψω τους παλιούς και στείρους τρόπους των ανθρώπων.

Ειν’ τα τραγούδια μας για έρωτα και σχόλη
Τίποτα άλλο δεν αξίζει να κατέχει κάποιος στη ζωή
Αν κι έζησα σε πλήθος από χώρες
Τίποτε άλλο δεν υπάρχει στη ζωή.

Με ξεκουράζει να ‘μαι ανάμεσα σε όμορφες γυναίκες.
Γιατί κανείς πάντα θα πρέπει να ψευδολογεί γύρω από τέτοια θέματα;
Το λέω ξανά:
Με ξεκουράζει να συνομιλώ με όμορφες γυναίκες
Ακόμα κι όταν δε λέμε τίποτε περ΄ από ανοησίες.
Το γουργούρισμα των αοράτων κεραιών
Σε διεγείρει και σ’ ευχαριστεί.

Όταν εξετάζω προσεκτικά τις περίεργες συνήθειες των σκύλων
Είμαι υποχρεωμένος να συμπεράνω
Ότι ο άνθρωπος είναι το ανώτερο ζώο
Όταν εξετάζω τις περίεργες συνήθειες των ανθρώπων
Ομολογώ, φίλε μου, ότι προβληματίζομαι.

Για φανταστείτε, φίλοι μου εσείς, που υποφέρετε –
Ο ανδρισμός μας μάς ωθεί ψηλά έξω από τον όχλο
Ποιος θα μπορούσε άραγε να το είχε διαδεί;
Φίλοι μου εσείς που υποφέρετε, έξω βαδίσαμε κατ’ απ’ τα δέντρα
Νοιώθαμε ειδική ανία με την αρρενωπή ηλιθιότητα
Μπροστά διαβήκαμε συλλέγοντας υπέρλεπτες ιδέες
Χαιρόταν το «φανταστικόν» να μας υπηρετεί
Δεν ήμασταν ποτέ σε απόγνωση με τις γυναίκες
γιατί το θηλυκό είν’ εύπλαστο υλικό.

Ω εσείς αβοήθητοι λίγοι στη χώρα μου
Ω σκλαβωμένο απομεινάρι!
Καθημαγμένοι καλλιτέχνες
Διάσπαρτοι, χαμένοι στα χωριά
Που δεν σας εμπιστεύονται και σας κακολογούν.
Εραστές της ομορφιάς, πεθαίνοντας στην πείνα
Λιωμένοι από το σύστημα
Αδύναμοι απέναντι στην εξουσία.
Εσείς που δε μπορείτε να διαφθείρετε τον εαυτό σας
Τρέχοντας συνέχεια πίσω από την επιτυχία
Εσείς που να μιλάτε μονάχα μπορείτε
Που δεν μπορείτε να τυποποιηθείτε με επαναλήψεις
Εσείς της υπέρλεπτης αίσθησης
Κατεστραμμένοι απ’ την ψεύτικη γνώση
Εσείς που μόνο από πρώτο χέρι μπορείτε να γνωρίζετε
Έγκλειστοι, μισητοί, που δεν σας εμπιστεύονται
Προσέξτε με καλά:
Την άντεξα την καταιγίδα,
Την κατανίκησα την εξορία μου.

Πηγαίνετε, τραγούδια μου, αναζητήστε τον έπαινο από τους νέους και τους αδιάλλακτους
Κινηθείτε ανάμεσα σ’ αυτούς που αγαπούν την τελειότητα και μόνον.
Φροντίστε πάντοτε να στέκεστε στο σκληρό φως του Σοφοκλή
Και με χαρά δεχτείτε τις πληγές σας από αυτό.

Ο Πάνας είναι πεθαμένος. Ο Μέγας Παν είναι νεκρός.
Σκύψτε παρθένες τα κεφάλια σας, όλες εσείς
Και πλέξτε το στεφάνι που του πρέπει.
Δεν έχουν πια τα φύλλα καλοκαίρι,
Και τα χορτάρια είναι πλέον μαραμένα
Πώς να του πλέξουμε στεφάνι
Και να μαζέψουμε αναθήματα ανθισμένα;
Αυτό δεν θα μπορούσα να το πω σε σας, Κυρίες.
Ο Θάνατος ήτανε πάντοτε αγενής.
Αυτό δεν θα μπορούσα να το πω σε σας, Κυρίες.
Πώς θα μπορούσε εκείνος να το εξηγήσει
Ότι μας στέρησε τον Κύριό μας
Σε μια εποχή τόσο κενή και αδειανή;

Η μετάφραση των στίχων είναι του καθηγητή Αστροφυσικής Χρίστου Γούδη. Τα ποιήματα περιέχονται στο βιβλίο «Έζρα Πάουντ Ποιήματα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Νέα Θέσις»