Γράφει ο Αλέξανδρος Καρράς
Ο Ρομπέρ Μπραζιγιάκ, ο Γάλλος λογοτέχνης, ήταν ένας συνειδητός φασίστας του Μεσοπολέμου. Ήταν βαθύτατα επηρεασμένος από τις ιδέες του Σαρλ Μωρράς της Action Francaise και θαύμαζε το REX του Leon Degrelle το οποίο βασιζόταν επίσης στις ιδέες του Μωρράς. Όταν το 1936 συνάντησε από κοντά τον Βέλγο νεαρό ηγέτη, ο Μπραζιγιάκ μίλησε για την ποίηση που χαρακτηρίζει τον Εθνικισμό, ή αλλιώς τον Φασισμό του Μεσοπολέμου:
«Και μέσα στη νύχτα, ενώ τ’ αυτοκίνητο μας επιστρέφει με ταχύτητα στις Βρυξέλλες, εκείνος συνεχίζει να μιλάει για ‘μένα, για ‘κείνον. Δεν βλέπω την όψη του. Ακούω μόνο τη φωνή του μέσα στο σκοτάδι. Αυτήν τη φωνή με την αλλόκοτη, μαγική γοητεία, που φέρει μαζί της χιλιάδες συγκινητικές αναπολήσεις. Δεν γνωρίζω τι θ’ απογίνει ο ρεξισμός ούτε τι θ’ απογίνει ο Léon Degrelle: Σ’ αυτό το σύμπαν όλα είναι πιθανά, ακόμη κι η αποτυχία μετά τη νίκη. Αυτό που γνωρίζω, όμως, είναι ότι ποτέ δε θα ξεχάσω αυτήν τη βόλτα μέσα στη νύχτα κι αυτές τις μαγικές λέξεις που έβγαιναν από το στόμα ενός νεαρού άνδρα, που είχε βρεθεί μπροστά στο πεπρωμένο του. Δεν πιστεύω πως υπάρχει άνδρας που μπορεί να ξεσηκώσει τις ψυχές δίχως να έχει μια βαθιά αίσθηση της ποίησης. Ο Μουσολίνι είναι ένας μεγάλος ποιητής, όμοιος με αυτούς της ράτσας του, όταν μιλάει για τους Ιταλούς, αυτούς που ξενιτεύτηκαν πέρα από τη θάλασσα κι αυτούς που έμειναν στην πατρίδα, όταν αναπολεί την αθάνατη Ρώμη και τις γαλέρες που έπλεαν στην Mare Nostrum. Μεγάλος ποιητής, Γερμανός ποιητής, είναι επίσης κι ο Χίτλερ. Ο Χίτλερ, που επανέφερε τη Βαλπουργιανή Νύχτα και τις εορτές του Μαΐου, όπου αναμειγνύονται τα ρομαντικά τραγούδια με τα λουλούδια «μη με λησμόνει», με το δάσος, με τη γερμανική μυθολογία, με τις νεαρές κοπέλες με τα μύρτιλλα που αρραβωνιάζονται κάποιον υπολοχαγό, με τους συντρόφους που έπεσαν στο Μόναχο μπροστά απο το μνημείο Felderenhalle… Ποιητής κι ο Κοντρεάνου των Ρουμάνων με τη «Λεγεώνα του Αρχάγγελλου Μιχαήλ»…»
Στο βιβλίο του με τίτλο «Γράμμα σε ένα στρατιώτη της κλάσεως του ’60» θα αναφέρει ξανά πως ο Εθνικισμός, ο Φασισμός του Μεσοπολέμου όπως είπαμε και πιο πάνω, είναι ποίηση:
«Η θέρμη του φασισμού, το μεγαλείο του, η εξαίσια φλόγα του, όλα αυτά του ανήκουν. Μία συγκέντρωση νεολαίας μέσα στην νύχτα, η αίσθηση του να είσαι μέρος του σώματος ενός Έθνους, οι παρελάσεις που ήταν αφιερωμένες στην μνήμη των ηρώων και μαρτύρων του παρελθόντος, μια ατελείωτη γιορτή είναι τα στοιχεία της Φασιστικής ποίησης. Και είναι αυτό που αποτελεί την τρέλα και την γνώση της εποχής μας, είναι αυτό που μετά από είκοσι χρόνια, η νεολαία που ξεχνά ελαττώματα και λάθη, θα κοιτάζει με θαμπωμένη επιθυμία και αγιάτρευτη νοσταλγία. Στην Φασιστική Επανάσταση το έθνος συνδέεται με μια έννοια πιο μεθυστική, πιο αξιοσημείωτη. Το ίδιο το Έθνος είναι μια ποίηση. Όλα αυτά μπορούν να νικηθούν από τον απατηλό φιλελευθερισμό, από τον αγγλοσαξωνικό καπιταλισμό, αλλά δεν θα πεθάνουν.»
Θαύμαζε ο Μπραζιγιάκ όλα τα φασιστικά κινήματα των άλλων εθνών. Και ποθούσε αυτό που ονειρευόταν πάντα για τη Γαλλία: «Ονειρεύτηκα έναν Γαλλικό Φασισμό», έλεγε και κατέληγε πάντα να υποστηρίζει ότι ο εθνικισμός των Γάλλων δεν πρέπει να είναι μια αντιγραφή, μια μίμηση των άλλων εθνικισμών, των άλλων κινημάτων:
«Ο φασισμός δεν ήταν για μας ένα πολιτικό δόγμα. Ακόμη περισσότερο, δεν ήταν ένα οικονομικό δόγμα. Δεν ήταν η μίμηση του ξένου, και οι αντιπαραθέσεις μας με τους ξένους φασίστες δεν είχαν ως αποτέλεσμα παρά να μας πείθουν για τις εθνικές ιδιαιτερότητες. Αλλά ο φασισμός είναι ένα πνεύμα. Είναι ένα αντικομφορμιστικό πνεύμα καταρχάς, αντιαστικό και ο μη σεβασμός αποτελούσε μέρος του. Είναι ένα πνεύμα που αντιτίθεται στις προκαταλήψεις, τόσο στις ταξικές όσο και σε οποιαδήποτε άλλη. Είναι ακόμη το πνεύμα της φιλίας, το οποίο θέλαμε ως την εθνική φιλία».
Μάλιστα τον Απρίλιο του 1942 στο περιοδικό «Notre Combat» ο Μπραζιγιάκ θα επανέλθει στην άποψη αυτή με ένα άρθρο που είχε τον τίτλο «Η ποίηση του Εθνικισμού». Θα αναλύσει την σκέψη αυτή δίνοντας μια κατεύθυνση, δείχνοντας έναν δρόμο υγιούς εθνικισμού για τη Γαλλία που θα βασίζεται στη δική της ταυτότητα και παράδοση κι όχι σε εμπνεύσεις από την αρχαία Ελλάδα ή άλλες κουλτούρες:
«Εμείς που δεν θέλουμε επ’ ουδενί να αντιγράψουμε, εμείς που δεν θέλουμε επ’ ουδενί να μιμηθούμε, αλλά που ξέρουμε να αναγνωρίζουμε σε κάθε ιδιαίτερη εμπειρία το καθολικό δίδαγμα που περιλαμβάνεται σε αυτήν, τι συμπεράσματα οφείλουμε να βγάλουμε; Κι εμείς, εάν είχαμε ένα Κράτος, θα μπορούσαμε να έχουμε τη δική μας εθνική και σοσιαλιστική ποίηση. Όχι αναβιώνοντας χαριτωμένους και ξεπερασμένους θρύλους για τους λάτρεις του φολκλόρ, όχι καταγράφοντας τραγούδια της επαρχίας, αλλά παίρνοντας ως παράδειγμα τους αναστημένους λαούς, ώστε να περάσουμε την ιστορία στο παρόν. Μα είναι εφικτό κάτι τέτοιο; Δεν ξέρω, διότι εδώ πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο εγχείρημα. Πρέπει το σχολείο, πρέπει η εκπαίδευση να προετοιμάσουν την κατανόηση της ουσίας των γαλλικών τελετών που θα θέλαμε. Ίσως θα έπρεπε να απαλλαγούμε και από το ελληνο-λατινικό σύμπλεγμα που κάνει ένα Γάλλο ποιητή να θεωρεί τους αργοναύτες πιο φυσικούς από τις σταυροφορίες, και τη Ζαν Ντ’Αρκ, τον Ντυ Γκελέν ή την Σαρλόττ Κορνταί λιγότερο προσιτούς από την Φαίδρα, τον Καίσαρα και την Αντιγόνη. Πρέπει να επιστρέψουμε στις πραγματικές πηγές της φυλής μας και αυτό είναι μια τεράστια δουλειά.»
Είχε τοποθετηθεί και πάλι όμως στο βιβλίο του «O Leon Degrelle και το μέλλον του REX» σχετικά με την δημιουργία ενός γαλλικού φασισμού που δεν θα αποτελούσε μίμηση και αντιγραφή ενός ξένου κινήματος της εποχής του Μεσοπολέμου:
«Είναι δύσκολο για έναν αλλοδαπό ν’ αποφασίσει αν ο ρεξισμός είναι απαραίτητος για το Βέλγιο. Δε διστάζω όμως να πω, ότι για τη δική μας χώρα μια τέτοια παρουσία θα ήταν ωφέλιμη. Εδώ να τονίσω, πως δεν κηρύττω τη δουλοπρεπή μίμηση ενός ξένου εθνικισμού. Άλλωστε ομολογώ πως δεν αρέσκομαι καθόλου στη στρατοκρατική ζωή, στην κοινή εργασία και διασκέδαση και στους αστεϊσμούς. Όμως οι ανθρωπιστικές ιδέες, που κυριαρχούν στην ιδεολογία των άλλων κινημάτων, των εκτός των συνόρων μας, από τη γένεσή τους, επιβάλλεται να παρουσιαστούν μέσα από το πρίσμα του δικού μας πνεύματος. Γιατί ό,τι είναι ανθρώπινο έχει μια αξία παντοτινή. Ο Degrelle αρνείται το χαρακτηρισμό του δικτατορικού κινήματος για το κόμμα του και δηλώνει, πως το Rex είναι η ανάπτυξη του ανθρώπου και του πολίτη, είναι η ανασυγκρότηση της λαϊκής κοινότητας, είναι η ασφάλεια που προσφέρει ένα καθεστώς που έχει επίγνωση όλων των κοινωνικών θεμάτων και βρίσκεται σ’ επαφή με όλα τα κοινωνικά στρώματα του έθνους. Ομολογώ πως αυτά τα λόγια μ’ έχουν αγγίξει. Αυτά τα λόγια, που επιτρέπουν στον άνθρωπο ν’ αναπτύξει τη διττή του προσωπικότητα, αυτήν του κοινωνικού όντος και αυτήν του ατομικού, πρέπει να τα κάνουμε κτήμα μας και να τα χρησιμοποιήσουμε προς όφελός μας.»
Ο Μπραζιγιάκ ήταν ένας αληθινός Γάλλος εθνικιστής, ένας ρομαντικός φασίστας της εποχής του και απόλυτα πιστός στην παράδοση της πατρίδας του. Κι όμως αυτός ο άνθρωπος δικάστηκε και δολοφονήθηκε ως δοσίλογος. Για την προετοιμασία της απολογίας του είχε γράψει τα κάτωθι, δείχνοντας και πάλι το υγιές παράδειγμα ότι η ιδεολογία δεν είναι ποτέ πάνω από το Έθνος μας κι ότι η ιδεολογία δημιουργείται για να εξυψώσει το Έθνος και όχι για να παραδοθεί το Έθνος σε άλλα έθνη χάριν της ιδεολογίας:
«Έκανα πάντοτε τον διαχωρισμό ανάμεσα σ’ αυτό που αποκαλούμε, γενικά, φασιστικές ιδέες και στις χώρες εκείνες όπου οι ιδέες αυτές βρίσκονται στην εξουσία. Θα μπορούσα πάντοτε να παραμείνω φασίστας, να εύχομαι την εγκαθίδρυση του φασισμού στη Γαλλία και ταυτόχρονα να επιθυμώ την ήττα των φασιστικών χωρών οι οποίες θα βρίσκονταν σε σύγκρουση με τη δική μου χώρα. Υποθετικά μιλώντας, θέλω να πιστεύω ότι αν αύριο γινόταν μια σύρραξη ανάμεσα στη Γαλλία και τη Σοβιετική Ένωση, όπως και θα έπρεπε να είχε συμβεί, οι κομμουνιστές θα πολεμούσαν ενάντια στους Σοβιετικούς, επιθυμώντας να νικήσουν.»
Charles Maurras και Robert Brasillach
Εν κατακλείδι ο Μπραζιγιάκ δεν ήταν ξενόδουλος, δεν ήταν προδότης της πατρίδας του, δεν ήταν αρνητής του έθνους του, δεν ήταν διεθνιστής χάριν της ιδεολογίας και της δημιουργίας μιας φασιστικής Ευρώπης. Ο Μπραζιγιάκ δεν επιθυμούσε λοιπόν να παραδοθεί η Γαλλία σε άλλα έθνη επειδή ήταν φασιστικά. Το μόνο που ήθελε ήταν μια φασιστική Γαλλία, έναν Γαλλικό Φασισμό βασισμένο στην γαλλική κουλτούρα, παράδοση και ιστορία. Εξάλλου τι είναι Φασισμός αν όχι η επιστροφή στην παράδοση, την κουλτούρα και την ιστορία που χαράζει μια πορεία ζωής με βάση τα κατορθώματα των προγόνων ενός έθνους; Όποιος μιμείται και αντιγράφει ξένους εθνικισμούς, όποιος εμπνέεται μόνο από την κουλτούρα ξένων εθνών και όποιος αρνείται την ιστορία του έθνους του και του λαού του δε μπορεί για κανένα λόγο να θεωρείται Έλληνας. Για τον ίδιο λόγο κι οι κομμουνιστές δεν είναι άνθρωποι με εθνική ταυτότητα καθώς την έχουν απωλέσει, την έχουν αρνηθεί χάριν της μαρξιστικής θεωρίας και του μπολσεβικικού κινήματος της Ρωσίας που στην πραγματικότητα ήταν ένα κίνημα Πανσλαβισμού.
Συνεπώς, Ναζιστές και Κομμουνιστές σήμερα έχουν περισσότερα κοινά από όσο νομίζουν. Και οι δύο βλέπουμε να αρνούνται το έθνος τους μετά μανίας, τυφλωμένοι από την ιδεοληψία. Οι μεν μιλούν για λευκή φυλή αρνούμενοι τα έθνη κι οι άλλοι για προλετάριους, για εργάτες κάθε εθνικότητας και για χώρες χωρίς σύνορα. Ακόμα κι ο Ισπανός εθελοντής, ο Miguel Ezquerra, αποτελεί ένα παράδειγμα του πως πρέπει να στεκόμαστε απέναντι στην ιδεολογία διατηρώντας την εθνική μας ταυτότητα. Όταν συνάντησε τον Χίτλερ εκείνος θέλησε να τον τιμήσει προσφέροντάς του τον Σταυρό του Ιππότη και την Γερμανική υπηκοότητα. Τότε ο Ισπανός εθελοντής του απάντησε μέσω του διερμηνέα του: «Μετέφερε στον Φύρερ τις ευχαριστίες μου για την τιμή που μου κάνει, αλλά πες του ότι όσο ζω θα συνεχίσω να είμαι Ισπανός.»
Ακόμα κι ένας Σκορτσένυ δήλωσε ότι δεν πολέμησαν ως ναζί αλλά ως πατριώτες που ήθελαν να σώσουν τις πατρίδες τους και υποστήριξε ότι τα χρώματα των ευρωπαϊκών εθνών πρέπει να διατηρηθούν. Στην τελική είχε δίκιο ο Παλαμάς: «Φασισμός είναι το βάρβαρο όνομα της πατριδολατρείας την οποία πρώτος εξήρε ο Πλάτων». Ας αποδεσμεύσουμε πλέον τον Ελληνικό Εθνικισμό από τις απομιμήσεις, τις ιδεοληψίες και την δυτικοπληξία. Ένα έθνος με τόσο μεγάλη ιστορία, με τόσους πολλούς πολιτισμούς και αυτοκρατορίες που δημιούργησε, με τόσους αγώνες για ελευθερία, με τόσους φιλοσόφους και ποιητές δε μπορεί να είναι αδύνατο να σταθεί στα δικά του θεμέλια και να αναζητεί ξένα πρότυπα και ιδέες. Ήρθε ο καιρός να ακολουθήσουμε τα λόγια του Δραγούμη για τη δημιουργία ενός σύγχρονου και καθαρά ελληνικού εθνικισμού: «Πρέπει να νοιώθω την Πόλη, όπως πρέπει να νοιώθω την αρχαία Ελλάδα. Δε σημαίνει πως πρέπει να γίνουμε αρχαίοι Έλληνες, ούτε Βυζαντινοί. Σημαίνει πως πρέπει να ξέρω την περασμένη μου ζωή, να μη λησμονώ τα παλιά καλούπια που μπόρεσε να εύρει ο Ελληνισμός για να γίνει κράτος ανάμεσα στα κράτη, και ξανοίγοντας όσο μπορώ την τωρινή ζωή μου, να ξεκαθαρίζω το δρόμο, να εύρω το νέο τόπο που θα διαλέξει ο Ελληνισμός για να γίνει κράτος δυνατό.»
Οι στίχοι «όποιος είσαι γνώρισε, εγείρου, αναστήσου» του Αχιλλέα Παράσχου δηλώνουν μία και μόνη αλήθεια: Θα ξαναγυρίσουμε μόνο όταν θυμηθούμε ποιοι είμαστε! Κρατάμε τα λόγια του Μπραζιγιάκ και πορευόμαστε: «Πρέπει να επιστρέψουμε στις πραγματικές πηγές της φυλής μας και αυτό είναι μια τεράστια δουλειά.»
Βιβλιογραφία:
Ο Leon Degrelle και το μέλλον του REX, Robert Brasillach, εκδόσεις Νέα Γενεά
Τα αίτια μιας στράτευσης, Robert Brasillach, εκδόσεις Νέα Γενεά
Γράμμα σε ένα στρατιώτη της κλάσεως του ’60, Robert Brasillach, εκδόσεις Θ. Κοσμάς
Πεθαίνοντας στο Βερολίνο, Miguel Ezquerra, εκδόσεις Λόγχη
Οι καταδρομικές μου επιχειρήσεις, Otto Skorzeny, εκδόσεις Eurobooks
Αιρετικά κείμενα κατά της πολιτικής ορθότητας, εκδόσεις Νέα Σπάρτη
Φασίστες διανοούμενοι στη Γαλλία κατά τη δεκαετία 1930, Αναστασία Κούκουνα, εκδόσεις Historia