Ὅλα τὰ μεγάλα Ἐργαστήρια Ἑλλάδος ἀναδημιουργημένης ὅλα τὰ μαρμαροβογγοῦντα Μέγαρα, κλειστά, βουβά, μὲ χνότα Πυραμίδων. Περιπατῆτε σιγά, ὦ εἰσερχόμενοι, ὁμιλεῖτε σιγά, ἀποκαλυφθεῖτε, ἐδῶ ζοῦν: οἱ Τωρινοὶ Πεθαμένοι. Αὐτὴ ἡ Βουλὴ τῶν ὑλακτούντων σκύλων, δι᾿ ὅλα τὰ ἀτομικὰ καὶ μισοατομικὰ τοπικὰ συμφέροντα.
Βουβὴ εἰς πάντα τὰ ἀνωτέρω ζητήματα, καὶ μόλις ἐκφέρῃ τις φωνὴν δι᾿ ὑψηλόν τι Ἑλλαδικὸν ἢ Πανελλήνιον ζήτημα, σηκώνονται οἱ Ὑπουργοὶ καὶ ἐν μέσῳ τῆς νεκρικῆς σιγῆς τῶν Κουτσούρων, σὰν νὰ εἶχαν ἐνώπιόν των ψόφιον Πατριάρχην, μόλις κατορθώνοντες νὰ συγκρατήσουν τὰ γέλοια, ἐπαναλαμβάνουν μὲ σοβαρότητα χιλίων τόννων, ὅτι ἐπιβάλλεται ἡ σιγὴ διὰ νὰ μὴ λιποθυμήσουν τὰ Ἐθνικὰ Συμφέροντα! ἀποροῦντες καὶ οἱ ἴδιοι διὰ τὸν αἰωνίως ἐπιτυγχάνοντα αὐτὸν Ἐμπαιγμόν, ὁ ὁποῖος θὰ ἐθύμωνε καὶ Μπούφους. Καὶ ὅταν τις τῶν Ἀσπίλων, τῶν καταδικασμένων εἰς Ἀχρηστίαν ἰσόβιον, θίξῃ ζήτημά τι ὑψηλόν, ὅπως ὅταν ὁ Ἕνας ΛΙΜΠΡΙΤΗΣ ὁμιλῇ, κάμνουν ὅτι δὲν ἀκούουν, καὶ ὅταν ὁ Ἕνας ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ θίγῃ ζήτημα καίριον Πολιτικῆς Ἠθικῆς, ζητῶν διὰ νόμου νὰ ἐμποδισθῇ, οἱ Κορυφαῖοι Πολιτικοὶ νὰ εἶναι συγχρόνως καὶ μισθωτοὶ δικηγόροι Ἑταιρειῶν καὶ Τραπεζῶν, τότε ὁ συρφετὸς καγχάζει.
Τὸ Πολυτεχνεῖον, τὸ ὁποῖον ἔπρεπε νὰ ἔχει τάγματα ὁλόκληρα καλλιτεχνούντων, νὰ ἀντηχῇ, ἀπὸ τὸν ἔντονον ἀλαλαγμὸν Νεότητος δημιουργούσης Νέον Καλλιτεχνικὸν Κόσμον, ΤΑΦΟΣ τῶν Ἑλλ. Τεχνῶν Ὅλων! Οὔτε Ἑλληνικὴ Γλυπτική, οὔτε κἂν Ἑλληνικὴ Ἀρχιτεκτονική!!! Τὸ ᾨδεῖον, Μισελληνικώτατος ΤΑΦΟΣ τῆς Ἑλληνικῆς Μουσικῆς. Αὐτὸ τὸ Πανεπιστήμιον τὸ ὁποῖον ἔπρεπε νὰ εἶναι ἀληθινὸν Ἡφαίστειον Ἀνθρώπων, Ἀναστημάτων, Χαρακτήρων, Ἀνθρωποπλαστῶν καὶ Ἰδεοπλαστῶν, Φωτεινῶν Ἰδεολόγων καὶ Ἀνδρείων Σημαιοφόρων τῆς Νεότητος, Κατακόμβη τοῦ Πνεύματος, ἐντὸς δὲ τοῦ βαθυτάτου σκότους καὶ τῆς νεκροτάτης σιγῆς, τιποτένιοι ἀνθρωπάκιδες κάμνοντες τὶς δουλίτσες των, μισθοτρωκτικοί, βιβλιοκαπηλικοί, δοῦλοι οἰκτρότατοι τοῦ Βουλευτοῦ, γυαλισταὶ τῶν παπουτσιῶν τοῦ Κόμματος, τρέχοντες διαρκῶς λαχανιασμένοι, διὰ τὰ συμφέροντα τοῦ κόμματος ποὺ τοὺς ἔπλασε, τοὺς ἐνοίκιασε, τοὺς διατηρεῖ, Ἄκαρδοι, Ἄλαλοι, Ἄμυαλοι, δηλητηριάζοντες, ἀφιονίζοντες καὶ σαβανόνοντες τὴν Νεότητα, Πανεπιστήμιον ἀντὶ Ἀναστητηρίου ΤΑΦΟΣ ΝΕΟΤΗΤΟΣ, ἐκβράζον μίαν ἐλεεινοτάτην Νέαν Ἀνθρωπότητα, σακάτισαν, λωβιασμένην, Ἄχρηστον, ἀποσαπίζουσαν τὸ κάθε τι.
Τὸ Ἐπιστημονικὸν Πνεῦμα, μεταβληθὲν εἰς Μπακαλικὸν Πνεῦμα πρὸς πενταρολογίαν, οὔτε πρωτότυπος Ἐπιστημονικὴ Ἐργασία, οὔτε κανενὸς εἴδους ἐργασία πρωτότυπος. Ἕνας πανελλαδικὸς διωγμὸς κάθε Ἀξίας. Ἕνας Μισονεϊσμὸς τῶν Γέρων. Ἕνα Θανατικὸν κάθε Ἀνθρώπου καὶ μία ἀπελπιστικὴ ἐπιδημία μακροβιότητος κάθε Μηδενικοῦ. Κάθε Γύζης πεθαίνων κάθε Μιστριώτης κορακιάζων. Ἕνας σεβασμὸς κάθε ἀρρώστιας, κάθε ξεμωραμένου Γεροντάματος, κάθε νερουλιασμένου μισθοφάγου. Δάσκαλοι κουκουβαγιάζοντες, Πατριῶται ἱερεμιάζοντες μὲ πεσμένα βρακιὰ καὶ κλαίοντες σβέρκους. Ζωγράφοι Μπογιατζῆδες. Γλύπται Μαρμαράδες. Ἀρχιτέκτονες Κτίσται. Ἰδεολόγοι ἀεροκοπανίζοντες τὰ αἰώνια προγονικὰ συννεφολογήματα, Ἐθνορήτορες πάσχοντες ἀπὸ τὴν ἀνίατον Ἑλλαδικὴν Πατριδουρίαν, φιλόλογοι βατραχιάζοντες, λογοκοποῦντες, φρασεοποιοῦντες, λεξοποιοῦντες, πάσχοντες ἀπὸ τὴν Γλωσσόλισσαν, Ποιηταὶ Γκιονίζοντες. Μία πνευματικὴ ξεραΐλα μὲ καλογηρισμὸν ἀκριδοφάγου, μία τελματικὴ ἀκινησία Ἀχερουσίας λίμνης, ὅλα τὰ μυαλὰ σάπια, ὅλα τὰ κεφάλια τυλιγμένα μὲ καταπράσινη μοῦχλα. Ὅλα τὰ Πανελλήνια καὶ τὰ Ἑλλαδικὰ Ἰδανικά, μετὰ ἑνὸς αἰῶνος δρόμον, μεταμορφωνόμενα καὶ μεταποιούμενα καὶ φανερονόμενα ὡς… Γλωσσολογία!!! Καὶ ὅταν ὑπάρξῃ κίνησις, ἀνατίναγμα πρὸς τὶ γίνεται διὰ Γλωσσολογίας, διὰ Ψυχάριδες… Οἱ νέοι ἀφημένοι εἰς τὸν Παρισινόν… ΜΕΛΑΧΡΟΙΝΟΝ, καὶ ὁ Ψυχάρης πετῶν τὰ γλωσσικά του βιτριόλια εἰς τὰ μάτια κάθε νέου ποὺ τὰ ἀνοίγει εἰς τὴν ζωήν, κουμπουριάζων μὲ τὴν βλακοβαγαποντιάν του κάθε Νέον, βροντῶν τὴν κουμποῦρα του εἰς τὰ ἀνοίγοντα χείλη κάθε Νέου, τοῦ ὁποίου τὰ μυαλά, φυσικά, πετιοῦνται εἰς τὸν ἀέρα.
Δηλαδή, μετὰ ἑνὸς αἰῶνος ἐλευθέραν ζωήν, κίνησιν, ἐνέργειαν, σκέψιν, μὲ τόσα κτίρια, ὀργανισμούς, θουριασμοὺς καὶ φωναγμούς, μετὰ τόσους βροντοφώνους Πολιτισμούς, Προόδους, Ἐξελιγμούς, Νεωτερισμοὺς ὅλα ἀναιδέστατα, ἐμπαικτικότατα ψεύματα, τῶν ἀφηνιασμένων ΧΩΡΙΑΤΟΠΟΛΙΤΩΝ -ὅλα καθρεπτιζόμενα θαυμάσια, εἰς τὸν θαυμάσιον ΤΥΠΟΝ, ἡ ἄφιξις εἰς τὴν ἐσχάτην βαθμίδα τοῦ ἐξευτελισμοῦ τοῦ Πνεύματος, ὅπου ἡ ρητορεύουσα ἐπὶ ἕναν Αἰῶνα Χυδαιοτάτη Ἑλλάς, οὔτε ψευδορήτορας πλέον δὲν κατορθώνει νὰ παραγάγῃ, ὅπου δὲν ὑπάρχουν οὔτε 5 ἄνθρωποι δυνάμενοι νὰ τὴν ἀντιπροσωπεύσουν διὰ τοῦ λόγου, ὅπου ὅλη ἡ Ἑλλὰς κρέμεται εἰς τὸ στόμα τοῦ Ἑνὸς Δασκαλομελιρρύτου Λάμπρου, τοῦ νινιρίζοντος καὶ σισιρίζοντος, Σφυρηκτοῦ τῶν Περασμένων Μεγαλείων. Δηλαδή, ὁ ΕΛΛΑΔΙΚΟΣ ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ καταντήσας: ΣΑΠΙΟΝ ΚΑΡΠΟΥΖΙ γεμάτον ξυνόνερα.
Οὐδέποτε ἦτο δυνατὸν νὰ φαντασθῇ κανείς, ὅτι τὸ Πνεῦμα ἐν Ἑλλάδι ἔστω καὶ ὑπὸ τὰς χειρίστας τῶν συνθηκῶν, ἦτο δυνατὸν νὰ καταπέσῃ χαμηλότερον. Ὁ Κουτοπόνηρος Ραγιᾶς, ὁ ἔπειτα Ἐξυπνόκουτος Ἐλεύθερος, κατήντησε πλέον Ἐξυπνό-βλακας, φαινόμενος ἔξυπνος, διὰ τὰ στενότατα ἀτομικὰ καὶ ἁρπακτικά του συμφέροντα, ἀλλὰ μὴ ὤν, διότι δι᾿ ὅλων αὐτῶν ποὺ ζητεῖ καὶ τὰ ὁποῖα κάμνει, βγάζει τὰ ἴδια του τὰ μάτια, ἀδυνατῶν νὰ ἐννοήσῃ ὅτι διὰ τῶν ἐναντίων καὶ ἐκτός τῆς ὅλης πέριξ του ζωῆς ἡ ὁποία θὰ ἦτο ἀνθρωπινὴ καὶ τῆς ἰδικῆς του καὶ αὐτὰ τὰ ἀτομικά του συμφέροντα, θὰ ἦσαν ἀπείρως εὐρύτερα εὐκολότερα· φαινόμενος ἔξυπνος, εἰς αὐτὰς ἀκόμη τὰς πρακτικότητας τὰς ὁποίας ὑμνολογεῖ νυχθημερόν, ἀλλὰ μὴ ὤν, ὢν μυαλὸ ὀπισθοδρομικόν, σταματημένον, σαραφικόν, μπακαλικόν, στενότατα πενταρολογικόν, μένον κεραυνόπληκτον πρὸ τοῦ σφρίγους, τῆς ζωῆς, τῆς κινήσεως ἑνὸς φυσικοῦ καὶ ἁπλοῦ φαινομένου, οἷον ἑνὸς Τρελλοσπιτᾶ Πεσμαζόγλου, χάσκων καὶ κοροϊδεύων, ὅταν ἕνας τοιοῦτος ἀληθῶς ΠΡΑΚΤΙΚΟΣ, δημιουργεῖ τι ἔχων ὑπ᾿ ὄψιν του, ὄχι τὸ ΧΘΕΣ τὸ πεθαμένον, ἀλλὰ τὸ ΑΥΡΙΟΝ. Διότι φαίνεται Ἔξυπνος διὰ τὰ ἴδια. Ἀλλὰ δὲν εἶναι οὔτε εἰς αὐτά, ἀλλὰ ὅπως τὸν κατήντησαν, εἶναι τέλειος Βλάξ. Βλὰξ κατὰ πλάτος. Βλὰξ καθ᾿ ὕψος. ΒΛΑΞ καθ᾿ ὅλας του τὰς ἀκτινοβολίας.
Ἐσκοτώσατε τὴν Ἑλληνικὴν ΝΕΟΤΗΤΑ.
Καὶ Ἔθνος χωρὶς ΝΕΟΛΑΙΑΝ εἶναι Ἄνοιξις χωρὶς ΑΝΘΗ.
Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνον ἀτυχῶς καὶ αὐτὸ ἐπὶ πλέον, τὸ ἀπελπιστικόν. Πάντα ταῦτα εἶναι μεταβλητὰ καὶ πάμπολλα δυνατὸν καὶ αὐθωρεὶ μεταβλητά· διότι εἶναι κατασκευάσματα τεχνητὰ καὶ καταντήματα φυσικὰ εἰς τὰς ἀποβλακωμένας καὶ χλωροφορμισμένας Κοινωνίας καὶ ἐδῶ μόνον ἀπὸ τὴν διευθύνουσαν ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΝ ΚΤΗΝΩΔΙΑΝ.
Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο εἶναι ὁ ἀληθὴς καὶ βαθὺς ΑΠΕΛΠΙΣΜΟΣ, εἶναι ἡ ΕΛΕΕΙΝΟΤΗΣ ΤΗΣ ΝΕΟΤΗΤΟΣ. Τῆς Σχολιευομένης, τῆς Σπουδαζούσης, τῆς Στρατευομένης, τῆς Πανεπιστημιακῆς, τῆς Διανοουμένης, τῆς Καλλιτεχνούσης, τῆς ΠΤΩΧΗΣ καὶ τῆς τρισχειροτέρας ΠΛΟΥΣΙΑΣ, τῆς εἰσερχoμένης Νεότητος, εἴτε εἰς τὸν Ἰδεολογικόν, εἴτε εἰς τὸν Καλλιτεχνικόν, εἴτε εἰς τὸν Πρακτικὸν Κόσμον: Τῶν ΝΕΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ. Νεότης. Ἄψυχος, Ἄκαρδος, Ἄμυαλος, Ἄνανδρος, Ἀνελεύθερος, Ἀχαρακτήριστος, μὲ ὅλας τὰς Νεανικὰς Ἐκδηλώσεις ἀπούσας, μὲ ὅλας τὰς ἀνθρωπινὰς ἐκφράσεις καὶ Δυνάμεις, κατεβασμένας ὑπὸ τὸ μηδέν. Νεότης, οὐτιδανή: ΜΙΣΘΟΣ, Νεότης, χυδαία: ΨΗΦΟΣ. Τὰ Σχολεῖα ἐκφουρνίζοντα ἀγράμματα καὶ ἀνάγωγα καὶ μισελληνικὰ καὶ Φραγκομανῆ Κούτσουρα. Τὸ Πανεπιστήμιον ἐκβράζον ἀντὶ ΝΕΩΝ ΑΝΔΡΩΝ Σαπισμένην Ἀνθρωπότητα Σάπιων Δικηγορίσκων καὶ Τιποτένιων Ἐπιστημόνων, ἕνα ὀξύτατον Πανωλικότατον Ἰόν, ἐξολοθρευτικὸν καὶ Κοινωνίας καὶ Ἔθνους, μεταδίδοντα ὑπὸ τὴν βαρυτάτην της μορφήν, τὴν ἰδίαν της Σαπίλαν, Ψυχῆς, Καρδίας καὶ Νοῦ, εἰς ὅλον τὸν Ἑλλαδικὸν Ὀργανισμόν.
Περικλής Γιαννόπουλος, Νέον Πνεύμα (1906)