
πάτριος: Ο ανήκων στους πατέρες, στους προγόνους. Ο προερχόμενος εξ αυτών. Πατροπαράδοτος: «πάτριος γη», «πάτρια ήθη», Τα πάτρια: τα ήθη κι έθιμα των προγόνων.
Πατρίς: Η χώρα των πατέρων μας (των πατέρων, των προγόνων, εκάστου) εις την οποίαν έκαστος γεννιέται κι ανατρέφεται και της οποίας είναι πολίτης ή και εκ της οποίας προέρχεται αν διαμένει σε ξένο μέρος. Εις την αρχαίαν απαντάται υπό τον τύπο πάτρα ή πάτρη.
Η έννοια της πατρίδος διεμορφώθη κατά μικρόν ευθύς ως ο άνθρωπος έπαυσε να ζη πλάνητα βίο και εγκατεστάθη σε κάποια περιοχή. Δημιουργείται πλέον ο δεσμός με την γη, που δίνει τα μέσα της ύπαρξης και που εκεί βρίσκονται οι τάφοι των πρόγονων. Είναι ο τόπος όπου γεννιέται και ανατρέφεται κάποιος. Η πρώτη αυτή έννοια ταυτίζεται με την λεγόμενη σήμερα ιδιαιτέρα πατρίδα, η οποία συν τω χρόνω διευρύνεται με την δημιουργία κοινής ιστορίας και έπειτα με την δημιουργία πολιτείας, που προστατεύει τα άτομα. Η πατρίς λαμβάνει πλέον την έννοια της κοινός μητρός της πνευματικής και ηθικής υπάρξεως των ατόμων που την κατοικούν, της γης, η οποία έχει αγιασθή με αίμα.
Η πλήρης και οριστική διαμόρφωση της έννοιας της πατρίδος πραγματοποιήθηκε στην αρχαία Ελλάδα. Οι αρχαίοι Έλληνες εθεώρησαν την προς την προς την πατρίδα αγάπη ως την ύψιστη αρετή. Η αντίληψη αυτή περιέχεται στο αθάνατο δόγμα του Σωκράτη το οποίο διέσωσε ο Πλάτων στον Κρίτωνα: «Μητρός τε και πατρός τε και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον εστί πατρίς και σεμνότερον και αγιώτερον…».
Πατριωτισμός: η προς την πατρίδα αγάπη. Φιλοπατρία.
Από το εγκυκλοπαιδικό λεξικό Ήλιος
Παιδί μου,
το Περιβόλι μου που θα κληρονομήσεις,
όπως το βρεις κι όπως το δεις
να μη το παρατήσεις.
Σκάψε το ακόμα πιο βαθιά
και φράξε το πιο στέρεα
και πλούτισε τη χλώρη του
και πλάτυνε τη γή του.
Κι ακλάδευτο όπου μπλέκεται
να το βεργολογήσεις.
Κι αν αγαπάς τ’ ανθρώπινα
και όσα άρρωστα δεν είναι,
ρίξε αγιασμό και ξόρκισε
τα ξωτικά να φύγουν.
Και τη ζωντάνια σπείρε του
μ’ όσα γερά, δροσάτα.
Γίνε οργοτόμος, φυτευτής, διαφεντευτής.
Κι αν είναι κι έρθουν χρόνια δίσεχτα,
πέσουν καιροί οργισμένοι,
κι όσα πουλιά μισέψουνε σκιαγμένα,
κι όσα δέντρα για τίποτ’ άλλο δέ φελάν
παρά για μετερίζια,
μη φοβηθείς το χαλασμό.
Φωτιά! Τσεκούρι!
Τράβα, ξεσπέρμεψέ το,
χέρσωσε το περιβόλι κόφ’ το,
και χτίσε κάστρο απάνω του
και ταμπουρώσου μέσα,
για πόλεμο, για μάτωμα,
για την καινούργια γέννα,
π’ όλο την περιμένουμε,
κι όλο κινάει για να ‘ρθει,
κι όλο συντρίμι χάνεται
στο γύρισμα των κύκλων.
Φτάνει μια Ιδέα να στο πει,
μια Ιδέα να στο προστάξει,
κορώνα Ιδέα, Ιδέα Σπαθί,
που θα είν’ απάνου απ’ όλα.
Κωστής Παλαμάς