
Γράφει ο Αλέξανδρος Καρράς
Εκείνα τα χρόνια ο εθνικισμός στην Ισπανία συνδεόταν με τον τοπικισμό και με διαθέσεις αυτονομίας. «Οι πιο επιζήμιοι εθνικισμοί, επειδή είναι οι πιο διαλυτικοί, είναι εκείνοι που λαμβάνουν αυτή την άποψη της ανεξαρτησίας.» Τον εθνικισμό αυτόν τον θεωρούσε διασπαστικό, επρόκειτο ουσιαστικά για έναν πατριωτισμό που αντλούσε τα στοιχεία του από τον ρομαντισμό και πολλοί έφταναν στο σημείο να ενδιαφέρονται μόνο για την ιδιαίτερη πατρίδα τους, κι όχι για το έθνος εν συνόλω.
«Η ίδια η λέξη «Ισπανία», που από μόνη της είναι η έκφραση ενός εγχειρήματος, θα έχει πάντα περισσότερη σημασία από τη φράση «το ισπανικό έθνος».»
Στην θέση αυτού του εθνικισμού ο Ριβέρα έβαζε την πίστη σε ένα έθνος που σκοπός του θα έπρεπε να είναι η εκπλήρωση ενός πεπρωμένου, κάτι που θεωρούσε ότι δεν ίσχυε για όλα τα έθνη και όλους τους λαούς: «Δεν συνιστούν όλοι οι λαοί ένα έθνος, ούτε και όλες οι ομάδες ανθρώπων, αλλά μόνο εκείνοι που εκπληρώνουν ένα συγκεκριμένο πεπρωμένο υπό οικουμενικούς όρους.» Έτσι λοιπόν, ο Ριβέρα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι έπρεπε να καλλιεργηθεί μια πίστη στο κράτος και τους θεσμούς του κι όχι στη σύνδεση του ανθρώπου με τη γη του, τους προγόνους του, τα τοπικά του έθιμα, την τοπική μουσική και ενδυμασία, στοιχεία δηλαδή που αποτελούσαν τον ρομαντισμό. Και κατέληγε: «Μόνο όταν συνειδητοποιηθεί ο εθνικισμός με αυτόν τον τρόπο, θα μπορέσει να ξεπεραστεί η διασπαστική επίδραση του τοπικισμού.»
Υποστήριζε αυτή την άποψη, διότι, πίστευε πως ήταν αδύνατο να καταφέρει κάποιος να καταπολεμήσει τον ρομαντισμό με τα ίδια τα επιχειρήματα του ρομαντισμού, δηλαδή πίστη στην πατρίδα, τους προγόνους και άλλα τέτοια συναισθήματα. Πάνω απ’ όλα αυτά έπρεπε να μπει η οντότητα Ισπανία, μια κοινή πραγματικότητα για Βάσκους, Καταλανούς και όλους τους υπόλοιπους πληθυσμούς εντός του ισπανικού κράτους. Όλα αυτά τα χαρακτήριζε «νέο πατριωτισμό» και εξηγούσε: «ο πατριωτισμός χρωστά τη δύναμή του στην ευφυΐα και όχι στα συναισθήματα».
Την απλή αγάπη για τους προγόνους και τη γη την θεωρούσε ζωώδες στάδιο, το οποίο χαρακτήριζε ένα απλό βιολογικό φαινόμενο, ενώ η πίστη και η αγάπη στην οντότητα ενός ισπανικού κράτους ήταν για αυτόν το στάδιο της λογικής που είχε ξεπεράσει τον βαρβαρισμό με την δημιουργία του πολιτισμού. Πρώτο στόχο του νέου κράτους έθετε λοιπόν τα ακόλουθα: «Όσον αφορά τον «σκοπό» του, το κράτος πρέπει να είναι ένα εργαλείο στην υπηρεσία αυτής της ενότητας, στην οποία πρέπει να πιστεύει ακράδαντα. Τίποτα που να εναντιώνεται σε αυτή την πολύτιμη και υπερβατική ενότητα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ως καλό, είτε εκείνοι που το προτιμούν είναι πολλοί ή λίγοι.»
Όταν σε μια συνέντευξη ρωτήθηκε για τον Φασισμό αποκρίθηκε ως εξής: «Η πατρίδα είναι μια αποστολή. Αν περιορίσουμε την ιδέα της πατρίδος σε εδαφικές ή εθνικές έννοιες, κινδυνεύουμε να χαθούμε σε άγονους τοπικισμούς. Η πατρίδα πρέπει να είναι μια αποστολή. […] Να μην είμαστε μια μέτρια χώρα· γιατί είτε θα είμαστε μια τεράστια χώρα που εκπληρώνει μια οικουμενική αποστολή, είτε θα είμαστε ένας ανούσιος και ξεπεσμένος λαός. Πρέπει να δώσουμε πίσω στην Ισπανία τη φιλοδοξία να ανακτήσει τον ηγετικό ρόλο της στον κόσμο.»
Το Νοέμβριο του 1935 στη δεύτερη εθνική συνέλευση της Ισπανικής Φάλαγγας μίλησε ξεκάθαρα εναντίον του εθνικισμού:
«Η πατρίδα δεν είναι το πνευματικό μας κέντρο επειδή είναι δική μας, επειδή είναι σωματική δική μας, αλλά επειδή είχαμε την ασύγκριτα καλή τύχη να γεννηθούμε σε μια πατρίδα που ονομάζεται Ισπανία, επειδή θέλουμε να συμμετάσχουμε στο πεπρωμένο της Ισπανίας. Και αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε εθνικιστές, γιατί το να είσαι εθνικιστής είναι καθαρή τρέλα· σημαίνει να εμβολιάζουμε τις βαθύτερες πνευματικές δυνατότητες πάνω σε έναν φυσικό παράγοντα, μια απλή φυσική περίσταση. Δεν είμαστε εθνικιστές, διότι ο εθνικισμός είναι η ατομικότητα του κάθε λαού.»