
Γράφει ο Αλέξανδρος Καρράς
Η ειλικρίνεια απέναντι στην ιστορία και την ζωή είναι το πιο σημαντικό πράγμα. «Γνώσεσθε την αλήθεια και αυτή ελευθερώση υμάς», λέει το Ευαγγέλιο. «Ζωντόβολα μη φοβάστε την αλήθεια. Τα ψέμματα καταθάπτουν τους λαούς», έλεγε ο Περικλής Γιαννόπουλος.
Στέκομαι πάντα στις ιδέες και τα έργα των μεγάλων ανδρών της ιστορίας, και ειδικά του Εθνικισμού. Όμως επικρατεί μια παράνοια σεμνοτυφίας στον λεγόμενο πατριωτικό «χώρο» που καταρρίπτεται εκ των μεγάλων «ειδώλων» του εθνικισμού, ελληνικού και ευρωπαϊκού. Τελικά το ερώτημα είναι ένα: Είσαι εθνικιστής και πατριώτης εάν δεν διάγεις «ηθικό» τρόπο ζωής; Η ιστορία απαντάει με ένα μεγάλο «ΝΑΙ»! Εθνικιστές κάθε εθνικής καταγωγής ήταν νιτσεϊκοί εις ό,τι αφορά την επικρατούσα αντίληψη περί ηθικής και αυτό το ακολουθούσαν στον προσωπικό τους βίο πέρα από το βλέμμα των μαζών. Μέσα από καταγραφές των προσωπικών τους ημερολογίων προκύπτει όμως ότι κι ο ίδιος ο λαός δεν διέφερε ιδιαίτερα. Ακόμα και η παρθενία δεν ήταν δεδομένη, αφού οι γυναίκες είχαν ως λύση την παρά φύσιν σεξουαλική επαφή, αλλά απατούσαν και τους άνδρες τους.
Ο Δραγούμης κατέγραψε το 1914 την αλλαγή της ηθικής αναλυτικά στο ημερολόγιό του καταδεικνύοντας όλη την υποκρισία της εποχής που απέρρεε από την καταπίεση της κοινωνίας. Μελετώντας τις συνθήκες της κοινωνίας που άλλαζαν σε ευρωπαϊκές χώρες που επισκέφτηκε, όπως η Γερμανία, η Αυστρία και η Ουγγαρία: «Στις μεγάλες πολιτείες αλλάζει και η ηθική. Υπάρχει, λέω, ανηθικότητα. Μα μήπως είναι απλώς άλλο είδος ηθική; […] Δεν ξέρω αν αυτή η νέα κατάσταση που φέρνει σαν αντανάκλαση μια νέα ηθική, θα επικρατήσει ή όχι. Στις πολιτείες τείνει να επικρατήσει όλο και πιο πολύ, στα χωριά όχι και τόσο (εχτός ίσως στα Σλαυικά έθνη.» Μάλιστα κι ο Νίτσε την ηθική των Προτεσταντών την θεωρούσε επαρχιώτικη. Σε έκταση δυόμιση σελίδων ο Ίων μιλάει για όλες αυτές τις αλλαγές και τα όσα πλέον καταρρίπτονταν και, μεταξύ άλλων, στέκεται στις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες προκειμένου να απολαύσουν τον έρωτα προτού παντρευτούν:
«Και άμα τυχόν παραδώσει το κορμί της, θα γίνει αυτό με χίλιες υποκρισίες και κρυφά πράματα, με κακή συνείδηση σα να κάνει κακούργημα και ντρέπεται γιατί θεωρεί τον εαυτό της ένοχο και γιατί ο κόσμος θα πει πώς παραστράτησε, και θα την περιφρονήσει. Ή άμα δε βρει άντρα για να την αγαπήσει έτσι, ή δεν τολμά να παραδοθεί, θα καταφύγει κάποτε σε τεχνητά μέσα. Ή για να μη φανεί το χάλασμα του κοριτσιού, που είναι μεγάλη ντροπή, και έτσι μείνει ανύπαντρο αργότερα, καταφεύγει με τον άντρα σε αφύσικους έρωτες. Ή δεν κάνει τίποτε απ’ αυτά, από περηφάνεια, μα σιχαίνεται το σπίτι της, και τους γονιούς της, και χαλάει ο χαρακτήρας της.»
Τελικά δεν είναι τυχαία η έκφραση «από μπρος παρθένα…».
Η ηθικολογία είναι μια βαριά νόσος που ενέχει βαθιά υποκρισία. Απέναντι στην ηθικολογική υποκρισία κάποιοι αντιτάχθηκαν φανερά και κάποιοι επέλεξαν να ζουν κρυφά όπως τους αρέσει, φοβούμενοι την κοινωνία και το τι θα πει αυτή. Αυτό υπήρχε πάντοτε κι υπάρχει ακόμα και σήμερα. Οι μεγάλοι εθνικιστές της ιστορίας δεν απετέλεσαν εξαίρεση, όπως ο Ίων Δραγούμης, ο Περικλής Γιαννόπουλος, ο Μπενίτο Μουσολίνι, ο Γιόζεφ Γκαίμπελς, ο Κωνσταντίνος ο Στρατηλάτης, ο Ιωάννης Μεταξάς και ο Γεώργιος Παπαδόπουλος. Πολλοί εξ αυτών ήταν επηρεασμένοι από τη νιτσεϊκή φιλοσοφία που αποτελούσε έναν κυματοθραύστη κατά των σεμνότυφων και ηθικολογικών κρίσεων. Μάλιστα ο Ίων Δραγούμης τον Ιανουάριο του 1912 έγραψε για όλους αυτούς τους μεγάλους που υποκρίθηκαν κατ’ ανάγκην τους συντηρητικούς μέχρι να αποκτήσουν δύναμη: «Και όταν δεν σε μέλει για την κοινή γνώμη, τότε πια είσαι “τρελλός”, δεν έχεις λογαριασμό. Μα τέτοιοι τρελλοί ήταν όλοι οι μεγάλοι, οι τρελλοί με αρκετή δόση υποκρισία για να ξεγελούν τον κόσμο, πώς είναι τάχα κι αυτοί σαν τους άλλους τους πολλούς ώς που να δυναμώσουν και τα πάρουν όλα σβάρνα.» Τους πολλούς με τις αντιλήψεις αυτές ο Ίων τους αποκαλούσε κοπάδια όπως ακριβώς έκανε κι ο Νίτσε.
Αν διαβάσουμε το ημερολόγιο του Μεταξά θα καταλάβουμε πάρα πολλά για την εποχή, αφού κι αυτός στη νιότη του είχε διάφορες σχέσεις άνευ γάμου, ολοκληρωμένες κι αποκλειστικά σαρκικές. Αυτό σημαίνει ότι η παρθενιά δεν ήταν ο κανόνας σε μια εποχή ακραία συντηρητική. Ο Μεταξάς έχει πληθώρα καταγραφών για γυναίκες που γνώρισε ή που τους έκανε κόρτε, όπως έλεγαν το φλερτ την εποχή εκείνη. Μιλάμε για την εποχή που τελείωνε ο 19ος αιώνας και άρχιζε ο 20ός. Το 1912 στο ημερολόγιό του ο Δραγούμης γράφει για ένα περιστατικό που οι περισσότεροι δε μπορούν να διανοηθούν για την εποχή εκείνη: «Μια υπηρέτρια, στο δρόμο, μπροστά στο Βασιλικό Θέατρο, μ’ έναν νέο ερωμένο της γαμιούνταν, – συμπάθιο για τη λέξη, μα αυτό ίσια ίσια έκαναν. Και μαζεύτηκε κόσμος και η αστυνομία ήλθε και ο κόσμος τους προγκούσε και η αστυνομία τους πήρε μέσα. Η χτηνώδικη, ξεδιάντροπη ορμή του αγαπητικού της δούλας της αδιάντροπης, μ’ άρεσε. Quelle pervesite!»
Αυτό το γεγονός δηλώνει ότι η ερωτική ελευθερία δεν ήταν γνώρισμα μόνο της ανώτερης τάξης, αλλά ίσχυε και στις κατώτερες τάξεις.
Ας ξεκινήσουμε όμως από τον Γεώργιο Παπαδόπουλο που αποτελεί το πιο σύγχρονο παράδειγμα.

Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος κι οι ερωμένες
Επικρατεί ο μύθος ότι ο Γεώργιος Παπαδόπουλος έκανε έναν νόμο αυτόματου διαζυγίου για να νυμφευθεί την Δέσποινα Γάσπαρη με την οποία είχε σχέση και συζούσε ενώ βρισκόταν εν διαστάσει με τη σύζυγό του, Νίκη. Ο Στρατός γνώριζε ως επίσημη και νόμιμη γυναίκα του την Δέσποινα, αλλά ένα πρωί στις εφημερίδες δημοσιεύτηκε φωτογραφία του με την εν διαστάσει σύζυγό του. Ο Παπαδόπουλος δεν ήξερε πώς να το διαχειριστεί. Σύμφωνα με μια επιστολή του προς τον Παττακό έγραφε ότι «Χθες όπως θα είδες στις εφημερίδες είχαν τη φωτογραφία της γυναίκας μου με την οποία δεν συζώ. Συζώ εδώ με άλλην την οποία έχω παρουσιάσει στην φρουρά μου ως σύζυγό μου. Ο επικεφαλής φρουράς μου έφερε την εφημερίδα που είχε την γυναίκα μου με την σχετική ενημέρωση. Με ηρώτησε αν η εφημερίς λέει αλήθεια ή πρόκειται περί λάθους. Όπως αντιλαμβάνεσαι εξευτελίστηκα. Δεν έχω πλέον μούτρα να παρουσιάζομαι εις την φρουράν μου ως ψεύτης και στον κόσμο κατά μείζονα λόγο και σε σάς τους συνεπαναστάτες. Εσκέφθην την αυτοκτονίαν, αλλά…». Την επιστολή αυτή διάβασε ο Σπυρίδων Ζουρνατζής στην εκπομπή του Αλέξη Παπαχελά «Φάκελοι» το 2007. Ο Μάνος Χατζηδάκης στον Β’ τόμο της βιογραφίας του Γεώργιου Παπαδόπουλου (εκδόσεις Πελασγός) παραθέτει ένα ακόμα τμήμα της επιστολής αυτής μαζί με την μαρτυρία του Στυλιανού Παττακού προς τον ίδιο: «Εἶσαι ὁ ἀρχηγός καί ὁ φυσικός ἡγέτης τῆς Ἐπαναστάσεως. Οὐδείς ἐξ’ ἡμῶν δύναται νά σέ ἀντικαταστήσῃ. Ὀφείλεις νά ὁλοκληρώσῃς τό ἔργον σου. Τό ζήτημα εἶναι οἰκογενειακόν καί οὐδεμίαν σχέσιν ἔχει, οὔτε ἀπασχολεῖ τήν Ἐπανάστασιν. Ἀνά πᾶσαν στιγμήν μπορεῖ νά δώσῃς ὁ ἴδιος νόμιμον λύσιν…»
Ο δικηγόρος Δημήτριος Νεστορίδης σε επιστολή του προς τον Αρ. Δημόπουλο αναφέρει ρητώς: «Ὁ Γ. Παπαδόπουλος διεζεύχθη ἀπό τήν πρώτη σύζυγό του κατόπιν ἀγωγῆς περί διαζυγίου τῆς ἰδίας καί ἐλύθη ὁ γάμος ἀπό τό Πρωτοδικεῖο Ἀθηνῶν λόγω ἀσυμφωνίας χαρακτήρων, κατόπιν τηρήσεως τῶν κειμένων διατάξεων καί διαδικασιῶν τοῦ Ἀστικοῦ Κώδικος καί τῆς Πολιτικῆς Δικονομίας. Τά περί δῆθεν εἰδικοῦ νόμου ἐκδοθέντος ὑπό τοῦ Γ. Παπαδοπούλου ἀποτελοῦν κακοήθη ψευδολογήματα. Δικηγόρος του παρέστη τότε ὁ κ. Βασίλειος Ἀνδρουτσόπουλος»
Σύμφωνα και με όσα παραθέτει ο συγγραφέας Μάνος Χατζηδάκης, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευστάθιος Μπλέτσας, θέση που ανέλαβε μετά το 1974, έγραψε ότι το διαζύγιο ζητήθηκε από την ίδια την σύζυγο του Παπαδόπουλου και ήταν συναινετικό. Στις 18 Νοεμβρίου του 1969 η Αρχιεπισκοπή κήρυξε τον γάμο διαλυμένο και πνευματικώς, κατόπιν βέβαια της απόφασης λύσης του γάμου (υπ’ αριθμ. 5740) με την οποία κατέστη «οριστική και αμετάκλητος». Στην πραγματικότητα ο μύθος περί νόμου ολίγων ωρών προκειμένου να πάρει το διαζύγιο ο Παπαδόπουλος από τη σύζυγό του δημιουργήθηκε από τον ανταγωνισμό του Γ. Α. Μαγκάκη κατά του Αρεοπαγίτη Βολτή. Τον κατηγορούσε ότι εξέδωσε το διαζύγιο αστραπιαίως αλλά, σύμφωνα με τον Μπλέτσα, τα συναινετικά διαζύγια εκείνη την εποχή χρειάζονταν μόλις 10 ημέρες για τη δημοσίευση των αποφάσεων λύσης του γάμου. Εν τέλει ο Παπαδόπουλος νυμφεύθηκε την Δέσποινα στις 5 Μαρτίου του 1970.
Η Δέσποινα Παπαδοπούλου στην εκπομπή του Παπαχελά δήλωσε ότι δεν ήθελαν να παντρευτούν κι ότι αναγκάστηκαν λόγω της εποχής να οδηγηθούν δια της εκκλησίας σε νομιμοποίηση της σχέσης τους. Ο Παπαδόπουλος υιοθέτησε το παιδί της Δέσποινας και του έδωσε το όνομά του. Η Δέσποινα δεν τον ζήλευε και δεν την πείραζε ότι ο Παπαδόπουλος είχε ερωμένες. Είπε στον Αλέξη Παπαχελά:
«Το “Κυρά-Γιώργαινα το βγάλανε για μένα. Ένιωθα χαρά που μπορούσε ο άνθρωπος αυτός, πράγματι, εάν αυτό τον ευχαριστούσε, μια αλλαγή από αυτήν την θυσία όλη του τη ζωή για αυτό που λέγεται Ελλάδα, να ήταν αυτό. Και μια μέρα έπιασα τον ευατό μου να του λέει “κοίτα μη φέρεις εδώ, εδώ φύλαξέ το το σπίτι. Από εκεί και πέρα, ναι».
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή πάντως το τραγούδι του Γιάννη Καλατζή είχε γραφτεί το 1968 από τον Πυθαγόρα για τον Γιώργο Κατσαρό1. Οι στίχοι του τραγουδιού είναι οι εξής:
Κυρα-Γιώργαινα, ο Γιώργος σου πού πάει;
Για πού το ‘βαλε και πού το ξενυχτάει;
Έβαλε το σκούρο του, άναψε το πούρο του
Μπήκε στο αμάξι του και εντάξει του
Ο Γιώργος είναι πονηρός
Κι αυτά που λέει μην τα τρως!
Από τις έντεκα και μπρος
Κυκλοφοράει για γαμπρός
Κυρα-Γιώργαινα, στο λέω υπευθύνως
Ο Γιωργάκης σου είν’ ένας θεατρίνος!
Για δουλειά σού μίλησε, πονηρά σε φίλησε
Κι η αυγούλα μύρισε και δε γύρισε
Σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες η ίδια του είχε πει «παλλακίδες όσες θες, αλλά η αρχιχανούμισσα είμαι εγώ». Κάποιο βράδυ που άργησε να επιστρέψει ο Παπαδόπουλος στο σπίτι, όταν μπήκε και τον ρώτησε η Δέσποινα που ήταν και άργησε, εκείνος της απάντησε: «Δέσποινα, το αρσενικόν κτήνος επικράτησε πάλι».
Ο γάμος του Παπαδόπουλου με την Δέσποινα υπό τις συνθήκες αυτές αποτελεί την εκδοχή του πραγματικώς υγιώς γάμου, κατά τον φιλόσοφο Νίτσε πάντα, όπου η σύζυγος δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά παλλακίδα του αφού έχει πλήθος ρόλων και θα ήταν σα να της ζητούσαν πολλά. Συνεπώς, λέει ο Νίτσε, στην περίπτωση αυτή οι άνδρες χρειάζονται και τις «Ασπασίες» που για το πνεύμα και την καρδιά των αντρών μόνο οι γυναίκες μπορούν να προσφέρουν μια χαρούμενη συντροφικότητα με την πνευματική τους ευλυγισία και τη χάρη τους2.

Ο Στυλιανός Παττακός ως εξαίρεση στα ηθικά ζητήματα
Ο Στυλιανός Παττακός ήταν πιστός στις χριστιανικές παραδόσεις. «Είμαι ύπερήφαvος», γράφει στο «Οδοιπορικόν ενός στρατιώτου 90 ετών», «διότι, κατά τό τρίμηνον της μνηστείας μας διάστημα, κατωρθώσαμεv vά διατηρήσωμεv τήv πρέπουσαv ήθικήv συμπεριφοράv μεταξύ μας, ώς άπολύτως έπεθυμούσαμεv, άλλά καί διότι τούτο έπεβάλλετο εκ τωv ηθικώv και οικογεvειακώv αρχών μας.» Υποστήριζε την τιμή της γυναικός λέγοντας ότι εάν δεν είχαν συγκρατηθεί και δεν είχαν καταφέρει να παντρευτούν προτού αυτός φύγει για το μέτωπο της Αλβανίας στον πόλεμο του ’40 και σκοτωνόταν εκεί, αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί και θεία δίκη, αφού ο Θεός θα τιμωρούσε την παραβίαση της εντολής Του για την αγνότητα των συζύγων προ του γάμου τους. Και συνεχίζει:
«’Όσοι συμφωvούv μέ αυτάς τάς άπόψεις, ας τάς έφαρμόζουv. ΕΙvαι ίεραί παρακαταθήκαι της φυλής μας, ως Έλλήvωv. Δέv είvαι δύσκολοv. Αρκεί vά τό θέλωμεv, vά τό πιστέψωμεv, vά προσευχώμεθα, vά λιτοδιαιτώμεθα, vά μελετώμεv ώφέλιμα σοβαρά διδακτικά βιβλία καί όσάκις έρεθιζόμεθα … vά έπιδιδώμεθα εiς έξαvτλητικήv σωματικήν άσκησιv!! Είς αυτάς τάς ώραίας Έλληvοχριστιαvικάς παραδόσεις καί θεσμούς είχε γαλουχηθή ή “γενιά” μου, ή γενεά του ‘Έπους 1940 – 1949. Καί είvαι θεσμοί καί άρχαί ύπέροχοι τόσον διά τήv ύγείαv, όσοv καί διά τήv στερεάν έδραίωσιv του οικογεvειακού θεσμού.» (σελ.57-58)
Ο στρατηγός Παττακός είναι ίσως το μόνο ακραίο συντηρητικό παράδειγμα που μπορούμε να εντοπίσουμε. Ενδεχομένως δίπλα του να μπορεί να τοποθετηθεί και ο Κορνήλιος Κοντρεάνου.

Ο Περικλής Γιαννόπουλος κατά της υποκρισίας
των ηθικολόγων και του συντηρητισμού
Ο Γιαννόπουλος υπήρξε και ριζοσπάστης εναντίον του συντηρητικού κόσμου της εποχής του και δήλωνε δημόσια τον πόλεμό του κατά της υποκρισίας των συντηρητικών, θέλοντας ο ίδιος να σπάσει όλα τα δεσμά που καταπίεζαν τους ανθρώπους της εποχής του. Το 1903 στο άρθρο «Χαιρετισμός», το οποίο απευθυνόταν στον Παλαμά, έγραψε λοιπόν το εξής τολμηρό και επαναστατικό: «Ἐγώ, ὁ ὁποῖος θέλω νὰ καῶ, εἰς ἕνα ἀγῶνα σχισίματος καὶ κοψίματος, μὲ τὰ δόντια, ὅλων τῶν σχοινιῶν καὶ ὅλων τῶν ἀλυσσίδων, ποὺ κρατοῦν σκλαβωμένην τὴν κοινὴν ζωὴν καὶ τὴν ἐλευθέρα καὶ θεοχαρῆ ἔκφρασιν, ὅλων τῶν ζωϊκῶν ἐνεργειῶν, τοῦ καθενὸς ἀνθρώπου, καὶ θέλω νὰ εἰσαγάγω τὴν ἀλήθειαν, τὴν εἰλικρίνειαν, τὴν ἀνδρικότητα καὶ τὴν Πραγματικότητα, εἰς ὅλα καὶ πρωτίστως καὶ κυρίως θέλω νὰ εἴμεθα Ἄνδρες καὶ Ἰδεολόγοι Πραγματικοί …»

Ενάντια στον συντηρητισμό κι ο Δραγούμης
Τον Ιούλιο του 1908 ο Ίων Δραγούμης στο ημερολόγιό του όριζε την συντηρητικότητα ως «δύναμη προς τα πίσω». Δυο παραγράφους παρακάτω γράφει αναφερόμενος στον εαυτό του και στις απόψεις του για τον συντηρητισμό και το κράτος: «Στην πολιτική είμαι συντηρητικός, γιατί πιστεύω πώς τα κράτη υπάρχουν και είναι δυνατά όσο δε χάνονται σε ανθρωπιστικές προσπάθειες. Το κράτος πρέπει να είναι σκληρό, κυττάζοντας μόνο την ύπαρξή του και την επικράτησή του παντού.Ως άτομο είμαι πολύ ελεύθερος. Μα δε μ’ έρχεται να κάμω και όλο τον κόσμο σαν και μένα.» Δύο σελίδες παρακάτω γράφει για το πού πήγε μετά από μια συνάντηση με έναν βουλευτή και δυο προξένους: «Ύστερα ανέβηκα στην Αθήνα και ξενοσπίτησα σε μιας πόρνης ως τις 4:30 το πρωί και ξανακατέβηκα στο Φάληρο και λούστηκα στη θάλασσα και καθαρίστηκα από κάθε ακαθαρσία και αμαρτία.»
Ο Δραγούμης ήταν απόλυτα ασυμβίβαστος με τη συντηρητική κοινωνία της εποχής του και κόντρα στο πνεύμα της οικογενείας του. Στις 15 Δεκεμβρίου του 1908 γράφει στο ημερολόγιό του: «Και χρήματα δεν έχω, και χρήματα δε θέλω να πάρω από κείνους που με ανάθρεψαν για ένα σκοπό και δε βγήκα σύμφωνος με τις προσδοκίες τους, νέος φρόνιμος που στα τριάντα παντρεύεται με μια πλούσια κόρη. Και τότε πρέπει να δουλέψω για να ζήσω.» Για την πολιτική και τα χρήματα που απαιτούνταν γράφει: «Να γίνω πολιτικός στην Ελλάδα το ήθελα, μα και αυτό χρειάζεται χρήματα, και δε θέλω να πάρω από τους δικούς μου που δε μ’ εγκρίνουν, αφού δεν εβγήκα σύμφωνος με την εικόνα που αυτοί φαντάστηκαν.» Διακρίνουμε λοιπόν ότι ο Δραγούμης ήταν αποστάτης της τάξης του αλλά και αντίδραση απέναντι στον συντηρητισμό της οικογένειάς του και της κοινωνίας στην αυγή του 20ού αιώνα.
Ο Δραγούμης φαίνεται πως είχε παρόμοιες αντιλήψεις με τον πολύ καλό του φίλο, τον Περικλή Γιαννόπουλο. Το 1903 στο άρθρο «Τηλεφωνήματα» ο Γιαννόπουλος έγραψε ότι μόνο η δόξα των φιλιών είναι αυτό που ζήλεψε. Συγκεκριμένα: «Ἐγὼ τίποτε δὲν σᾶς ζητῶ καὶ τίποτε δὲν ἔχετε νὰ μοῦ δώσετε. Ἐπαίνους δὲν θέλω. Δόξαν σᾶς τὴν χαρίζω. Ἐγὼ θὰ σᾶς ἀδειάσω εἰς τὸ κεφάλι ὅ,τι εἶναι χρήσιμον, κινητικόν, ἡδονικὸν τῆς ζωῆς σας· γρήγορα, γρήγορα καὶ ἔπειτα χαίρετε, χαίρετε. Ἐγὼ μίαν φορὰν θὰ ζήσω, δὲν θὰ ζήσω δυό. Καὶ ὅταν περάσῃ ἡ νεότης, τὰ ρέστα σᾶς τὰ χαρίζω. Κ᾿ ἐγὼ δὲν ἔχω σκοπὸ νὰ φάω τὰ νειάτα μου μὲ σᾶς. Ἐγὼ τὴν μόνην δόξαν ποὺ ἐζήλευσα εἶναι ἡ δόξα τῶν φιλιῶν. Θέλω νὰ αἰσθάνομαι τὸ κεφάλι μου ἄδειο, κούφιο, φορτωμένο μὲ τὸ στεφάνι τῶν φιλιῶν. Καὶ θέλω νὰ πεθάνω νέος3. Καὶ θέλω νὰ πεθάνω ὀρθός. Θὰ κάμω ὅ,τι εἶναι δυνατὸν γιὰ νὰ σᾶς πείσω νὰ τὰ πάρετε, γιὰ νὰ σᾶς δείξω ὅτι εἶναι χρήσιμα διὰ σᾶς. Θέλετε νὰ τὰ πάρετε; Πάρετέ τα, εἶναι ἰδικά σας. Δὲν θέλετε; Τύφλα σας!»
Μήπως κι ο Σωκράτης δεν μας το είπε ότι οι θεοί εκείνον που αγαπούν τον παίρνουν νωρίς από τον κόσμο αυτόν; Όμως ο Γιαννόπουλος παράκουσε τον μεγάλο φιλόσοφο, τον Σωκράτη, που είπε ότι κανείς δεν έχει δικαίωμα να ασκεί βία στον εαυτό του αλλά πρέπει να περιμένει πότε οι θεοί θα αποφασίσουν να τον πάρουν (Φαίδων, Περί ψυχής).
Περιφρόνησε την κοινωνία όλη ο Δραγούμης και αδιαφόρησε για όλα όσα τον κατηγορούσαν οι ηθικολόγοι της εποχής κρίνοντάς τον για την σχέση του με την Μαρίκα Κοτοπούλη. «Ω ηθική και σεμνοτυφία της κοινωνίας», θα γράψει με αίσθημα αποστροφής και αηδίας στα 1910. Και πάλι τον Δεκέμβριο του 1908: «Είπαν και για μένα πολλά οι άνθρωποι, και οι σεμνότυφοι και οι ηθικολόγοι και οι σκανδαλιάρηδες και οι καλοθελητές και οι γυναίκες, πώς άφησα τη δουλειά μου, πώς χάνομαι για μια θεατρίνα, ανάξια και παιχνιδιάρα που με γελά, πώς από το σπίτι μου ενεργούν για να με βγάλουν από δω πέρα, πώς δεν ταιριάζει στην θέση μου να εκθέτω το όνομά μου έτσι, πώς κερνώ κάθε μέρα σαμπάνιες και καταξοδεύομαι για τη γυναίκα αυτήν, πώς εξαιτίας της δεν έχω «καλές συναναστροφές», και άλλα πολλά τέτοια, που με διασκεδάζουν…Το κράτος όμως που μ’ έχει διορισμένο είναι τιποτένιο. Κι αυτοί που με κρίνουν, και αυτοί τιποτένιοι.»
Αδιαφορούσε για όσα έλεγαν οι άνθρωποι και τις συκοφαντίες που εξαπέλυαν εναντίον του και στην κάμαρά του αγναντεύοντας τον Υμηττό μελετούσε και στοχαζόταν. Έκανε δηλαδή αυτό που τόσο πολύ τον ευχαριστούσε κι αποτελούσε ψυχική του ανάγκη. «Με λένε δολοφόνο, πλαστογράφο, και δεν ξέρω γω τι άλλο και γώ διαβάζω στην κάμαρά μου τη ζωή του Νίτσε και τα έργα του», γράφει στα 1911.

Ο Δραγούμης και οι σχέσεις του με τις δεσμευμένες γυναίκες
Η σχέση του με την Κοτοπούλη ξεκίνησε όταν αυτή είχε ήδη σχέση με κάποιον άλλο, καθώς γράφει ο ίδιος στο ημερολόγιό του το 1909, και για ένα σύντομο χρονικό διάστημα η σχέση τους ήταν παράλληλη. Τελικά η Κοτοπούλη, για χάρη τον Ίωνος, δε δέχτηκε να παντρευτεί εκείνον με τον οποίο είχε σχέση όταν γνώρισε τον Δραγούμη (βλ. Ημερολόγιο Δραγούμη Ιανουάριος 1909). Γενικώς συνήθιζε να διεκδικεί δεσμευμένες ή παντρεμένες, όπως η Πηνελόπη Δέλτα ή η γυναίκα του Πεσμαζόγλου στην Κορσική με την οποία είχε ερωτικές επαφές, σύμφωνα με όσα έγραψε ο Φρέντυ Γερμανός. Τον Μάρτιο του 1919 γράφει για αυτή του τη συνήθεια ο Δραγούμης:
«Τρεις γυναίκες στη ζωή μου συνάντησα που, ενώ είχαν διάθεση, δε θέλησαν να μου παραδοθούν. Τις βαστούσαν ηθικοί λόγοι, τιμιότητας προς το γάμο τους. Έφταναν ως το νυν και αεί κι έπειτα με σταματούσαν και με εμπόδιζαν. Τι νόημα είχε; Μου είχανε παραδοθεί κατά τα άλλα όλα, μόνο μ’ εμπόδιζαν να τις πάρω εντελώς. Η μία έφτασε ως που να μ’ αφήσει να αγγίσω με την άκρη της αντρότητάς μου το χείλος της γυναικότητάς της και μόνο ως εκεί. Αναστέναξε βαθιά από ηδονή, πόθο, λαχτάρα, νοσταλγία, καημό και μ’ έσπρωξε πίσω. Τι τρομερή, τι υπερβολική σημασία δίνουν οι γυναίκες στη συνουσία που είναι το φυσικότερο πράμα του κόσμου! Τι δύναμη κληρονομική μάζεψε μέσα τους η ηθική των αιώνων!» Τον Ιούνιο του 1911 σημείωνε ξανά: «Η ηθική βρίσκεται από κληρονομικότητα και ανατροφή μέσα μας και βαραίνει επάνω μας και χωρίς να το θέλουμε κάποτε.»
Τις ανωτέρω σκέψεις του Ίωνα περί ηθικής και συνουσίας ταυτίζονται με μια άποψη του Νίτσε που την εντοπίζουμε στο βιβλίο «Ecce Homo» και είναι βέβαιο ότι δεν είχε ξεφύγει του Έλληνα μαθητή του: «Το κήρυγμα της αγνότητας είναι μια δημόσια προτροπή προς το αντιφυσικό. Η καταφρόνηση της σεξουαλικής ζωής, κάθε στιγματισμός με την έννοια της «μιαρότητας», είναι πραγματικό έγκλημα ενάντια στην ίδια τη ζωή. Είναι το πραγματικό αμάρτημα ενάντια στο άγιο πνεύμα της ζωής.»
O Γερμανός φιλόσοφος στον «Ευρωπαϊκό Μηδενισμό» έγραψε κάτι ακόμα που φαίνεται να έχει επηρεάσει τον Ίωνα: «Έχουμε φτάσει στο σημείο να αντιλαμβανόμαστε πόσο ψεύτικες είναι οι ανάγκες με τις οποίες μας φόρτωσε η παμπάλαια ηθική, όσο κι αν η ζωή μας γίνεται υποφερτή ακριβώς χάρη στην εξάρτησή μας από τις ηθικές αυτές αξίες.»4
Στις 16 Νοεμβρίου του 1912 λίγες ημέρες μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης ο Δραγούμης σημείωνε στο ημερολόγιό του: «Είδα τους Αθηναίους και τις Αθηναίες στο ξενοδοχείο. Εμετός. Τί ήθελαν εδώ αυτοί οι γνωστοί ξένοι; τί περιφέρονται; τί θέλουν να δείξουν ο ένας στον άλλο; Και οι γυναίκες μήπως γυρεύουν ευκαιρία για γαμήσι; Δεν είδα να έλθουν εδώ Βούλγαροι και Βουλγάρες από τη Σόφια.»
Η ζήλεια της Κοτοπούλη
Η Κοτοπούλη γνώριζε καλά τον Δραγούμη και την αγάπη του για το ωραίο φύλο και γι’ αυτό τον ζήλευε παράφορα. Τον Δεκέμβριο του 1908 γράφει ο Δραγούμης για το θέμα αυτό: «Ζηλεύει άγρια, και πονεί η ίδια τρομερά και με πονεί και μένα. Χτες πάλι όλη μέρα υποφέραμε από τη ζήλεια της, και πάλι μου είπε να χωριστούμε γιατί δεν μπορεί πια να υποφέρει αυτό το βάσανο. ”Είναι τυραννία”, είπε, “και για τους δυο μας”. Φαντάζεται πώς κάθε γυναίκα που βλέπω τη θέλω.» Σε άλλο τους τσακωμό η Κοτοπούλη του είπε ότι μόνο ο άνδρας που είχε πριν από αυτόν άξιζε κι ότι αυτός είναι ένας ερωτομανής που κάνει κόρτε σε όποια βρει μπροστά του. Και μια άλλη φορά ζήλεψε ακόμα και την αδερφή της γιατί θεώρησε ότι ο Δραγούμης της έκανε κόρτε. Αυτά κατά το έτος 1909 τα σημειώνει ο Δραγούμης. «Γιατί πάντα σε γυναίκες ξοδεύω τη δύναμή μου, επειδή είμαι άντρας», θα γράψει στο ημερολόγιό του το 1909 και πάλι, τονίζοντας ότι σταθερή γυναίκα στη ζωή του είναι η Σκέψη.

Ενάντια στην ηθικολογία – Από τον Νίτσε ως τον Γκαίμπελς
Σαν τον Νίτσε κι ο Δραγούμης περιφρονεί τους ηθικολόγους και μου θυμίζει τα λόγια του Γιόζεφ Γκαίμπελς από ένα άρθρο του με το οποίο επιτέθηκε στους συντηρητικούς και τους ηθικολόγους της Γερμανίας. Το δημοσίευσε με τον τίτλο «Περισσότερο ήθος, λιγότερη ηθικολογία»5 (1934) και διακρίνεται η νιτσεϊκή επιρροή που, για το ίδιο ζήτημα, διακρίνεται και στον Δραγούμη και τον Γιαννόπουλο μερικά χρόνια νωρίτερα. Ο Νίτσε στο έργο του με τίτλο «Αυγή – Σκέψεις για τις ηθικές προλήψεις» έγραψε ότι «όταν ο Γερμανός βρεθεί στις συνθήκες όπου θα είναι ικανός για μεγάλα πράγματα, θα υψωθεί οπωσδήποτε πάνω από την ηθική!» (εκδόσεις Δαμιανός, σελ.202) Παραθέτω τα σημαντικότερα αποσπάσματα από το άρθρο του Γκαίμπελς που δείχνει να ακολουθεί πιστά τη σκέψη του Νίτσε:
«Ιδιόρρυθμοι άνθρωποι, που είτε βρίσκονται στη δύση του βίου τους είτε δεν έχουν καν δικαίωμα στη ζωή, κηρύσσουν την ηθικολογία στο όνομα της Επανάστασής μας. Συχνά μάλιστα, αυτή η ηθικολογία δεν έχει τίποτε το κοινό με το αληθινό ήθος. Ευαγγελίζονται ηθικούς νόμους, που ίσως ταιριάζουν σε χριστιανικό οικοτροφείο, αλλά δεν έχουν καμιά θέση σε ένα σύγχρονο πολιτισμένο κράτος.»
«Οι παρεούλες των ηθικολόγων αρχίζουν πλέον να μη σέβονται ούτε τα όρια της προσωπικής ζωής των άλλων. Πολύ θα ήθελαν να ιδρύσουν επιτροπές αγνότητας στις πόλεις και στην ύπαιθρο για να ελέγχουν τον ερωτικό και έγγαμο βίο των πολιτών. Αν ήταν στο χέρι τους, θα μεταμόρφωναν την Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία σ’ έναν ερημότοπο μουρμούρας και παραπόνων, σε μια χώρα, όπου θα κυριαρχούσαν η καχυποψία, οι παρακολουθήσεις, οι καταδόσεις και οι εκβιασμοί. Αυτοί οι ηθικολόγοι συχνά ζητούν από τις αρχές ν’ απαγορεύσουν ταινίες, παραστάσεις, όπερες και οπερέτες, διότι οι χορεύτριες, οι χορευτές και οι ηθοποιοί είναι προφανώς «επικίνδυνοι για τη δημόσια αιδώ». Αν αποδεχτούμε τέτοια αιτήματα, σε λίγο καιρό θα βλέπουμε μόνο ηλικιωμένες και ηλικιωμένους στη μεγάλη οθόνη και στη σκηνή. Οι θεατρικές αίθουσες θα μένουν αδειανές, διότι το κοινό, σε γενικές γραμμές, δεν πάει στο θέατρο για να δει ανθρώπους που βλέπει στις εκκλησίες και στα γηροκομεία. Να μας λείπουν αυτοί οι υποκριτές. Πλάσματα δίχως γνήσια, δυνατή αντίληψη της ζωής. Είναι ανέντιμη η ηθική που κηρύσσουν. Όντας οι αποτυχημένοι της ζωής, διαμαρτύρονται ενάντια στην ίδια τη ζωή. Η αιώνια ζωή και οι νόμοι της δεν θ’ αλλάξουν για χάρη αυτών των ηθικολόγων. Το πολύ-πολύ, αυτοί οι άνθρωποι να καταλήξουν να κρύβονται πίσω από ένα προπέτασμα αξιοπεριφρόνητης υποκρισίας κι ανέντιμης σεμνοτυφίας. Πιστεύουν ότι η Γερμανίδα δεν πρέπει να βγαίνει μόνη, δεν πρέπει να γευματίζει μόνη στα εστιατόρια, δεν πρέπει να κάνει εκδρομές με ανδρική συντροφιά (ούτε καν με έναν SA) χωρίς την γκουβερνάντα της, δεν πρέπει να καπνίζει , δεν πρέπει να λούζεται, δεν πρέπει να μακιγιάρεται και γενικώς δεν πρέπει να κάνει οτιδήποτε μπορεί να ξυπνήσει το «διαβολικό» ενδιαφέρον των ανδρών. Έτσι θέλουν να καταντήσουν τη Γερμανίδα αυτοί οι ηθικολόγοι της πεντάρας. Ουαί κι αλίμονο στο κακόμοιρο θηλυκό, που θα τολμήσει να παραβεί αυτούς τους νόμους. Και φυσικά, η Γερμανίδα «απαγορεύεται» να έχει … καρέ μαλλί. Αυτά είναι για τις … εβραίες και τα λοιπά αξιοπεριφρόνητα πλάσματα. Καταλαβαίνουν άραγε αυτοί οι σημαιοφόροι της ηθικής σε τι βαθμό προσβάλλουν, συκοφαντούν και πληγώνουν με το κήρυγμά τους τα εκατομμύρια των Γερμανίδων γυναικών, οι οποίες, με γενναιότητα κι εντιμότητα, κάνουν το καθήκον τους στη ζωή και στην εργασία τους, οι οποίες είναι καλές συντρόφισσες για τους άνδρες τους και στοργικές μητέρες για τα παιδιά τους;»
«Δεν θέλουμε να καταργήσουμε την ηδονή. Αντίθετα, θέλουμε να τη μοιραστούν όσο το δυνατόν περισσότεροι. Γι’ αυτό κι ενθαρρύνουμε τους ανθρώπους να πάνε στο θέατρο, γι’ αυτό βοηθάμε τους εργάτες να ντύνονται όμορφα στις γιορτινές περιστάσεις. Γι’ αυτό Φτιάξαμε την οργάνωση «Δύναμη δια της Χαράς» (Kraft durch Freude). Γι’ αυτό διώχνουμε τους φορείς της σεμνότυφης υποκρισίας. Γι’ αυτό απαγορεύουμε σ’ αυτούς τους θεούσους να καταστρέψουν με τα κακαρίσματά τους κάθε ηδονή που χρειάζονται οι τίμιοι, εργατικοί άνθρωποι, που αναζητούν ανακούφιση από τη σκληρή καθημερινή εργασία, που χρειάζονται την κατάφαση της ζωής και την απαλλαγή από το φορτίο, τις έγνοιες και την κούραση της καθημερινότητας. Χρειαζόμαστε περισσότερη κατάφαση της ζωής και λιγότερη γκρίνια! Περισσότερο ήθος και λιγότερη ηθικολογία!»
«Πρέπει να αρχίσουμε με το κρέμασμα των ηθικολόγων. Όταν θα μιλήσουν για την ευτυχία και την αρετή δεν θα προσηλυτίσουν παρά μόνο ηλικιωμένες γυναίκες.» (Η θέληση της δυνάμεως, σελ. 48) Πόσο σύμφωνος είναι λοιπόν ο Γκαίμπελς με τον Νίτσε είναι αυταπόδεικτο. Στο έργο «Η θέληση της δυνάμεως» έλεγε ότι πρότεινε την βελτίωση της ανθρωπότητας απελευθερώνοντάς την από την ηθική και τους ηθικολόγους, βοηθώντας την να αντιληφθεί την επικίνδυνη άγνοιά τους αποκαθιστώντας τον ανθρώπινο εγωισμό (σελ.50). Αλλά δε χρειάζεται να αναφέρω καν όσα λέει για την ηθικολογία γιατί είναι εν πολλοίς γνωστά. Ας δούμε όμως τι λέει για αυτούς που θεωρούν τη γυναίκα εχθρό τους: «Οι εχθροί των γυναικών. “Η γυναίκα είναι εχθρός” – αυτός που όντας άντρας μιλά έτσι σε άντρες, αυτός βάζει να μιλά το αδάμαστο ένστικτό του που, όχι μόνο μισεί τον εαυτό του αλλά ακόμη και τα μέσα του.» (Αυγή, σελ.260)
Από πού πηγάζει εν τέλει όλος αυτός ο υποκριτικός συντηρητισμός, ο αφύσικος πουριτανισμός που εχθρεύεται τη ζωή και τον έρωτα και πλασάρει την σεμνοτυφία και την ηθικολογία; Θεωρώ ότι ο Νίτσε έχει δίκιο και πάλι: «Αυτοί οι ηθικολόγοι που στερούνται την αγάπη για τη γνώση, που δε γνωρίζουν παρά μόνο τη χαρά του να κάνεις κακό, – έχουν το πνεύμα και την πλήξη των επαρχιωτών.»

Οι μεγαλύτεροι των ιδεών μας δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς τους «αρχιμανδρίτες» με πολιτική περιβολή. Μια ακόμα απόδειξη για αυτό είναι και ο βίος του Μουσολίνι που είχε ερωμένη την Κλαρέτα Πετάτσι, η οποία ήταν 29 ολόκληρα χρόνια μικρότερή του. Στα ημερολόγια της έγραψε ότι ο Ντούτσε σε κάποιες περιόδους της ζωή του είχε ταυτόχρονα 14 ερωμένες και ότι υπήρχαν νύχτες που έκανε έρωτα με τρεις ή τέσσερις γυναίκες, τη μία μετά την άλλη. Είναι γνωστό ότι τον Απρίλιο του 1945 στο Μιλάνο δολοφονήθηκε μαζί με την ερωμένη του, την Κλαρέτα Πετάτσι. Πάντα οι γυναίκες δίπλα του, στη ζωή και τον θάνατο.

Αξίζει να αναφέρουμε εδώ και όσα συμπέρανε ο Νίκος Καζαντζάκης την ημέρα που τον συνάντησε στην Ιταλία: «Και μου ΄δωκε το χέρι. Σα βγήκα έξω, χωρίς να το θέλω, σύγκρινα μέσα στο νου μου το Βενιζέλο με το Μουσολίνι. Ο ένας είχε μια χάρη θηλυκιά, μια μαγνητική γοητεία που προσέλκυε, μια υστερική, εξημμένη, άπληστη και μικρολόγα ψυχή μιας ευφυέστατης και κακεντρεχούς γεροντοκόρης. Ο άλλος έχει μιαν αρρενωπή τραχύτητα, ένα θέλγητρο που δεν προσελκύει μα αρπάζει, κάτι το αποκρουστικό και συνάμα ακαταγώνιστο. Ο Μουσολίνι είναι ο αρσενικός Βενιζέλος.»

Ας μην ξεχνάμε βέβαια ότι ο πραγματικός πατέρας του Φασισμού, ο Γκαμπριέλε Ντ’Αννούντσιο, το 1889 έγραψε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Η Ηδονή». Το βιβλίο αυτό προκάλεσε έντονα την κοινωνία της εποχής. Ο Κωστής Παλαμάς τον χαρακτήρισε ως τον δημιουργό της θρησκείας της ηδονοπαθείας6.

Ο Γκαίμπελς κι η Τσέχα ερωμένη του επί δύο χρόνια
Ο Υπουργός Προπαγάνδας και Διαφωτίσεως του Λαού του Γ’ Ράιχ, Γιόζεφ Γκαίμπελς, είχε παντρευτεί την Μάγδα Κβαντ με την οποία έκανε πέντε παιδιά και υιοθέτησε τον γιο από τον πρώτο της γάμο. Όμως ακόμα κι αυτός δεν έμεινε πιστός στον γάμο. Στη μονογραφία «Ο Μάγος της Προπαγάνδας» ο Ιάκωβος Χονδροματίδης αναφέρει το γεγονός:
«Τρεις εβδομάδες αργότερα, στις 21 Οκτωβρίου 1938, στο Μπερχτεσγκάντεν, παίχθηκε το σκηνικό μιας δεύτερης σημαντικής παράστασης. Η Μάγδα Γκαίμπελς, η γοητευτική ξανθιά σύζυγος του υπουργού Προπαγάνδας, ενημέρωσε τον Χίτλερ για τις απιστίες του συζύγου της. Επί δύο χρόνια ο μικρόσωμος Γιόζεφ διατηρούσε έναν παράνομο δεσμό με την Τσέχα ηθοποιό Λίντα Μπαάροβα. Ολόκληρη η Γερμανία γνώριζε τα «νυχτοπερπατήματα» του. Η Μάγδα ήταν αποφασισμένη να χωρίσει, ο Χίτλερ όμως την έπεισε να κάνει υπομονή μερικούς μήνες ακόμη, πριν προβεί σε κάποια κίνηση. Η Μάγδα τον άκουσε κι έσωσε τον γάμο της.» Στην πραγματικότητα ο Χίτλερ δεν έσωσε τον γάμο της Μάγδας και του Γκαίμπελς αλλά την κυβέρνησή του από το μεγάλο σκάνδαλο. Το καθεστώς προωθούσε την ιδέα της οικογένειας κι η Μάγδα ήταν η πρώτη κυρία του Γ’ Ράιχ, αφού ο Χίτλερ ως Φύρερ του κράτους δεν είχε επίσημη σύζυγο.
Η Τσέχα Lida Baarova συζούσε με τον Γερμανό ηθοποιό Gustav Fröhlich από το 1936. Ο άνδρας αυτός την είχε βοηθήσει να πρωταγωνιστήσει σε διάφορες ταινίες. Το 1922 ο Gustav Fröhlich είχε κάνει το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο ως Φραντς Λιστ στο έργο «Paganini». Όταν δούλευε στα γυρίσματα της ταινίας Metropolis έγινε αντιληπτός από την Thea von Harbou, σύζυγο του σκηνοθέτη Fritz Lang. Του έδωσε το ρόλο του Φρέντερ στην ταινία και αυτό τον έκανε διάσημο. Το ζευγάρι έτυχε να κατοικήσει δίπλα στην βίλα των Γκαίμπελς την εποχή που ο Υπουργός Προπαγάνδας του Γ’ Ράιχ ήταν 39 ετών και η Lida Baarova μόλις 22 ετών. Ο Γκαίμπελς στέλνοντας με τον υπασπιστή του μια ανθοδέσμη στην Baarova της δήλωσε ότι ήταν πρόθυμος να την ξεναγήσει στην περιοχή. Η νεαρή Τσέχα ηθοποιός κολακεύτηκε και δέχτηκε την πρότασή του. Δύναμη κι εξουσία πάντα μαγνητίζουν τη γυναικεία φύση.
Ο ιστορικός Χονδροματίδης γράφει και για τις δηλώσεις που έκανε μετά από πολλά χρόνια η ερωμένη του Γκαίμπελς: «Για τη σχέση της με τον Γκαίμπελς, λίγο πριν από τον θάνατο της, η Μπαάροβα είπε τα εξής: «Πολλοί ισχυρίζονται πως ήταν σατανικός και ραδιούργος. Δεν το γνωρίζω. Απέναντι μου ήταν πάντα πολύ φιλικός και ιδιαίτερα τρυφερός. Ο Γκαίμπελς μπορούσε να είναι πνευματώδης και ταυτόχρονα διασκεδαστικός. Εντυπωσιάστηκα από την ευγένεια, την απλότητα και τον χαρακτήρα του. Μιλούσαμε συχνά και είχαμε μια ξεχωριστή επαφή. Ετσι τον ερωτεύθηκα απροκάλυπτα. Ερωτεύθηκα αυτό που ένιωθε για μένα».

Ο Χίτλερ δεν πίστευε στον γάμο
Μην ξεχνάμε βέβαια ότι κι ο ίδιος ο Χίτλερ ενώ είχε πολλά χρόνια σχέση με την Εύα Μπράουν δεν την παντρεύτηκε ποτέ καθ’ όλη τη διάρκεια της δράσης του και της ακμής του ως ηγέτης της Γερμανίας. Για να την τιμήσει που έμεινε δίπλα του, ακόμα και στις τελευταίες στιγμές της κατάρρευσης, την νυμφεύθηκε λίγες ώρες πριν την αυτοχειρία τους. Μια απτή απόδειξη ότι μια γυναίκα μπορεί να μείνει αφοσιωμένη σε έναν άνδρα ακόμα και χωρίς τα επίσημα δεσμά του γάμου. Υπάρχει μια θεωρία που λέει ότι ο Χίτλερ δεν παντρευόταν για να μην χάσει τη δημοφιλία του στις γυναίκες της Γερμανίας παρουσιάζοντας μια επίσημη σύζυγο.
Γενικότερα πίστευε ότι η πορνεία έπρεπε να εξαφανιστεί από τον κόσμο αλλά αυτό δε θα γινόταν με ηθικής φύσεως διαλέξεις, αλλά με την παροχή δυνατότητας για γάμο σε νεαρή ηλικία. Αυτό όμως παραδέχεται κι ο ίδιος ότι θα ερχόταν ως «αντίβαρο στην ανθρώπινη φύση».
Σύμφωνα με τα όσα γράφει στο Mein Kampf, ο γάμος έχει ως μόνο του σκοπό την τεκνοποίηση και τη δημιουργία οικογένειας και πέραν αυτού είναι άσκοπος: «Ακόμα κι ο γάμος δεν θα πρέπει να θεωρείται σαν αυτοδύναμος σκοπός: οφείλει να οδηγήσει προς ένα πιο υψηλό ιδανικό, τον πολλαπλασιασμό και την διατήρηση του είδους και της φυλής: αυτή είναι η μοναδική του σημασία κι η μοναδική του αποστολή.»7 Αυτό και τήρησε λοιπόν, αφού ο ίδιος θεωρούσε ότι παιδιά του ήταν όλα τα παιδιά της Γερμανίας και δεν επιθυμούσε να αποκτήσει δικά του. Άρα ο γάμος με την Εύα δεν ήταν απαραίτητος. Πρέπει να επισημάνουμε επίσης ότι για τον Χίτλερ ο γάμος δεν ήταν ζήτημα χριστιανικής ηθικής αλλά ένα μέσο για την φυλετική του πολιτική, όπως γίνεται και κατανοητό από το απόσπασμα που παραθέσαμε. Επίσης, ο γάμος θα εξυπηρετούσε και τα κατακτητικά του σχέδια. Στο Mein Kampf επισημαίνει ότι η εξωτερική πολιτική της Γερμανίας θα είναι πετυχημένη μόνο εάν μέσα σε 100 χρόνια από 80.000.000 ο γερμανικός λαός φτάσει να αριθμεί 250.000.000 εντός της ευρωπαϊκής ηπείρου (σελ.776). Με τον γάμο πίστευε επίσης ότι θα προστατεύονταν οι νέοι από τη σύφιλη που μάστιζε τότε την Ευρώπη κι έτσι θα γεννιούνταν παιδιά υγιή.

Η ιδέα του γάμου βασάνιζε τον Δραγούμη
Τον Σεπτέμβριο του 1909 θα το γράψει ξεκάθαρα: «Μου αξίζει να κάνω εκείνο που μου αρέσει και να μην ακούω τις φωνές των ανθρώπων. Πρέπει να χαίρομαι πάντα, χωρίς να προσέχω τι λέει ο κόσμος. Τώρα θέλω να ζήσω με τη Μαρίκα Κοτοπούλη γιατί αυτό με μεθά. Λοιπόν θα ζήσω με τη Μαρίκα Κοτοπούλη.» Τελικά θα διατηρηθεί η σχέση αυτή χωρίς γάμο μέχρι το 1920 που τον δολοφόνησαν οι βενιζελικοί. Και θα συζήσει μάλιστα μαζί της χωρίς γάμο, κόντρα στα συντηρητικά ήθη της εποχής.
Ο Δραγούμης δεν πίστευε στον γάμο και αποτύπωνε την άποψή του σαν άλλος Νίτσε8 στη Ρώμη τον Αύγουστο του 1909: «Ο θεσμός του γάμου αλλά προπάντων ο χριστιανισμός που δυνάμωσε τη μονογαμία, αυτά δημιούργησαν τη ντροπή και την ατιμία, πράματα περιττά. Και επειδή είναι χριστιανή η αγαπημένη μου (Κοτοπούλη), αφού έγινε δική μου τόσο απλά με τόσο θεϊκό και ελληνικό τρόπο, ύστερα θέλησε να βγάλει από το κρεβάτι της τις εικόνες των Αγίων που κρέμονται, – για να μη βλέπουν τα όργιά μας. Βέβαια τους ντρέπεται τους αυστηρούς Αγίους που θα κατέβαζαν τα μούτρα όταν μας βλέπουν, και φοβάται μη θυμώσουν και της κάνουν τίποτε κακό. Την έπεισα να τους αφήσει τους Αγίους εκεί που κρέμονται, γιατί τίποτα που γίνεται φυσικά και από αγάπη δεν είναι άσκημο ούτε κακό.» Τον Οκτώβριο του 1910 μοιάζει να παλινωδεί για την ιδέα του γάμου: «Θα τη στεφανωθώ κι έτσι θα πάρω πίσω τον εαυτό μου. Γιατί; Γιατί θα έχω τη γυναίκα που διάλεξα και θα είμαι ήσυχος.»
Στις 13 Ιανουαρίου του 1913 ο Δραγούμης επιμένει ότι όλα αυτά είναι περιττά γράφοντας ότι «εκείνο που δε χρειάζεται στον άνθρωπο είναι la mauvaise conscience (η ενοχή)». Και συνεχίζει: «Πρέπει να είναι πάντα άξιος να ελευτερώνεται από τέτοιες περιττές σκλαβιές. Αυτή η mauvaise conscience προέρχεται από την πίεση της κοινωνίας απάνω μας. Αν δεν ήταν οι άλλοι γύρω μας να μας κυττάζουν και να μας κρίνουν, δεν θα την ενοιώθαμε καθόλου και θα ζούσαμε ελεύτεροι σαν τα πουλιά. Όμως το χειρότερο και το αναξιοπρεπέστερο είναι πώς σε πολλούς η πίεση αυτή των άλλων έχει μπει στο αίμα τους, στο υποσύνειδο της ψυχής, και αυτοί την έχουν πάντα βάρος και όταν δεν βρίσκεται κανένας κοντά τους να τους κυττάζει και να τους κρίνει.»9
Αλλά το ίδιο έτος δύο μόλις μήνες μετά επανέρχεται στο θέμα και εκδηλώνει στο ημερολόγιό του την αγανάκτηση για την ιδέα του γάμου: «Τι σχέση εγώ με παντρειές; Πρέπει να ισοπεδωθώ και γώ; Δεν είμαι καλλίτερος μόνος; Δεν είμαι σε καλλίτερη θέση έξω από κάθε χρέος προς οποιονδήποτε;» Την Κοτοπούλη την αγαπούσε με πάθος, αλλά τον γάμο δεν τον ήθελε. Το πάθος και ο έρωτάς του για αυτήν είναι έκδηλος σε όλα τα ημερολόγια που έγραψε μέχρι το τέλος της ζωής του. Στα 1911 γράφει τα πάντα για την ιδέα του γάμου και τα όσα τον προβλημάτιζαν για αυτόν. Θεωρούσε ότι η Κοτοπούλη ήθελε να τον παντρευτεί για να μην τον χάσει κι ο ίδιος φοβόταν ότι τότε μόνο θα μπορούσε να συμβεί αυτό γιατί δεν του άρεσε η «νοικοκυρίστικη ζωή». Δεν μπορούσε σε μια τέτοια ζωή να αφοσιωθεί επειδή δεν ήθελε να αναγκαστεί να παρατήσει ποτέ την ενέργεια, τη δράση και τη μελέτη για να κάνει δουλειές που κρατούν ένα νοικοκυριό. Στην περίπτωση που η Κοτοπούλη ήθελε τον γάμο ως απόδειξη ότι την αγαπά, ο Δραγούμης κατέγραφε τις δικές του απαντήσεις στα φύλλα ημερολογίου του στις 22 Απριλίου του 1911:
«Δεν πιστεύω να θέλει από φιλοδοξία να παντρευτεί με μένα, το θέλει για να μη με χάσει. Μπορεί να ήθελε το γάμο μας εκείνη και για απόδειξη πώς την αγαπώ, πώς η αγάπη μου είναι τέτοια που όλα τα θυσιάζω γι’ αυτήν. Μα ούτε εκείνη ούτε εγώ δεν είμαστε τέτοιοι που να αφιερώνουμε όλη μας την ψυχή στην αγάπη, έχουμε και άλλες ανάγκες, εκείνη την ανάγκη της τέχνης της, εγώ την ανάγκη της ενέργειας και του γραψίματος και κάποιας ελευθερίας στις κινήσεις μου. Χωρίς την τέχνη της θα ήταν σαν τις άλλες γυναίκες και τίποτε άλλο, χωρίς τις άλλες ανάγκες της ψυχής μου, και γώ θα ήμουν σαν ένας κοινότατος τύπος. Ούτε ο ένας ούτε ο άλλος δεν είμαστε αρκετά κοινότατοι τύποι για να κάνουμε έναν κοινότατο πράμα όπως είναι ο γάμος, μόνο και μόνο για να το κάνουμε αυτό, θυσιάζοντας κάθε μας άλλη ορμή. Πριν απ’ όλα αγάπα την ψυχή σου. Γι’ αυτήν όπως και για κάθε γυναίκα ο γάμος είναι ένα mirage. Θα έπρεπε να ήξεραν τι είναι ο γάμος για να μην τον ήθελαν τόσο.»
Ο Δραγούμης ανέλυσε την ιδέα του γάμου ακόμα περισσότερο έχοντας απόλυτη επίγνωση του χαρακτήρα του, αλλά και τον φόβο για τις αλλαγές που μπορεί να επιφέρει ο θεσμός αυτός στη ζωή ενός δραστήριου ανθρώπου. Για τον ίδιο ο γάμος δεν ήταν μια πράξη που θα μπορούσε να τον ανεβάσει και να τον βοηθήσει να εξελιχθεί ως προσωπικότητα. Συγκεκριμένα: «Μπορούσε να δικαιολογηθεί ένας γάμος μου αν μ’ έκανε δυνατότερο, αν δυνάμωνε ή αν τόνωνε όλες μου τις ικανότητες, αν δε μ’ έβγαζε από τον δρόμο μου. Και κάποτε έτσι νόμιζα πώς μπορούσε να γίνει. Τη γυναίκα που ήθελα θα την έπαιρνα και θα την έβαζα μέσα στη ζωή μου και θα μ’ ακολουθούσε στο δρόμο μου και θα με βοηθούσε. Μα θα ήταν άραγε ευτυχισμένη ή θα στενοχωριούνταν και θα μ’ έκανε και μένα να βασανίζομαι για λογαριασμό της; Και θα βασανιζόμουν βέβαια, γιατί θα την έβλεπα κοντά μου τυραννισμένη.»
Ο Νίτσε ως επιρροή κατά του γάμου
Αναφερθήκαμε νωρίτερα στη νιτσεϊκή φιλοσοφία που επέδρασε στον Δραγούμη για το ζήτημα του γάμου. Δεν κάναμε λάθος σε αυτό. Ο Δραγούμης προβληματίστηκε πολύ για να πάρει μια απόφαση σχετικά με το να παντρευτεί ή όχι. Γράφει ο ίδιος τον Απρίλιο του 1911 ξανά:
«Στο να πάρω την απόφαση αυτή (να της γράψω δηλαδή ότι δεν μπορώ να την πάρω) με βοήθησε, πολύ ή λίγο δεν ξέρω, η ιδέα που έχουν για μένα οι φίλοι μου, ο Νίτσε, ο Γκαίτε, ο Σουλιώτης και άλλοι. Γιατί; Γιατί η ιδέα που έχουν αυτοί για μένα είναι πιο σύμφωνη με την ψυχή μου παρά η ιδέα που εκείνη μπορεί να έχει για μένα.[…] Σ’ αυτήν την περίσταση μ’ επηρεάζουν περισσότερο οι αντρίκιες ιδέες παρά οι γυναικείες, γιατί νοιώθω πώς η γυναίκα έχει πάντα το mirage του γάμου εμπρός της.» Μάλιστα το 1913 σημειώνει στο ημερολόγιό του ότι ο άνδρας είναι το πνεύμα της ελευθερίας και ότι οι γυναίκες κάνοντας τις σπιτικές δουλειές ευχαριστιούνται γιατί έχουν ως σκοπό να ευχαριστήσουν και «να σκλαβώσουν το πνεύμα της Ελευθερίας, τον άντρα.»10 Η άποψη αυτή εντοπίζεται στο βιβλίο «Ανθρώπινο, παρά πολύ ανθρώπινο» του Νίτσε11.
Στα 31 του χρόνια ο Δραγούμης βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα του γάμου. Ποια ιδέα του Νίτσε μπορεί να τον επηρέασε περισσότερο από όλα τα έργα που έγραψε; Μάλλον πρόκειται για το έργο «Ανθρώπινο, παρά πολύ ανθρώπινο», όπου εκεί γράφει ο Γερμανός φιλόσοφος: «Για τα είκοσι ο γάμος είναι θεσμός, για τα τριάντα είναι χρήσιμος αλλά όχι αναγκαίος, για αργότερα γίνεται βλαβερός και προωθεί την πνευματική οπισθοχώρηση του άντρα.»12 Όπως είπαμε ήδη, ο Δραγούμης μόλις είχε περάσει τα τριάντα.
Παρ’ ολίγον γάμος στη Σμύρνη
Εν τέλει για να την κάνει ευτυχισμένη αποφάσισε να την παντρευτεί στη Σμύρνη αλλά η «άδεια γάμου» δεν δόθηκε εξαιτίας παρέμβασης του πατέρα του. Η Κοτοπούλη πίστεψε ότι ο Δραγούμης έβαλε τους δεσποτάδες και τους παπάδες να αρνηθούν να κάνουν τον γάμο. Στη σειρά «Η εκτέλεση», που βασίστηκε στο ομώνυμο βιβλίο του Φρέντυ Γερμανού, υπάρχει η σκηνή αυτή. Σύμφωνα με τα όσα γράφει στο ημερολόγιο του εκείνες οι ημέρες στη Σμύρνη υπήρξαν οι χειρότερες της ζωής του: «Ποτέ δεν πέρασα ασκημότερες μέρες απ’ αυτές που ήμουν στη Σμύρνη, γιατί ήξερα πώς ενεργούσα ενάντια στην ψυχή μου. Συνάμα όμως είχα τρομερή βεβαιότητα στο άστρο μου. Ήμουν βέβαιος ότι κάτι θα μ’ εμπόδιζε να χαντακωθώ. Είχα και τον πόθο να δω ευτυχισμένη τη γυναίκα αυτή που τόσο διψούσε για ευτυχία.» Τελικά της είπε και πάλι όσα της είχε γράψει δέκα μέρες νωρίτερα από την Αθήνα, ότι φοβόταν μην χαλάσει η αγάπη τους με τον γάμο, αλλά κι ότι θα έκανε δυστυχισμένους πολλούς ανθρώπους ο γάμος αυτός, δηλαδή τους γονείς του και τους γονείς της, την Πηνελόπη Δέλτα, αλλά και τους ίδιους που θα έπρεπε να αλλάξουν τη ζωή τους λόγω του γάμου και έτσι θα έχαναν κάθε ενδιαφέρον με τη ζωή που θα αναγκάζονταν πλέον να κάνουν, αυτός να κάνει μια δουλειά που δεν του αρέσει και αυτή να γίνει νοικοκυρά αφήνοντας το θέατρο..l13
Τον Φεβρουάριο του 1914 σκεφτόταν όμως πώς όταν θα άφηνε την διπλωματία για να ασχοληθεί με την πολιτική ίσως θα ήταν κατάλληλη στιγμή να παντρευτεί την Κοτοπούλη κι αυτή να άφηνε το θέατρο για αυτόν.
Το κοινωνικό χάσμα
Η Κοτοπούλη όταν θύμωνε τον έβριζε άσχημα και εκδήλωνε ταξικό μίσος εκφράζοντας κάποιο κόμπλεξ για τη δική της καταγωγή απέναντι στην αριστοκρατική καταγωγή του Ίωνος. Ήταν επηρεασμένη από τα λόγια των ανθρώπων που την περιτριγυρίζανε και της έλεγαν ότι δεν ήθελε να την παντρευτεί λόγω της κοινωνικής του καταγωγής. «Μούλεγε πώς την άφησα επειδή δεν είχα τη δύναμη να αφήσω την κοινωνική μου αντίληψη και τους κοινωνικούς μου δεσμούς, και όμως από όλα τα λεγόμενά της έβλεπα εγώ πώς εκείνη δεν μπορούσε να κρίνει πιο ανεξάρτητα από τις αντιλήψεις τις κοινωνικές για το γάμο και για την τιμιότητα. Μούριχνε κατάμουτρα βρωμιές κοινωνικότατες, και δεν παραδέχουνταν καμιά ευγένεια στη δική μου αντίληψη του κόσμου. Και δεν μπορούσα πια να της μιλήσω.»
Λίγο καιρό μετά η Κοτοπούλη μετάνιωσε για όσα του είπε: «Θέλω να εξαγνίσω τον εαυτό μου για κείνα που σου είπα, που ήταν τόσο πρόστυχα, θέλω να εξαγνισθώ απέναντι του εαυτού μου […] Με τα λόγια μου ήθελα να ταπεινώσω εσένα και ταπεινώθηκα εγώ».
Εν κατακλείδι, σύμφωνα με όσα παραθέσαμε παραπάνω, αποδεικνύεται ότι και οι μεγάλοι εθνικιστές, οι φασίστες και οι εθνικοσοσιαλιστές ήταν μακράν της επικρατούσας ηθικής και δεν ένιωθαν καμία ενοχή για τον έρωτα και την ηδονή. Μάλιστα ήταν αυτό που λέμε «γυναικάδες», είχαν εξωσυζυγικές σχέσεις ή παράλληλους δεσμούς αλλά αυτό δεν επηρέασε ούτε στο ελάχιστο την εθνικιστική τους δράση και διακυβέρνηση. Ο Δραγούμης πίστευε ότι οι γυναίκες πρέπει να δουλεύουν και να πληρώνονται το ίδιο με τους άνδρες αν το άξιζαν.
Ο Χίτλερ στο Mein Kampf γράφει ότι οι γυναίκες για να είναι πολίτες του κράτους θα έπρεπε ή να εργάζονται ή να παντρεύονται14, ενώ το πρόγραμμα των Φασιστών κατά την εποχή της επαναστατικής τους δράσης προωθούσε το δικαίωμα ψήφου και εκλέγεσθαι των γυναικών15. Βλέπουμε λοιπόν ότι και σε αυτό το κομμάτι οι εθνικιστές της εποχής δεν εξέφραζαν κανενός είδους μισογυνισμό. Το σώμα δεν περιφρονείτο στις ιδέες του Χίτλερ, ακριβώς όπως και στη φιλοσοφία του Νίτσε. Έγραφε λοιπόν: «Πρέπει το ίδιο να ξυπνήσουμε την φιλοδοξία όσο και την ματαιοδοξία…να φτιάξουν ένα όμορφο κορμί που γι’ αυτό θα υπερηφανεύονται και θα γυμνάζονται για να το αποκτήσουν. Αυτή η θεωρία θα παίξει αργότερα τον ρόλο της. Η νέα κοπέλα θα αναγνωρίσει σε αυτό το κορμί τον άντρα που της ταιριάζει.»16
Οι εθνικιστές ήταν πέραν της χριστιανικής ηθικής (ορθόδοξης, καθολικής ή προτεσταντικής), του συντηρητισμού και του πουριτανισμού. Ο γάμος ήταν ένας θεσμός που εξυπηρετούσε το ολοκληρωτικό κράτος επειδή χρειάζονταν εργαζόμενοι και στρατιώτες, αλλά και πληθυσμός που θα αποίκιζε τα εδάφη που θα κατακτούσαν. Η πολιτική δεν έχει καμία σχέση τα θρησκευτικά κηρύγματα και οι πολιτικοί δεν είναι ιερείς. Εξάλλου το Έθνος είναι από μόνο του μια ξεχωριστή πίστη εντός του οποίου περιέχεται και κάποια θρησκεία.
1Γιατί το γνωστό τραγούδι που έκανε επιτυχία σε πέντε γλώσσες δεν έχει σχέση με τον δικτάτορα Παπαδόπουλο, αλλά με μια όμορφη χορεύτρια… http://www.mixanitouxronou.gr/kira-giorgena-o-giorgos-sou-pou-pai-pios-itan-o-giorgos-gia-ton-opio-egrapse-o-pithagoras-tous-stichous-tou-tragoudiou-ke-ti-schesi-iche-me-ton-diktatora-papadopoulo/
2Νίτσε, Φρ., Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο, σελ.291, εκδόσεις Πανοπτικόν.
3Ο Δραγούμης σημειώνει στο ημερολόγιό του για τον Περικλή Γιαννόπουλο στις 10 Απριλίου του 1910: «Ένοιωθε πώς έρχονταν τα γηρατειά και δεν ήθελε να χάσει τα νειάτα του. Κάπου κάπου έλεγε: «Δε θέλω να σέρνομαι σαν τους άλλους». Και ήταν μια περιφρόνηση τόσο όμορφη μέσα στα λόγια του.» Απτή απόδειξη, σε συνδυασμό με τα λόγια του άρθρου του, ότι ο Γιαννόπουλος επέλεξε να αυτοκτονήσει για να μην γεράσει, κι όχι από ερωτική απογοήτευση όπως ισχυρίζονται μερικοί.
4Νίτσε, Φρ., Ευρωπαϊκός Μηδενισμός, σελ.27-28, εκδόσεις Δαμιανός.
5http://mavroskrinos.blogspot.com/2009/08/blog-post_04.html
6 «…πρόδρομος εἶνε εἰς μέγας, μεταξὺ τῶν μεγάλων, ποιητής, ὁ Γαβριὴλ Νταννούντσιο, τὸν ὁποῖον ἡ θρησκεία τῆς ἡδονοπαθείας δὲν ἠμπόδισεν ἀπὸ τοῦ νὰ ἀκουσθῇ καὶ νὰ γοητεύσῃ ὡς ἱερὸς ψάλτης τῆς πατριδολατρείας, μέχρι τοῦ νὰ διεκδικῇ δικαίως θέσιν μεταξὺ τῶν δικτατόρων τῆς ἱστορικῆς περιόδου ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἀκόμη δὲν ἐξήλθομεν, ὁ ἐθνηγέρτης τοῦ 1914, ὁ τολμητίας ἀεροπόρος τῶν πολέμων, ὁ στρατηλάτης τοῦ Φιούμε.» Παλαμάς, Κ., «Μουσσολίνι», 18-11-1922, εφ. ΕΜΠΡΟΣ.
7Χίτλερ, Α., Ο Αγών μου, σελ.280, εκδόσεις Δίδυμοι.
8 «Επιδοκιμάζουμε τον γάμο πρώτο επειδή δεν τον γνωρίζουμε ακόμη, δεύτερο επειδή τον έχουμε συνηθίσει, και τρίτο επειδή τον έχουμε τελέσει, – δηλαδή αυτό γίνεται σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις. Κι όμως, τίποτε δεν έχει αποδειχθεί για την αξία του γάμου, γενικά.» (Αυγή, σελ.264)
9Ίων Δραγούμης – Τα «κρυμμένα ημερολόγια», εκδόσεις Πατάκη.
10Ίων Δραγούμης – Τα «κρυμμένα ημερολόγια», εκδόσεις Πατάκη.
11Βλέπε σελ. 285-286 του βιβλίου, εκδόσεις Πανοπτικόν.
12Νίτσε, Φρ., «Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο», σελ.289, εκδόσεις Πανοπτικόν.
13Η νιτσεϊκή επίδραση είναι εμφανής και πάλι σε αυτές τις σκέψεις του Δραγούμη. Ο Γερμανός φιλόσοφος γράφει στη «Θεωρία του Σκοπού της Ζωής»: «Υπάρχουν όμως και άνθρωποι που προτιμούν να πεθάνουν παρά να εργαστούν χωρίς χαρά. […] Οι άνθρωποι αυτοί είναι οι καλλιτέχνες και οι στοχαστές»
14Χίτλερ, Α., Ο Αγών μου, σελ.508, εκδόσεις Δίδυμοι.
15Το πρόγραμμα των Fasci Italiani di Combattimento δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα του Μουσολίνι «Il Popolo d’ Italia» στις 6 Ιουνίου του 1919. Η πρώτη θέση για το πολιτικό πρόβλημα έγραφε επί λέξει: «Καθολική ψηφοφορία με έλεγχο του περιφερειακού καταλόγου, με αναλογική εκπροσώπηση, δικαίωμα ψήφου και εκλέγεσθαι για τις γυναίκες.» Καρράς, Α., Εθνική Κοινότητα και Κοσμοπολιτισμός – Μια διαχρονική σύγκρουση, σελ.51, εκδόσεις Έκτωρ.
16Χίτλερ, Α., Ο Αγών μου, σελ.473, εκδόσεις Δίδυμοι.