Αποσπάσματα από το βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη «Ταξιδεύοντας στην Ισπανία».
«Μια δεκαριά φαλαγγίτες περνούν αγκαλιασμένοι ώμο τον ώμο και τραγουδούν τον ύμνο της φάλαγγας. Μπροστά πήγαιναν δύο νέες φαλαγγίτισες με ορθά τα στήθη κι απάνω στην καρδιά τους κεντημένα τα πέντε κόκκινα φαλαγγίτικα βέλη. Τέντωσα το αυτί ν’ ακούσω. Έτσι που τραγουδιούνταν από δυνατά νεανικά λαρύγγια, ο ύμνος αυτός, ξεπερνούσε τα σύνορα της Ισπανίας. Ξεπερνούσε την ιδέα που υμνούσε και γίνουνταν, με ανάλαφρες αλλαγές, ένας παγκόσμιος ύμνος του έρωτα και του θανάτου.
“Κατάματα στον ήλιο, – με καινούριο πουκάμισο- που κόκκινο το κέντησες εχτές, – αν έρθει ο θάνατος θα με θερίσει – και πια δε θα σε ξαναδώ ποτέ μου! – Κοντά με τους συντρόφους μου, – που στέκουνται όρθιοι στη μάχη κι είναι μαζί μου στον αγώνα, – θα πέσω δίχως παράπονο – θα γυρίσουν νικηφόρες οι σημαίες – με το χαρούμενο βήμα της ειρήνης – και θα κρατούν σφιχτοδεμένα πέντε ρόδα, της φάλαγγας τα βέλη. – Θα’ρθει πάλι η άνοιξη να γελάσει – στον ουρανό, στα πέλαγα, στη γης! – Εμπρός, φάλαγγες, στη νίκη! – Αρχίζει πια στην Ισπανία να ξημερώνει!”.
Κουρασμένος, κοιμήθηκα. Η νύχτα μου φάνηκε σα μια στιγμή πηχτή κι έσταζε μέλι. Ανάπαψε το σώμα, μέρωσε το μυαλό, ξανακαινούριωσε πάλι τη μυστηριώδη ανθρώπινη, μηχανή, για να δεχτεί, χωρίς να ξεχαρβαλώσει, τα όσα βάρη φέρνει η νέα ημέρα.»
«27 Ιουλίου. Σήμερα σκότωσαν το γιο του συνταγματάρχη Μοσκαρντό.
Ο Μιγκουέλ σήκωσε τα μάτια, με κοίταξε…
– Έχεις παιδί; μου λέει.
– Όχι.
– Ε, τότε που να καταλάβεις!
– Λέγε, και μπορεί να καταλάβω…
Ο Μιγκουέλ κούνησε το κεφάλι:
– Άκουσε λοιπόν, ο Μοσκαρντό είχε ένα παιδί, μοναχογιό, και το κρατούσαν όμηρο οι κόκκινοι στη Μαδρίτη. Κάθε τόσο, ντρινν! ντρινν! το τηλέφωνο. «Παράδωσε το Αλκάθαρ, γιατί αλλιώς θα σκοτώσουμε το γιό σου! – Δεν το παραδίνω!» αποκρίνουνταν ο Μοσκαρντό και κλειούσε το τηλέφωνο. Μια μέρα του τηλεφώνησε το ίδιο το παιδί του:
«Πατέρα, εδώ μου λεν πως αν δεν παραδώσεις το Αλκάθαρ, θα με σκοτώσουν. Μην το παραδώσεις, μπαμπά! Τι αξίζει εμένα η ζωή μου; Τίποτα!…». Κι ο Μοσκαρντό του αποκρίθηκε: «Μην ανησυχείς παιδί μου, και δεν θα το παραδώσω. Η ζωή σου αξίζει, μα πιο πολύ αξίζει η τιμή της Ισπανίας. Ζήτω η Ισπανία, παιδί μου!… Ύστερα από λίγες μέρες, οι κόκκινοι τηλεφωνούν πάλι στον Μοσκαρντό: «Παράδωσε το Αλκάθαρ, γιατί θα σκοτώσουμε το παιδί σου! – Δεν το παραδίνω! – Τότε μην κλείσεις το τηλέφωνο, ν’ ακούσεις την τουφεκιά που θα σκοτώσει το γιό σου!». Ο Μοσκαρντό δεν έκλεισε το τηλέφωνο. Κι άκουσε την τουφεκιά. Οι κόκκινοι σκότωσαν το παιδί του…»
«– Τι έκαναν οι γυναίκες στην πολιορκία;
– Τι έκαναν; Και μήπως αναπαύτηκαν μις στιγμή, οι κακομοίρες; Αυτές μαγέρευαν, ζύμωναν, φούρνιζαν. Αυτές έπλεναν τα πιάτα, τα ρούχα. Σκούπιζαν, μας μπάλωναν, έκαναν τις νοσοκόμες. Υπόφεραν κι αυτές σαν άντρες. Τέτοιες, είναι οι Ισπανιόλες, αμ τι θαρρείς; Έρωτας, λέει, τραγούδια, ξεγνοιασιά, καστανιέτες! Ποιος το λέει, που να τον πάρει ο διάολος; Η Ισπανιόλα είναι μητέρα θεριό και συντρόφισσα του αντρός της σοβαρή, πιστή, και κάθεται και φυλάει το κατώφλι της σα σκύλα!»
«Κατάλαβα μονομιάς πως αυτό που είχα δει ήταν πολύ πιο αιματερό, πιο πικρό από τα χρώματα του Γκρέκο, πιο αρμονισμένο με τη σημερινή μας ανέλπιδα καταδικασμένη ψυχή. Κάθε εποχή έχει το δικό της τομέα μάχης – θρησκεία, τέχνη, επιστήμη, βιομηχανία, πόλεμος. Ζωντανός άνθρωπος: είναι αυτός που πολεμάει στον τομέα της εποχής του, Μπήκαμε σε πολεμική εποχή. Και ζωντανός άνθρωπος είναι σήμερα μονάχα όποιος, στον επικίντυνο αυτόν τομέα, συνεργάζεται με την εποχή του.»
«Δεν μπορούσα πια να βλέπω τη Μαδρίτη να ψυχομαχάει, κατέβηκα κάτω στους δρόμους. Ένα αυτοκίνητο κουβαλούσε τρεις πληγωμένους.
– Τι γίνεται; ρωτώ ένα νεαρό φαλαγγίτη που είχε λαβωθεί στο χέρι.
-Μακελειό! αποκρίνεται ο στρατιωτάκος ξαναμμένος. Λύσσιαξαν οι άτιμοι! Ταμπουρωμένοι πίσω από τις πόρτες και τα παράθυρα, μας ρίχνουν….Προχωρούμε από πόρτα σε πόρτα ρίχνοντας χειροβομβίδες. Τρυπάει ο τοίχος, μπαίνουμε στην αυλή. Τους κυνηγούμε από κάμαρα σε κάμαρα, από σκάλα σε σκάλα, από πάτωμα σε πάτωμα…”Δε θα περάσετε! Δε θα περάσετε!”….φωνάζουν αυτοί! “Θα περάσουμε!” φωνάζουμε εμείς. Περάσαμε κιόλας.»
«Ποιος θα νικήσει; Όποιος και να ‘ναι ο νικητής, αν θέλει να διατηρήσει τη νίκη του, πρέπει δύο κυρίως αγαθά να φέρει και να επιβάλει στην Ισπανία: Πειθαρχία. Με τη βία, με το καλό, όπως μπορεί. Κοινωνική δικαιοσύνη: να χειραφετηθεί ο αγρότης από το φεουδάρχη και να χορτάσει ψωμί, να ψηφιστούν φιλεργατικοί νόμοι, ν’ απομακρυνθεί ο Κλήρος από κάθε εξωθρησκευτική περιοχή, να φωτιστεί ο λαός.»
«πρέπει, όποιος θέλει ν’ ανεχτεί – κι όχι μονάχα παρά και να δικαιολογήσει – τη φρίκη της τωρινής στιγμής, να βλέπει, πέρα από την τωρινή στιγμή, τη μελλούμενη. Να νικήσει την ευαισθησία του και να νιώσει πως έτσι πάντα προχώρησε στη γης αυτό που ονομάζουμε Πνέμα. Τα πόδια του ήταν πάντα βουτηγμένα στο αίμα και στη λάσπη.»
[youtube https://www.youtube.com/watch?v=iVZknlfFezM&w=1349&h=480]