
Από το βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη «Ταξιδεύοντας Αγγλία»
Ο Εγγλέζος εργάτης σαν αφέντης. Σε όλο τον κόσμο ο σνομπισμός είναι αρκετά γελοίος κι επιπόλαιος, μονάχα εδώ στην Αγγλία υψώθηκε σε μεγάλη κοινωνική αρετή, που δίνει αληθινές αρχοντικές χαρές στους άχαρους και ταπεινούς.
Ο Εγγλέζος εργάτης κάνει οικονομίες όλη τη βδομάδα για να περάσει αρχοντικά το Σαββατοκύριακό του, κάνει οικονομίες όλο το χρόνο για να πάει εξοχή, να βάλει καθαρά ρούχα και να παίξει, όπως κάνουν οι τζέντλεμαν, τένις και γκολφ. Σηκώνει το κεφάλι, κοιτάζει την απάνω τάξη και τη μιμείται λεύτερα, σα να ‘ταν στο απάνω πάτωμα αυτός γεννημένος.γιατί νιώθει στο αίμα του πως είναι τζέντλεμαν κι αυτός, κι οι χαρές τούτες καλά του ταιριάζουν. Είναι δικές του, ανάγκες και της ειδικής του ψυχής, μα δεν έχει καιρό, όπως οι αρχόντοι, να τις χαίρεται κάθε μέρα, τις χαίρεται μια μέρα τη βδομάδα, ένα μήνα το χρόνο.
Ο εγγλέζικος λαός είναι από τη φύση του αριστοκράτης, γι’ αυτό ο σνομπισμός εδώ δεν είναι μαϊμουδισμός. Στο βάθος δεν υπάρχει μίμηση. Ο Εγγλέζος εργάτης, κάνοντας ό,τι κάνει κι ο πλούσιος άρχοντας, ικανοποιεί γνήσια εσωτερική του ανάγκη, απαράλλαχτη με την ανάγκη του άρχοντα. Κι έτσι εδώ, στην Αγγλία, κάθε κοινωνική πρόοδος, μετοχετεύεται από τις απάνω τάξες στις κάτω, φυσικά και γόνιμα.
Η Αγγλία δημιούργησε ένα ανθρώπινο πρότυπο ανοιχτό, προσιτό, που δε χρειάζεται υπερβολικά δύσκολους πνεματικούς ή κοινωνικούς άθλους για να πραγματοποιηθεί. Δεν είναι ανάγκη να ‘χεις μεγάλη μόρφωση ή πλούτο ή καταγωγή για να ‘σαι τζέντλεμαν: χρειάζονται μονάχα ορισμένος υψηλός χαρακτήρας και μια σχετική χρονική άνεση, κι αυτά είναι συχνά προσιτά στους Εγγλέζους. Είναι ή ήταν; Οι φοβερές τούτες μέρες (Β’ ΠΠ) που περνούμε θα το δείξουν.

[…] Η Αγγλία δημιούργησε εδώ στο Καίμπριτζ και στην Οξφόρδη ένα θαυμαστό ανθρώπινο τύπο, τον τζέντλεμαν. Ευγένεια, αρχοντιά, αξιοπρέπεια. Αρετές με παμπάλαιες ρίζες, με ντελικάτα πολύτιμα άνθη. Τρόπαιο, ο τζέντλεμαν, πολύ παλιάς μεγάλης καλλιέργειας.
Πώς θα μπορέσει ν’ αντικρύσει έναν άλλο ανθρώπινο τύπο μηχανοκίνητο, πιο συχρονισμένο, που άλλοι λαοί με τόση δαιμονική οξύτητα, με τόσο σύστημα και πείσμα δημιούργησαν; Δυο ανθρώπινα πρότυπα ετοιμάζουνται και χιμούν να παλέψουν. Ποιος θα νικήσει;
[…] Η Αγγλία δημιούργησε τον τζέντλεμαν. Το περιεχόμενο του τζέντλεμαν άλλαζε ανάλογα με την κάθε εποχή. Παρακολουθώντας από τον 14ο αιώνα τις διάφορες σημασίες του τζέντλεμαν, βλέπουμε σε μικρό πιστό καθρέφτη το χαρακτηριστικό ιδανικό της εξελισσόμενης εγγλέζικης νοοτροπίας.
Το Μεσαίωνα, τζέντλεμαν ήταν ο ευγενής ιππότης με οικόσημο και με σπαθί. Το σπαθί του ήταν δίκοπο γιατί είχε χρέος, από τη μια μεριά να χτυπάει τον πλούσιο που βασανίζει κι αδικεί τον φτωχό κι από την άλλη να χτυπάει το δυνατό που καταδυναστεύει τον αδύνατο. Ο τζέντλεμαν ήταν στην υπηρεσία του στρατευόμενου Θεού, πήγαινε στις σταυροφορίες, ήρωας συνάμα κι άγιος.
Όμως στην Αγγλία δεν είχε ποτέ φτάσει ο τζέντλεμαν στην αλλοπρόσαλλη έξαψη του Δον Κιχώτη. Ο τζέντλεμαν εδώ ήταν μαυλωμένος, πραχτικός, χωρίς μεγάλη φαντασία, οι τρόποι του απλοί και σεμνή η στολή του.. τους ανθρώπους τους έβλεπε καθαρά ανθρώπους και τους ανεμόμυλους, ανεμόμυλους. Δεν έκανε ποτέ σύγχυση σύννεφου και πέτρας, επιθυμίας και πραγματικότητας. Ήρωας κι άγιος, μα στο τρεχούμενο ανθρώπινο μέτρο.

Με τον καιρό, τα πολεμικά στοιχεία του τζέντλεμαν ατροφούσαν, και πλήθαιναν οι καθημερινές κοινωνικές του αρετές. Είχε αρχίσει να διαμορφώνεται στην εγγλέζικη κοινωνία και να επικρατεί όχι πια ο φεουδάρχος πολεμιστής παρά ο πλούσιος ειρηνικός αστός. Δεν ήταν πια απαραίτητο να ‘σαι ευγενής με οικόσημα και σπαθιά για να λέγεσαι «τζέντλεμαν», αρκούσε να ‘χεις καλούς τρόπους, να σέβεσαι τον εαυτό σου και τους άλλους, να μην καταδέχεσαι να λες ψέμματα ή να ξεπέφτεις σε πράξη ταπεινή.
Έσμιξε ο παλιός ιπποτισμός με το νέο ουμανισμό, μετατοπίστηκαν λίγο οι ανθρώπινες αξίες κι άλλαξε μαζί τους και το ανθρώπινο πρότυπο. Μα, όπως γίνεται πάντα στους εγγλέζικους θεσμούς, η νέα πραγματικότητα δεν απαρνήθηκε ολότελα την παράδοση, κι ο νέος τζέντλεμαν διατήρησε πολλά από τα παλιά του γνωρίσματα: την πίστη και την αφοσίωση στον αρχηγό, στο βασιλιά, τη βαθιά βίωση της προσωπικής τιμής, το σέβας στη γυναίκα, το καλό απλό ντύσιμο και την επίμονη καλλιέργεια και περιποίηση του κορμιού.
Ευγενής πια και τζέντλεμαν δεν ταυτίζουνται. Μπορεί να είσαι πρίγκηπας και να μην είσαι τζέντλεμαν. Το πρώτο είναι τυχαίο περιστατικό, δώρο που σου ‘ρχεται από τα γεννητάτα, το δεύτερο είναι άθλος προσωπικός και νίκη αποκλειστικά δική σου. Μια μητέρα παρακάλεσε κάποτε το βασιλέα Ίακωβο Β’ να κάμει τον ανάξιο γιό της τζέντλεμαν κι εκείνος αποκρίθηκε:
«Θα μπορούσα να κάμω το γιο σου βαρόνο ή μαρκήσιο, μα μήτε ο παντοδύναμος Θεός δε θα μπορούσε να τον κάμει τζέντλεμαν».
Από τα μέσα του 16ου αιώνα είχε κιόλα αρχίσει η λέξη τζέντλεμαν να καθρεφτίζει τα νέα κοινωνικά ιδεώδη. Ένας γραφιάς της εποχής τόλμησε και είπε: «Ο ανάξιος γιος ενός πρίγκηπα δεν είναι τζέντλεμαν. Ο άξιος γιος ενός χωριάτη είναι τζέντλεμαν».
Μα ο τροχός κυλάει, περνά ο καιρός, αλλάζει ο τύπος του ιδανικού ανθρώπου. Πλακώνει ο πουριτανισμός στην Αγγλία. Απαραίτητο πια συστατικό του τζέντλεμαν έγινε η άγρια τιμιότητα, η ασκητική ηθική, το σκυθρωπό ύφος, τα κουρεμένα σύριζα μαλλιά, τα σκούρα πένθιμα ρούχα, η Βίβλος στην τσέπη. Η «Merry England», η Χαρούμενη Αγγλία, κατσούφιασε. Μαζί της κι ο τζέντλεμαν.
Μα ο καιρός πάλι περνάει κι αλλάζει η όψη της γης, ανεβαίνουν στο θρόνο οι Στούαρτ, αλάφρωσε το πρόσωπο της Αγγλίας, γλύκανε, άφηκε πάλι ο Εγγλέζος τις αρετές του να χαμογελάσουν, αγάπησε πάλι το σώμα του, το έλουσε, το έντυσε με πολύχρωμα ρούχα και φτερά, με φραμπαλάδες και δαντέλες, και το αμόλησε με διάκριση να χαίρεται, χωρίς να κάνει σκάνταλο, τις μικρές ή μεγάλες γλυκύτατες παράβασες της ηθικής.

Στον 19ο αιώνα, στην αυστηρή Βικτωριανή εποχή, η έννοια του τζέντλεμαν παίρνει πια μια σταθερή μορφή που ακόμα και σήμερα εξακολουθεί να ‘χει. Ολοένα και δημοκρατοποιείται το ιδανικόμ χωρίς όμως να χάσει την αριστοκρατική του ουσία.
Τζέντλεμαν πια είναι εκείνος που καλλιέργησε αρμονικά τις ατομικές και κοινωνικές του ιδιότητες, που συγκρατεί τα πάθη του, που ποτέ δε μιλάει για τον εαυτό του μήτε κακολογεί τους άλλους, κύριος των νεύρων του, «Καπετάνιος της ψυχής του».
Διατηρεί όλες τις αρετές των προηγούμενων τύπων του τζέντλεμαν, μα με περισσότερη ευλυγισία και διάκριση. Υπόσχεται λιγότερα απ’ ό,τι είναι αποφασισμένος να κάμει, συγκρατάει τέλεια, χωρίς καμιά φανερήν εκδήλωση, τα πάθη του, καλά ή κακά, κατέχει σε υψηλό βαθμό τη μεγάλη εγγλέζικη αρετή, το self-control, την αυτοπειθαρχία.
Και στην καθημερινή ζωή του είναι εγκάρδια φιλόξενος χωρίς οικειότητα. Και ξοδεύει όσο μπορεί πιο άφθονα κι αρχοντικά, γιατί τη φιλαργυρία, και την οικονομία ακόμα, τις θεωρεί ιδιότητες ανάξιες του τζέντλεμαν.
«Ος αν ευ γεγονώς ή τη φύσει προς τ’ αγαθά
καν Αιθίοψ ή, μήτερ, εστί ευγενής»
η λέξη εδώ ευγενής του Μενάνδρου μεταφράζεται εγγλέζικα: τζέντλεμαν.
Πώς μπορούμε να ορίσουμε τον τζέντλεμαν; ρώτησα μια μέρα στη Λόντρα έναν από τους πιο τζέντλεμαν της σημερινής Αγγλίας, τον Σερ Σύδνεϋ Ουωτερλόου:
Τζέντλεμαν, μου αποκρίθηκε, είναι αυτός που νιώθει τον εαυτό του άνετα μπροστά σε όλους και σε όλα και κάνει όλους κι όλα να νιώθουν άνεση μπροστά του.
Σωστός ορισμός, μα που να περικλείει την ανείπωτη ατμόσφαιρα, το αόρατο κραδαινόμενο παίξιμο της ζυγαριάς ανάμεσα εγωλατρίας κι ευγένειας, ευαισθησίας και ψυχικού συγκρατημού, πάθους και πειθαρχίας, που δημιουργούν τον τζέντλεμαν.

Τον μαντεύεις από αστάθμητες, φαινομενικά ασήμαντες λεπτομέρειες: Από μιαν κίνηση του χεριού, από τον τόνο της φωνής, από το περπάτημα. Από τον τρόπο που ντύνεται, τρώει, διασκεδάζει, από την ψυχρή ακαταμάχητη ένταση που αγαπάει την εξοχή, τα σπορτ, τη γυναίκα, τ’ άλογα, τους Τάιμς…
[…] «Οι αριστοκράτες ολοένα παραμερίζονται, άλλοι κυβερνούν πια την Αγγλία. Ευτυχώς πρόλαβε η Αγγλία να δημιουργήσει έναν ανθρώπινο τύπο, τον τζέντλεμαν. Τον άνθρωπο που έχει δύναμη και ξέρει να συγκρατεί τη δύναμη και να τη χρησιμοποιεί χωρίς βαρβαρότητα. Και να μου το θυμηθείτε: άμα τελειώσουν οι εσωτερικοί κι εξωτερικοί πόλεμοι κι η ανθρωπότητα γείρει εξαντλημένη στα ερείπια που θα ‘χει μόνη της σωριάσει, τότε η ανθρώπινη αυτή αξία, made in England, θα θέσει, ελπίζω, τη σφραγίδα της στον κόσμο. Χωρίς αυτή, φοβούμαι, το χάος θα μπορέσει να γίνει “κόσμος”»!
