Γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου του 1769 στην Κορσική. Ένας μύθος λέει ότι η μητέρα του, η Λετίτσια, δεν πρόλαβε να φτάσει στο υπνοδωμάτιό της για να γεννήσει αυτόν τον θρύλο της ευρωπαϊκής ιστορίας. Τον γέννησε σε προθάλαμο, σε ένα χαλί με αρχαίες παραστάσεις. Ο Ναπολέων κατηχήθηκε με τα έργα του Πλουτάρχου. Ο πατέρας του, Κάρολος Βοναπάρτης, του εξασφάλισε υποτροφία στη στρατιωτική σχολή του Μπριέν. Ο Ναπολέων ένιωθε τότε πως οι Γάλλοι είναι «εχθρικοί ξένοι», οι κατακτητές της πατρίδας του, της Κορσικής. Έγινε δεκτός στη στρατιωτική σχολή του Παρισιού το 1784 ως κανονιοβολητής. Το 1785 πέτυχε σε εξετάσεις και κατετάγη στο πυροβολικό. Από τις 36 θέσεις κέρδισε την 12η.
Σε ηλικία 16 χρόνων έγινε υπολοχαγός του Βασιλικού Στρατού. Εκτός από στρατιωτικός ήταν και διανοούμενος δείχνοντας περιφρόνηση για τα στρατιωτικά βιβλία, επιλέγοντας πολιτικά και φιλοσοφικά από τη βιβλιοθήκη της Βαλένς. Ανέλυσε την «Πολιτεία» του Πλάτωνος και την ιστορία του Μεγάλου Φρειδερίκου, τον οποίο θαύμαζε. Μελέτησε Ρουσσώ, Βολταίρο, Μοντεσκιέ, Τάκιτο… Με την έναρξη της Γαλλικής Επανάστασης πίστεψε ότι μπορούσε να ελευθερωθεί η Κορσική. Την παρακόλουθησε ως αμέτοχος θεατής κι επέστρεψε στον στρατό με τον βαθμό του λοχαγού.
Στα 23 του χρόνια έχασε την πίστη του στους ιδεολογικούς λόγους της Επανάστασης και περιφρόνησε τους φιλοσόφους της. Έπαψε να πιστεύει σε ιδέες παρά μόνο σε πράξεις. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης πήρε προαγωγή σε υποστράτηγος. Την 9η του Θερμιδώρ έβαλε τέλος στην τρομοκρατία στο Παρίσι. «Οι δημοκρατικές ιδέες και θεσμοί είναι πράγματα τελείως ξένα γι’ αυτόν τον άνθρωπο», είπε ο Μιό. Μέσα από νικηφόρες μάχες μέσα σε 21 μήνες γίνεται ήρωας κι όσοι τον φθονούν λένε ότι είναι απλά τυχερός. Ο ίδιος όμως δεν πίστευε στην τύχη, αλλά μόνο στο άστρο του και στην τέχνη του να επωφελείται από τις περιστάσεις. Εκμεταλλευόμενος τη θέση του και το κύρος του, προσέφερε θέσεις κι αξιώματα στην οικογένειά του.
Μένει έξω από τα κόμματα και αρνείται να συμμετάσχει στα γαλλικά πάθη: βασιλόφρονες και Ιακωβινισμός. Χτίζει τον ατσάλινο χαρακτήρα του και γράφει: «Ένας πολιτικός δεν έχει το δικαίωμα να είναι συναισθηματικός». Σύμφωνα με τον Λεμπόν, ο Ναπολέων δεν κατέστρεψε την Επανάσταση, που είχε διαρκέσει δέκα χρόνια, αλλά την στερέωσε. Ο Ναπολέων μισούσε την αταξία και με την Υπατεία επέβαλε την τάξη συντρίβοντας την αναρχία, μέσα στην οποία χανόταν η Δημοκρατία επί δέκα έτη τρομοκρατίας. Απόδειξη ότι μια ισχυρή ατομικότητα είναι ισχυρότερη της μάζας. Απέδειξε ότι ο δεσποτισμός ενός ανδρός ήταν απείρως ελαφρότερος από την τυραννία που είχε επιβάλει η Δημοκρατία. Ο γαλλικός όχλος, που είχε δημιουργήσει την αναρχία, επιζητούσε κάποιον που θα τον έβγαζε από αυτήν. Και τον βρήκε στον Βοναπάρτη.
Ο Φρειδερίκος Νίτσε ερμήνευσε την προσωπικότητα του Ναπολέοντα σε πολύ λίγες γραμμές: «Έχουμε παραδείγματα ενός ατόμου για να δημιουργήσει κάτι νέο: την Επανάσταση, τον Ναπολέοντα. Πράγματι, στον Ναπολέοντα συναντούμε τη φλόγα για τις καινούριες ψυχικές ικανότητες, για το άπλωμα της ψυχής στο άπειρο»
Το πραξικόπημα της 18ης Μπρυμαίρ ανέδειξε τον Ναπολέοντα σε πρώτο Ύπατο και οι άλλοι δύο, ο Σιεγές και ο Ροζέ Ντυκός, είχαν απλά συμβουλευτική γνώμη. Αυτή η τριμελής Υπατεία αντικατέστησε το Διευθυντήριο. Ο Ναπολέων συνέταξε μόνος του, σε ένα μήνα μόλις, το νέο Σύνταγμα. Συγκέντρωσε όλες τις εξουσίες πάνω του και διόριζε υπουργούς, πρέσβεις, δικαστές, δημοσίους υπαλλήλους, συμβούλους κρατικούς, και αυτός και μόνο αυτός αποφάσιζε περί ειρήνης και πολέμου. Του ανήκε πλέον απόλυτα η νομοθετική εξουσία. Καθώς η Γαλλία ήταν διασπασμένη, περισσότερο θρησκευτικώς παρά πολιτικώς, ο Ναπολέων προχώρησε σε Κονκορδάτο κι έθεσε την Εκκλησία υπό την εξουσία του, επιβάλλοντας έτσι την ειρήνη, γνωρίζοντας καλά πως είναι μέγα λάθος να καταδιώκονται οι ηθικές δυνάμεις κι ότι η απόσπαση της Εκκλησίας δημιουργεί κράτος εντός του κράτους.
Διατηρώντας τον θεσμό «ελέω Θεού» από την εποχή της μοναρχίας, σαν άλλος Μέγας Αλέξανδρος που διακήρυσσε ότι είναι γιος του Δία, ανακήρυξε τον εαυτό του ως μονάρχη που έλαβε το σκήπτρο του από τον Θεό. Όταν ο Πάπας τον αφόρισε, αυτός δήλωσε ότι «η θρησκεία μου είναι εκείνη του Ιησού Χριστού που είπε «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι» κι απευθύνθηκε προς τον λαό: «Με θεωρείτε πλασμένο για να φιλώ τα πόδια του Πάπα; Αποδείξτε μου ανόητοι ότι ο Ιησούς διόρισε τον Πάπα εκπρόσωπό του κι ότι ο Πάπας έχει την εξουσία να αφορίζει έναν μονάρχη. Ο Θεός υψώνει τους θρόνους!».
Αμφισβητούσε την ύπαρξη του Χριστού, όμως μια μέρα δήλωσε πως το ελληνικό πνεύμα βρήκε έναν θαυμάσιο τρόπο να αναγεννηθεί από τον Χριστιανισμό όταν ο ρωμαϊκός πολιτισμός παρήκμαζε, θεωρώντας επιδέξια την τακτική αυτή κάτω από το ρωμαϊκό σπαθί που ήταν τρόπος να κυριαρχήσει πνευματικά και πάλι στον κόσμο. Έλεγε: «είτε υπήρξε ο Χριστός είτε όχι, πρέπει να τον χρησιμοποιούμε». Θεωρούσε την ελευθερία ανάγκη των λίγων που προίκισε η φύση με εξαιρετικά χαρίσματα απέναντι στο πλήθος που αγαπά την ισότητα. Κάθε παιδί προσευχόταν στον εκλεκτό του Θεού: «…γιατί ο Θεός τον έχει προικίσει με χαρίσματα για ειρήνη και για πόλεμο και τον έπλασε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν Του». Όταν με τον Τσάρο μοίραζαν χώρες κι εδάφη ο ένας στον άλλο κι εκείνος του ζήτησε τον Βόσπορο, απάντησε: «Την Κωνσταντινούπολη; Μα αυτό συνεπάγεται την κυριαρχία του κόσμου!».
Έχοντας την Ασία, είπε μια μέρα πως θα νιώσει κυρίαρχος μόνο όταν υπογράψει την συνθήκη της Κωνσταντινούπολης. Άγνωστο είναι το γεγονός, πως ο Στρατηγός Μακρυγιάννης γνώριζε για τον Ναπολέοντα και τα σχέδιά του. Γράφει λοιπόν στα απομνημονεύματά του: «Ο μακαρίτης ο Ναπολέων, ο αυτοκράτορας της Γαλλίας, το καύκημα του κόσμου, διαμέσον του πρέσβυ του τότε Σεμπαστιάνη γράφει του Πατριάρχη εις Κωσταντινόπολη και του λέγει να στείλη να κατηχήση παντού τους χριστιανούς, να είναι ετοιμασμένοι, κι᾿ όταν να είναι καιρός οπού θα κινηθή, να χτυπήσουν κι᾿ αυτείνοι και είναι δικό τους από Κωσταντινόπολη και κάτου, Γουργαριά, Σερβία, Θεσσαλομακεδονία, Ντουράτζο, Αυλώνα και ολόγυρα αυτά τα μέρη, Ρούμελη, Πελοπόννησο και τα νησιά. Του αποκρίθη ο Πατριάρχης ότι ξακολουθεί από καιρό ό,τι του γράφει. Κι᾿ έστειλε και κατηχούσαν. Η κακή τύχη, απότυχε ο μακαρίτης ο Ναπολέων και νεκρώσανε κι᾿ αυτά.». Είπε επίσης ότι «τίμησε την αντρεία και την σοφία του πολέμου».
Ο Κολοκοτρώνης τον αποκαλούσε «Θεό του πολέμου». Αρνήθηκε στους Ρώσους να πολεμήσει εναντίον του. Στ’ απομνημονεύματά του υπαγόρευσε στον Τερτσέτη: «Ἡ γαλλικὴ ἐπανάστασις καὶ ὁ Ναπολέων ἔκαμε, κατὰ τὴν γνώμη μου, νὰ ἀνοίξει τὰ μάτια τοῦ κόσμου. Πρωτύτερα τὰ ἔθνη δὲν ἐγνωρίζοντο, τοὺς βασιλεῖς τοὺς ἐνόμιζαν ὡς θεοὺς τῆς γῆς, καὶ ὅ,τι καὶ ἂν ἔκαμναν, τὸ ἔλεγαν καλὰ καμωμένο. Διὰ αὐτὸ καὶ εἶναι δυσκολότερο νὰ διοικήσεις τώρα λαόν.». Ο Λεμπόν στο βιβλίο «Η Γαλλική Επανάσταση» γράφει πως ο Ναπολέων ονομάστηκε Μέγας 100 χρόνια μετά τον θάνατό του. Ως τότε θεωρείτο σφαγέας.
Αλέξανδρος Καρράς