Ακολουθούν αποσπάσματα από το βιβλίο της Ρένας Σταυρίδη- Πατρικίου «Οι φόβοι ενός αιώνα» από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο»
Η αναζήτηση εθνικιστικών θεωριών και η προβολή ιδεωδών προτύπων για την οργάνωση του εθνικού κράτους βρέθηκαν στο κέντρο των πνευματικών και των πολιτικών ανησυχιών των ελλήνων διανοητών κατά την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα. Παρόμοιες συζητήσεις έγιναν φυσικά και μετά τους Βαλκανικούς, αλλά οι εντελώς νέες συνθήκες που είχαν προκύψει τότε μετέβαλαν το περιεχόμενο των ανησυχιών. Ενώ οι συζητήσεις που είχαν αρχίσει πριν από τους πολέμους είχαν διαφορετική αφετηρία. Πράγματι η δραστηριότητα προς την αναζήτηση μιας κοσμοθεωρίας σημείωσε έξαρση κατά την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα διότι, εκτός των μόνιμων εθνικών ζητημάτων που η λύση τους απαιτούσε ανανέωση της θεωρητικής τους επεξεργασίας, είχε εμφανιστεί, για πρώτη φορά συστηματικά διατυπωμένος, ο σοσιαλιστικός διεθνισμός. Από αυτή την άποψη, η αντίληψη του εθνικισμού που αναζητήθηκε τότε ήταν μια αντίληψη που θα μπορούσε να χρησιμεύσει στο σύνολο των τομέων της ζωής, όπως έκανε και αντίστοιχη σοσιαλιστική, και όχι μόνο στο πρόβλημα της εθνικής ολοκλήρωσης. Ήταν η στιγμή που χρειαζόταν ένα σύστημα πολιτικών ιδεών συνεκτικά οργανωμένο, προκειμένου να χρησιμεύσει ως ανάχωμα όχι απλώς στις φιλελεύθερες αντιλήψεις που περιέβαλλαν το αντιπροσωπευτικό σύστημα, αλλά στη νέα απειλή την οποία αποτελούσαν οι ιδέες που πλαισίωναν τον σοσιαλιστικό διεθνισμό.
Ο σημαντικότερος πολέμιος του σοσιαλιστικού διεθνισμού και εκφραστής του εθνικισμού θεωρήθηκε ο Ίων Δραγούμης. Ο Δραγούμης απάντησε στις σοσιαλιστικές θεωρίες, έτσι όπως διατυπώθηκαν κυρίως από τον Γ. Σκληρό κατά την διετία 1907-1909 και πρόλαβε ένα ιδεώδες ελληνοκεντρικό μοντέλο κρατικής και πολιτισμικής οργάνωσης. Επίσης μίλησε απαξιωτικά για την φιλελεύθερη Δύση και ιδιαίτερα για την Γαλλία, ενώ ταυτόχρονα είχε ως πρότυπο μια εμβληματική μορφή του γαλλικού εθνικισμού τον Μωρίς Μπαρρές (1862-1923). Η αντίληψη περί εθνικισμού του Δραγούμη διαμορφώθηκε με βάση το λογοτεχνικό του έργο, το έργο του ως πολιτικού και την γενικότερη εθνική δράση του.
Η γενικότερη παραδοχή περί Δραγούμη ως στοχαστή του εθνικισμού στηρίχθηκε στο σύνολο των κειμένων του, μια και ο χαρακτηρισμός των έργων του είναι αρκετά δυσχερής: υπάρχουν λογοτεχνικά κείμενα με θεωρητικό και πολιτικό περιεχόμενο, υπάρχουν θεωρητικά και πολιτικά κείμενα με λογοτεχνική μορφή κ.ο.κ. Εδώ ας σημειώσουμε ότι από το σύνολο του έργου που έχουμε υπόψη μας ένα μεγάλο μέρος δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του, κυρίως από τον αδελφό του. Σ’ αυτό το έργο περιλαμβάνονται κείμενα και σημειώσεις στα οποία δεν πρόλαβε ή δεν θέλησε να δώσει τελική μορφή. Εξάλλου, εκτός από αυτά τα ανολοκλήρωτα κείμενα, δημοσιεύτηκαν μεταθανάτια και γραφτά ιδιωτικού χαρακτήρα, όπως ημερολόγια και επιστολές.
Έτσι θα μπορούσε να πεις κανείς ότι σήμερα γνωρίζουμε πολύ περισσότερες σκέψεις και ιδέες του Δραγούμη από ό,τι γνώριζαν οι σύγχρονοί του. Το αποτέλεσμα όμως παραμένει το ίδιο: τα κείμενα που ο Δραγούμης είχε δημοσιεύσει, όσο ζούσε, συγκροτούσαν μια θεωρία περί εθνικισμού. Όμως στα κείμενα αυτά δεν είχε αποκαλύψει δύο βασικά πράγματα, που εμείς τα γνωρίζουμε από γραφτά που δημοσιεύτηκαν μετά το θάνατό του, ενώ οι σύγχρονοί του τα αγνοούσαν. Το πρώτο ήταν οι πηγές της έμπνευσής του. Πράγματι οι σύγχρονοί του δεν γνώριζαν, όσο ζούσε, ότι στη ρίζα των ελληνοκεντρικών ιδεών του βρίσκονταν το έργο και η δράση ενός γάλλου πολιτικού και στοχαστή, του Μωρίς Μπαρρές. Το δεύτερο ήταν οι αντιφατικές σκέψεις που είχε ως προς τις ιδέες του περί ιδεώδους νεοελληνικού πολιτισμού. Καθώς είδαμε, είχε γράψει στο ημερολόγιό του expressis verbis πως η ελληνική κουλτούρα δεν άξιζε «δυο παράδες». Πράγμα που σήμαινε πως, αν δεν ήταν βαθύτατα διχασμένος, είχε τουλάχιστον σοβαρές αμφιβολίες για την θεωρία του.
Σε αυτά τα κείμενα δεν υπάρχει καμία μνεία του Μπαρρές. Αλλά ούτε στα πιο «λογοτεχνικά», όπως στο Μαρτύρων και Ηρώων αίμα (1904) και στη Σαμοθράκη (1911). Και όμως δεν υπάρχει κανένας κριτικός που να αμφιβάλλει για την επίδραση που άσκησε στον Δραγούμη ο Μωρίς Μπαρρές και το έργο του.
Θυμίζω ότι ο Μωρίς Μπαρρές (1862-1923) υπήρξε από τους πιο σημαντικούς –αν όχι ο σημαντικότερος- θεωρητικούς θεμελιωτές του γαλλικού εθνικισμού, συγγραφέας λογοτεχνικών και θεωρητικών έργων, όπως κι ο Δραγούμης, με πολιτική δράση και πολιτική σταδιοδρομία, όπως κι ο Δραγούμης. Τέλος, όπως κι ο Δραγούμης, ήταν στενά συνδεδεμένος, με περιοχές που ζούσαν υπό ξένο ζυγό: ο Δραγούμης κατάγεται από την Μακεδονία, ο Μπαρρές γεννήθηκε στην Λοραίνη το 1862. Ήταν, δηλαδή, εννέα ετών όταν μετά την ήττα της Γαλλίας το 1871 η Γερμανία προσαρτά την Αλσατία και τη Λοραίνη.
Πράγματι όλοι ανεξαιρέτως οι αναλυτές του λογοτεχνικού έργου του Δραγούμη –όπως είπαμε η διαφορά μεταξύ λογοτεχνικού και θεωρητικού είναι δυσδιάκριτη και στους δύο συγγραφείς- κάνουν την σύνδεση με τον Μπαρρές. Η σύνδεση αυτή αρχίζει να καταγράφεται από το 1927. Αυτό βέβαια δεν γίνεται τυχαία: το 1926 είχε κυκλοφορήσει, με επιμέλεια του αδελφού του Φίλιππου, το έργο του Ίωνα Δραγούμη Το μονοπάτι, ανέκδοτο ως εκείνη τη στιγμή. Σ’ αυτό περιγράφει τη σχέση του, την προσωπική και την πνευματική, με τον Γάλλο πολιτικό και συγγραφέα. Τον είχε συναντήσει και του είχε κάνει μεγάλη εντύπωση στα 1900, όταν ο Μπαρρές είχε έρθει στην Ελλάδα. Πιθανότατα ο Δραγούμης είχε μιλήσει στους φίλους του για την έλξη που του ασκούσε το έργο του Γάλλου συγγραφέα και στοχαστή –αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τις αλληλογραφικές μαρτυρίες που διαθέτουμε- αλλά δεν είχε δημοσιεύσει ποτέ τις σκέψεις του.
Όμως τόσο οι θεωρητικές αναζητήσεις όσο και οι σχετικές συσπειρώσεις δυνάμεων εμφανίζονται όταν οι δυνάμεις αυτές αισθανθούν απειλούμενες. Όπως ο Μπαρρές, έτσι κι ο Δραγούμης θα προχωρήσει στην απόπειρα κατασκευής ενός θεωρητικού σχήματος την ώρα που θα γίνει ορατή η απειλή του σοσιαλιστικού διεθνισμού. Στον ήδη υπάρχοντα κίνδυνο που απορρέει, κατά την αντίληψή τους, από την ανικανότητα και την παρακμή του φιλελεύθερου κοινοβουλευτικού καθεστώτος θα προστεθεί κι ο κίνδυνος που απορρέει από το σοσιαλισμό, και ιδιαίτερα από την διεθνιστική του προοπτική.
Γράφει ο Γιάννης Κορδάτος: «Ήταν όπως είπαμε εθνικιστής και συντηρητικός, δεν ήταν όμως συντηρητικός από εκείνους που η σκέψη τους έχει αποστεωθεί (…). Ο πόλεμος τελείωσε με επίλογο όχι μόνο την ήττα της Γερμανίας αλλά και με τη γερμανική εργατική επανάσταση, ενώ η Αυστροουγγαρία διαλύονταν. Τα γεγονότα αυτά δεν άφησαν ασυγκίνητο τον Ίωνα Δραγούμη (…). Ο κρατικός σοσιαλισμός, έλεγε, που τον είχαν διακηρύξει σαν αποτελεσματικό φάρμακο κατά της κοινωνικής ανισότητας και αθλιότητας μερικοί Γερμανοί οικονομολόγοι, ήταν εκείνο που χρειαζόταν στην Ελλάδα.»
(Γιάννης Κορδάτος «Ο πατριώτης και ο πολιτικός», περιοδικό Νέα Εστία, τ. 342 1941 σελ. 259)
Και ο Νίκος Γιαννιός στο ίδιο αφιέρωμα: «Στάθηκε ο θεωρητικός απολογητής του ελληνικού εθνικισμού (…). Ωστόσο ήταν κι “Ευρωπαίος”, είχε περάσει δηλαδή, από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, κι ως τέτοιος δε φοβότανε τις νέες ιδέες, λ.χ. τον σοσιαλισμό. Αφοσιωμένος όμως σ’ ότι ντόπιο, και πιστεύοντας πως αληθινό είναι μόνο κάτι που πηγάζει από τις ίδιες τις δυνάμεις του έθνους θεωρούσε τους σοσιαλιστές για “ξενότροπες μαϊμούδες”».
(Νίκος Γιαννιός, «Ο Δραγούμης κι ο σοσιαλισμός, περ. Νέα Εστία, τ. 342 1941, σελ. 260)
‘Οπως είδαμε, οι υπερπατριωτικές αντιλήψεις του Μωρίς Μπαρρές υιοθετήθηκαν και διαδόθηκαν, κυρίως μέσα από το έργο του Ίωνα Δραγούμη, και ως προς τη μορφή και ως προς το περιεχόμενο. Μια από τις πιθανές εξηγήσεις είναι η αντιστοιχία που καθιερώθηκε στις πολιτικές αναλύσεις της εποχής, ανάμεσα στη γαλλική ήττα του 1870 και την ελληνική ήττα του 1897. Οι συνέπειες των δύο εθνικών καταστροφών περιγράφηκαν και διατυπώθηκαν, τόσο λογοτεχνικά όσο και πολιτικά, με πολύ συγγενικό τρόπο.
Μπορείτε να γνωρίσετε το πνεύμα του Maurice Barrès διαβάζοντας το βιβλίο «Η γη και οι νεκροί» από τις εκδόσεις «Νέα Γενεά»