
Κορυφαίος Έλληνας μουσουργός. Θεωρείται ο δημιουργός της Εθνικής Σχολής, καθώς επιδίωξε να συνθέσει τη λόγια μουσική με την ελληνική ταυτότητα. Το δημοτικό τραγούδι και η ελληνική παράδοση, σε συνδυασμό με τις τεχνικές σύνθεσης της Δύσης, διαμόρφωσαν το ύφος του.
Γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 14 Δεκεμβρίου 1883. Σπούδασε μουσική στην γενέτειρά του, την Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα και τη Βιέννη. Από το 1906 έως το 1910 έζησε στο Χάρκοβο της Ουκρανίας, όπου δίδαξε πιάνο στο Λύκειο Ομπολένσκι και γνώρισε από κοντά τη ρωσική εθνική σχολή.
Το 1908 πραγματοποιεί την πρώτη του εμφάνιση στην Αθήνα ως συνθέτης, σε μια ιστορική συναυλία στο Ωδείο Αθηνών στις 11 Ιουνίου. Το γραμμένο στη δημοτική γλώσσα πρόγραμμα της συναυλίας δημιουργεί αίσθηση και αναγνωρίζεται ως το μανιφέστο της Εθνικής Σχολής. Επηρεασμένος από το κίνημα της ρωσικής μουσικής σχολής είναι υπέρμαχος μιας εθνικής μουσικής «βασισμένης από τη μια μεριά στη μουσική των αγνών μας τραγουδιών μα και στολισμένης από την άλλη με όλα τα τεχνικά μέσα που μας χάρισεν η αδιάκοπη εργασία των προοδευμένων στη μουσική λαών και πρώτα πρώτα των Γερμανών, Γάλλων, Ρώσων και Νορβηγών». Ο Καλομοίρης συνδέθηκε με το κίνημα του δημοτικισμού, καθώς και με μεγάλες πνευματικές προσωπικότητες της εποχής του, όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Άγγελος Σικελιανός και ο Νίκος Καζαντζάκης.
Η μουσική του Καλομοίρη ενσωματώνει πολλά βαγκνερικά στοιχεία (ατέρμονη μελωδία, εξαγγελτικά μοτίβα), αλλά και τη χρήση κλιμάκων του δημοτικού τραγουδιού, προσαρμοσμένων πάντοτε στο συγκερασμένο ευρωπαϊκό σύστημα. Το έργο του χαρακτηρίζεται από έντονη πληθωρικότητα και ενορχηστρωτικό όγκο. Υπήρξε πολυγραφότατος και συνέθεσε 222 έργα (ορχηστρική μουσική, όπερες, έργα για φωνή και ορχήστρα, κύκλους τραγουδιών και μουσική δωματίου). Υπήρξε εχθρικός προς την ιταλική όπερα και τους Ιόνιους συνθέτες, αλλά και στα σύγχρονα ρεύματα του εξπρεσιονισμού και της ατονικής μουσικής.
Σημαντικά έργα του θεωρούνται οι όπερες «Ο Πρωτομάστορας» (1915), αφιερωμένη στο «Πρωτομάστορα της Μεγάλης Ελλάδος» Ελευθέριο Βενιζέλο και το «Δαχτυλίδι της Μάνας» (1917), η «Συμφωνία της Λεβεντιάς» (1929), με την ενσωμάτωση Βυζαντινών Ύμνων και ο κύκλος τραγουδιών «Μαγιοβότανα» (1912-1913) σε ποίηση Κωστή Παλαμά.
Ο Μανώλης Καλομοίρης, πέρα από το συνθετικό του έργο, σφράγισε με την παρουσία του όλους του τομείς της μουσικής. Έγραψε μουσικοπαιδαγωγικά βιβλία, ίδρυσε το Ελληνικό Ωδείο και στη συνέχεια το Εθνικό Ωδείο, δημιούργησε δικό του μελοδραματικό θίασο ελλείψει κρατικής σκηνής, υπήρξε επιθεωρητής των στρατιωτικών Μουσικών (τον απέλυσε το 1936 ο Μεταξάς, επειδή παρακολούθησε την κηδεία του Ελευθέριου Βενιζέλου), συνεισέφερε στην ίδρυση της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, έγραψε κριτικές και άρθρα σε εφημερίδες και αγωνίστηκε με σθένος για τα δικαιώματα των μουσικών. Το αποκορύφωμα της τέχνης του ήταν η αναγόρευσή του σε ακαδημαϊκό στις 8 Ιουνίου 1946 και έγινε ο πρώτος μουσικός που πέρασε την πόρτα της Ακαδημίας Αθηνών.
Ερχόμενος στην Ελλάδα διορίζεται καθηγητής πιάνου και ανώτερων θεωρητικών στο Ωδείο Αθηνών. Σκοπός του ήταν η δημιουργία μιας “εθνικής σχολής” στα πρότυπα ανάλογων κινημάτων από άλλες χώρες, η οποία θα συνδύαζε τον γερμανικό ρομαντισμό με ελληνικά μοτίβα. Παράλληλα, κατηγορούσε την Επτανησιακή Σχολή για “ιταλισμό” και για μη χρήση ελληνικών θεμάτων, δημιουργώντας ρήξη μεταξύ της Εθνικής και Επτανησιακής Σχολής. Ακολούθησε μια πλούσια μουσική δημιουργία όπου ο Καλομοίρης αντλεί τις εμπνεύσεις του από τη δημοτική νεοελληνική ποίηση κυρίως του Κωστή Παλαμά.
Το 1919 ίδρυσε το Ελληνικό Ωδείο που διεύθυνε μέχρι το 1926 όταν ίδρυσε το Εθνικό Ωδείο που διεύθυνε μέχρι το τέλος σχεδόν της ζωής του. Επίσης το 1919 διορίσθηκε γενικός Επιθεωρητής, Αρχιμουσικός, σε όλες τις στρατιωτικές μπάντες Αθηνών. Από τότε όμως παράλληλα με τη συνθετική του εργασία αναπτύσσει ένα τεράστιο παιδαγωγικό έργο σφραγίζοντας κάθε πτυχή της μουσικής ζωής του τόπου. Το 1945 εκλέγεται μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Εκτός των άλλων τιμήθηκε και με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών (1919). Πέθανε στην Αθήνα το 1962.
Ασχολήθηκε συστηματικά με την εκπαίδευση (ήταν ο ιδρυτής του «Ελληνικού» και του «Εθνικού Ωδείου»). Σε μια εποχή που μουσική παιδεία υπήρχε μόνο στην Αθήνα και τα προγράμματα του Ωδείου Αθηνών γράφονταν μόνο στα γαλλικά, ίδρυσε ωδεία σε όλη την Ελλάδα, έγραψε μουσικοπαιδαγωγικά έργα στη δημοτική και για τις ελληνικές ανάγκες. Πλήθος κορυφαίων μουσικών πέρασαν από το Εθνικό Ωδείο: από τη Μαρία Κάλλας και τον Μιλτιάδη Καρύδη μέχρι τον Δημήτρη Δραγατάκη και τον Φίλιππο Τσαλαχούρη. Για πολλές δεκαετίες η συντριπτική πλειοψηφία των τραγουδιστών της Λυρικής Σκηνής προέρχονταν από το Εθνικό Ωδείο.
Όπερες
«Πρωτομάστορας», σε λιμπρέτο του Ν. Καζαντζάκη 1915 βασισμένο στο δημοτικό ποίημα «Το γιοφύρι της Άρτας». Πρώτη παράσταση 11 Μαρτίου 1916, ηχογράφηση: 1990, Χατσατουριάν, Ορχήστρα Σοβιετικής Κινηματογραφίας.
«Το δαχτυλίδι της μάνας»: το δεύτερο μουσικοδραματικό έργο του Μανώλη Καλομοίρη, γράφτηκε το 1917 και επεξεργασία του έγινε το 1939. Ηχογράφηση: 1983, Δάρας, Φιλαρμονική Σόφιας. Ο συνθέτης το ονομάζει μουσικόδραμα σε τρία μέρη και είναι εμπνευσμένο από το ομώνυμο δράμα του Γιάννη Καμπύση. Το λιμπρέττο έγραψε ο ποιητής Γιώργος Στεφόπουλος, που υπογράφει ως Άγνης Ορφικός. Το σπαρτίτο του έργου εκδόθηκε το 1937 από τον εκδοτικό οίκο Γαϊτάνου και συνοδεύεται από εισαγωγικό σημείωμα του συνθέτη σχετικά με την ιστορία της δημιουργίας του έργου, την υπόθεση του έργου η οποία παρατίθεται όχι μόνο στην ελληνική αλλά και στην ιταλική, γαλλική και γερμανική γλώσσα). Σημειώνεται ότι το έργο αυτό είναι ένα από εκείνα που εκτελέστηκαν και εκτός Ελλάδας όπου το 1940 ανεβάστηκε στη Λαϊκή Όπερα του Βερολίνου.
«Ανατολή» (με βάση μονόπρακτο του Γ. Καμπύση 1945)
«Τα ξωτικά νερά» σε δικό του λιμπρέτο, βασισμένο σε ένα ποίημα του W. B. Yeats, 1950.
«Κωνσταντίνος Παλαιολόγος» (βασισμένο στο ομώνυμο έργο του Νίκου Καζαντζάκη. Πρόκειται για το τελευταίο έργο του Καλομοίρη που το ολοκλήρωσε το 1961, δύο περίπου χρόνια μετά τη δήλωσή του ότι εγκαταλείπει τη σύνθεση. Γράφει σχετικά στο ημερολόγιό του:
«29 του Σταυρού 1958
Απόψε κλείδωσα στο συρτάρι μου τα χειρόγραφα και τα σκίτσα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Δεν νοιώθω πια τις δυνάμεις μου για να βγάλω πέρα ένα τέτοιο έργο. Στέρεψεν η παγά λαλέουσα. Και έπειτα, pourquoi et pour qui?»
(Μ. Καλομοίρης: Η ζωή μου και το έργο μου, σελ. 172. Εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1988)
Παραδίδοντας το τελευταίο του αυτό έργο το συνόδευσε με το παρακάτω κείμενο:
«…Πιστεύω πως μέσα στον Παλαιολόγο έκλεισα όλους τους ψαλμούς και τους χυμούς της γέρικης καρδιάς μου, σαν το παλιό δένδρο που, πριν φύγει για πάντα και γείρει τους κλώνους του να πέσει στη μαύρη γης, θέλει να ανθίσει μια τελευταία φορά και να χαρίσει στον κάμπο τη στερνή του ευωδία και τα τελευταία του φύλλα. Γι’ αυτό αντικρίζω τη μουσική του Παλαιολόγου με κάποιο δέος, ξέροντας πως είναι το στερνό μου τραγούδι…»
(Eφημερίδα «Το Βήμα», 1/7/2001, ένθετο «Το άλλο Βήμα», σ. 10)
Ο Μανώλης Καλομοίρης έφυγε από τη ζωή στις 3 Απριλίου του 1962, χωρίς να προλάβει να ακούσει το λυρικό του έργο «Κωνσταντίνος Παλαιολόγος» (1961), η πανελλήνια πρώτη του οποίου δόθηκε στις 12 Αυγούστου 1962 στο Ηρώδειο.
[youtube https://www.youtube.com/watch?v=jRodKjGZzhI&w=1349&h=480]
«Στον Κωστή Παλαμά τη Συμφωνία αυτή αφιερώνω.»
Μανώλης Καλομοίρης