
Άρθρο του μεγάλου Έλληνα μουσικού, Μανώλη Καλομοίρη, που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 340 (1941) της «Νέας Εστίας». Το τεύχος αποτελούσε αφιέρωμα στον Εθνικό Κυβερνήτη ο οποίος είχε πεθάνει λίγο καιρό πριν.
Η μεγάλη και βαρειά απώλεια, που θρηνεί όχι μόνον όλη η Ελλάς, αλλά και όλος ο πολιτισμένος κόσμος, η απώλεια του Εθνικού μας Κυβερνήτη, συνεκλόνησε εντελώς ξεχωριστά τους ανθρώπους των γραμμάτων, των τεχνών και της μουσικής.
Γιατί το μεγάλο, πολύτροπο και πολύμορφο δημιουργικό και αναπλαστικό έργο του Ιωάννου Μεταξά, παρουσιάζει τόσες πολύχρωμες αναλαμπές, τόσες φωτερές αχτίδες, ώστε να φωτίζουνε κάθε απόχρωση, κάθε κλάδο της σύγχρονης μας πνευματικής και υλικής ζωής.
Η νέα Ελληνική τέχνη, σε όλες της τις μορφές, βρήκε την πιο στοργική φροντίδα όχι μόνο από το δυνατό Κυβερνήτη, αλλά και από τον άνθρωπο τον ασύγκριτο σε πραότητα και αγάπη, που τη φανέρωνε σε κάθε εργάτη, σε κάθε αγωνιστή της τέχνης της Ελληνικής.
Έτσι, μέσα στα πέντε σχεδόν χρόνια πού ο Ιωάννης Μεταξάς οδηγούσε τον Ελληνικό λαό στα πεπρωμένα του, τα γράμματα, το θέατρο, οι καλές τέχνες, η μουσική, είδανε να πραγματοποιούνται τα περισσότερο από τα τολμηρότερά τους όνειρα. Δεν μου επιτρέπει ο χώρος, αλλά δεν είμαι και ο αρμόδιος να επεκταθώ και να αναλύσω της κολοσσιαία και μεγίστης σημασίας εργασία που έγινε στους διαφόρους κλάδους των γραμμάτων και των τεχνών υπό την έμπνευση και την οδηγία του Ιωάννου Μεταξά. Θεωρώ όμως ιερό μου καθήκον να πω δυο λόγια για το τι προσέφερε ειδικώτερα στη μουσική ζωή του τόπου.
Πραγματοποίησε μερικά από τα πιο ζωτικά και τα πιο επιτακτικά για τη μουσική μας πρόοδο ζητήματα, που χωρίς την πραγματοποίησή τους η μουσική μας μαραινόταν και έφθινε κάθε μέρα.
Έτσι, η ίδρυση του Ραδιοφωνικού Σταθμού, εκτός από την όλως εξαιρετική κοινωνική και πολιτική της σημασία, αποτελεί, όπως μάλιστα εξελίσσεται υπό τη σημερινή του διεύθυνση, αληθινή ευεργεσία για το μουσικό μας κόσμο. Ταλέντα που έμεναν αγνοημένα ή περιφρονημένα στο περιθώριο, βρίσκουνε σήμερα, χάρη στο Ραδιοφωνικό μας Σταθμό, την ευκαιρία να γνωρίσουνε στο μεγάλο κοινό την τέχνη τους και να την εξασκούν έξω από το στενό κύκλο της άγονης διδασκαλίας, όπου ως χθες αναγκαστικά την περιώριζαν.
Η Ελληνική μουσική από το απλό λαϊκό και δημοτικό τραγούδι ως τη σοβαρώτερη μουσική δημιουργία, κατέχει τη θέση που της πρέπει στα προγράμματα και τις εκτελέσεις του σταθμού μας. Οι Έλληνες συνθέτες έχουν έτσι την ευκαιρία να ακούνε τα έργα τους και να εξελίσσονται και να προοδεύουν. Παράλληλα με το Σταθμό μας προσετέθη ένα άλλο πολύτιμο στοιχείο για την ολοκλήρωση της μουσικής μας ζωής: Η ίδρυση της Λυρικής Σκηνής του Βασιλικού Θεάτρου. Η Λυρική μας Σκηνή άρχισε να δημιουργεί ένα σύνολο, που αποβαίνει κάθε μέρα και πιο τέλειο, και μας κάνει να αποβλέπουμε με απόλυτη εμπιστοσύνη το μέλλον της.
Εξ άλλου, η Συμφωνική μας Ορχήστρα βρήκε επίσης τη μεγάλη στοργική μέριμνα του Κυβερνήτη. Τα μέλη της μονιμοποιήθηκαν, και σήμερα, ύστερ’ από τόσα χρόνια, η πρωτεύουσα έχει τέλος μια πραγματικά μόνιμη συμφωνική οργάνωση, που συνεχίζει το έργο της συστηματικά και χωρίς οικονομικά προσκόμματα.
Αν σ΄ αυτά προσθέσουμε το τι έχει γίνει σε οργανώσεις φιλαρμονικών χορωδιών και ορχηστρών από τη Διοίκηση Πρωτευούσης, καθώς και στις άλλες πόλεις του Κράτους και τη Νεολαία, θα δούμε ότι μέσα στην τελευταία πενταετία οι μουσικοί, όπως άλλωστε οι ζωγράφοι ή οι ηθοποιοί, δέχθηκαν την ευεργετικώτατην επίδραση της θερμουργού πνοής του Ιωάννου Μεταξά. Και η μνήμη του θα μένει πάντα βαθειά χαραγμένη μέσα στην ψυχή και την καρδιά τους.
Όμως, αν αυτά είναι τα κύρια σημεία της νέας ζωής που ενεφύσησε στον καλλιτεχνικό και μουσικό κόσμο ο Αρχηγός που θρηνεί όλη η Ελλάς, πώς να μην αναπολήσω με βαθειά συγκίνηση τις χίλιες μικρολεπτομέρειες του ενδιαφέροντός του για κάθε μουσική εκδήλωση, και τη βαθειά του αγάπη για τη μουσική και τους εργάτες της;
Πώς να μη βλέπω πάντα με τα μάτια της ψυχής μου τη σεβαστή του μορφή να παρακολουθεί από το θεωρείο του θεάτρου «Ολύμπια» τις μελοδραματικές παραστάσεις, και με απέραντη καλωσύνη και επιείκεια να κρίνει τους νέους καλλιτέχνες που μια μέρα θα απαρτίζανε τον πυρήνα της σημερινής δημιουργικής εργασίας του Βασιλικού μας Λυρικού Θεάτρου;
Πώς να μην έχω στ’ αυτιά μου τη φωνή του και τις βαθυστόχαστες γνώμες του, για τη δημοτική μας μουσική ή για την Ελληνική μουσική μας δημιουργία, όταν μέσα στις τόσες του ασχολίες ο Πρόεδρος εύρισκε τον καιρό να παρακολουθεί στοργικά την παραγωγή και την προσπάθεια των Ελλήνων μουσουργών;
Και πώς να μη συγκινούμαι όταν αναλογίζομαι το ενδιαφέρον και την καλωσύνη που επέδειξε όταν επρόκειτο, πριν από ένα χρόνο, να εκτελεσθεί στο εξωτερικό ένα ελληνικό μελόδραμα, και τη χαρά που εξεδήλωσε ύστερ’ από την επιτυχία του;
Και αν τον Ιωάννη Μεταξά τον θρηνούμε όλοι για όσα μεγάλα, για όσα ωραία, για όσα δοξασμένα ειργάσθη για την Ελλάδα μας, εμείς οι μουσικοί όλως ιδιαιτέρως τον κλαίμε και θα τον κλαίμε με τους γλυκύτερους φθόγγους της Ελληνικής Αρμονίας, γιατί κοντά στ’ άλλα εχάσαμε κι ένα βαθύ, έναν αληθινό φίλο και παραστάτη της αιωνίας και ακατάλυτης Ελληνικής Μούσας.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΛΟΜΟΙΡΗΣ
Πρόεδρος των Ελλήνων Μουσουργών