
Γράφει ο Χρίστος Γούδης
Ο κύβος ερρίφθη. Για πέντε ακόμη χρόνια ο Μακαρόν (Μακρόν τον προφέρουν οι Γάλλοι) θα είναι ο άρχων των Ηλισ(θ)ίων Πεδίων, «Γάλλος για όλους τους Γάλλους», όπως τον θέλησε σήμερα (11 Απριλίου 2022) το σαρδάμ μιας τηλεπαρουσιάστριας, τη στιγμή που μια άλλη συνάδελφός της επί των τεκταινόμενων στην Ουκρανία εμφανίζει μια συνεχή επιμήκυνση της προεξάρχουσας μύτης της επί ημερησίας βάσεως, δικαιώνοντας την πρώτη διδάξασα μαριονέτα, τον παιδικό (και όχι μόνον) φίλο μας, τον Πινόκιο.
Σήμερα πάντως τα σημαντικά νέα δεν είναι οι δηλώσεις της γερμανίδας υπουργού των εξωτερικών Αγλαΐας μπερ Μποκ (το «μποκ» είναι τουρκική λέξη, λέτε να είναι τουρκάλα την καταγωγή;) τις σχετικές με την πρόθεσή της να στείλει μεταχειρισμένα γερμανικά τανκς στον «Ζελέ»-νσκι (θα χρειασθούν βέβαια γρασάρισμα, αλλά αυτός εικάζω ότι διαθέτει εν αφθονία τέτοιου είδους παχύρρευστες ουσίες). Σήμερα τα νέα μάς έρχονται από την σύγχρονη Γαλατία, όπου την πραγματική έκπληξη του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών αποτέλεσε ο, λόγω και φυσιογνωμικής ομοιότητας, Γάλλος Κουτσούμπας, κατά κόσμον Μελαμπσόν (οι Γάλλοι τον προφέρουν Μελανσόν). Και είναι ακριβώς οι σκληροπυρηνικοί οπαδοί του, οι «μελανσοί του Μελανσόν» (το ένα τρίτο περίπου των χθεσινών ψηφοφόρων του) που αναμένεται να δώσουν την νίκη στον «πρόεδρο των πλουσίων» κατά τον δεύτερο γύρο της 24ης Απριλίου 2022. Ως γνωστόν ο πρόεδρος Μακ(α)ρόν ηγείται του «μεσαίου χώρου», γευόμενος de jure εκ φύσεως την πολιτική «γλύκα του μεσαίου», αυτού του απροσδιόριστου πολιτικού πολτού που κινείται με μπούσουλα την πολυεθνική σύνθεση της σημερινής Φραγκιάς.
Οι υπόλοιποι μισοί Γάλλοι θα πρέπει να περιμένουν λίγο ακόμη, μέχρις ότου οι κυρώσεις που επεβλήθησαν στον τσάρο της Ρωσίας κάνουν το σύνολο του λαού της Γαλλίας (όπως και της λοιπής «δημοκρατορικής» Ευρώπης) να βγει στους δρόμους από την πείνα, και να κατακλείσει εκ νέου την Βαστίλη, με τους επερχόμενους Γκιγιοτέν να ακονίζουν τις γκιλοτίνες τους. Μέχρι τότε οι «Άθλιοι» του Βίκτωρος Ουγκώ θα συνεχίζουν να εξαθλιώνονται, ωθώντας τον κάθε Γιάννη Αγιάννη να κλέβει τη φρατζόλα από τους φούρνους, ελλείψει παντεσπάνι, και τον κάθε Ιαβέρη του συστήματος να προσπαθεί να τον εξοντώσει. Όμως, «ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης». Η «πείνα» του Κνουτ Χάμσουν θα αποδειχθεί ο ύστατος κριτής.