
Γράφει ο Αλέξανδρος Καρράς
«Δεν είμαστε ούτε μοναρχικοί αντιδραστικοί ούτε λαϊκιστές αντιδραστικοί» Jose Antonio Primo de Rivera
Απευθυνόμενος προς τη Βουλή κάνοντας μια αξιολόγηση της δικτατορίας και υποστηρίζοντας την ανάγκη για μια εθνική επανάσταση στις 6 Ιουνίου του 1934, ο Jose Antonio Primo de Rivera δήλωσε:
«Αν το σοσιαλιστικό κόμμα αφοσιωθεί μια μέρα στο εθνικό πεπρωμένο, και, ομοίως, αν η δημοκρατία, με τις εθνικές αξιώσεις της, αποκτήσει κάποια μέρα σοσιαλιστική ουσία, εκείνη τη μέρα δεν θα χρειαστεί να ξαναχαιρετήσουμε με υψωμένο το χέρι, ούτε θα χρειαστεί να ξαναμείνουμε ακάλυπτοι στους πετροβολισμούς ή, ακόμα χειρότερα, να μας παρεξηγούν·
εκείνη τη μέρα, τη μέρα που η Ισπανία θα ανακτήσει την αποστολή της που αποτελείται από αυτά τα δυο πράγματα μαζί, οι περισσότεροι από εμάς, πιστέψτε με, θα γυρίζαμε ησύχως στα
διάφορα επαγγέλματά μας».
Ο Jose Antonio πρότεινε μια σύνθεση στοιχείων της Δεξιάς και της Αριστεράς, κυρίως εκείνων των σημαντικών πολιτικών θέσεων και ιδεών που η Δεξιά κι η Αριστερά χάριζαν η μία στην άλλη οδηγούμενες σε ατέλεια. Στόχος και σκοπός ήταν η εθνική ενότητα. Τα ακόλουθα λόγια εκφώνησε απευθυνόμενος στο Φοιτητικό Συνδικάτο στις 21 Ιανουαρίου του 1935 στην περιοχή Βαγιαδολίδ:
«Η λύση ενάντια στα κακά της διάλυσης αποτελείται από την προσπάθεια ανεύρεσης άλλης μιας ενωτικής έννοιας, θεωρώντας την Ισπανία αδιαίρετη, ως μια αρμονική σύνθεση που βρίσκεται πάνω από κάθε διαμάχη ανάμεσα στις περιοχές, στις τάξεις ή στα κόμματα. Ας μην στραφούμε προς τη Δεξιά, η οποία για χάρη προτιμήσεως μιας πολιτικής αρχιτεκτονικής ξεχνά την πείνα των μαζών, ούτε προς την Αριστερά, που στην προσπάθεια να λυτρώσει τις μάζες τις οδηγεί μακριά από το εθνικό πεπρωμένο τους. Θέλουμε να ανακτήσουμε ένα μοναδικό εθνικό πεπρωμένο και μια βαθύτατη κοινωνική δικαιοσύνη, δυο πράγματα που είναι αδιαχώριστα το ένα από το άλλο. Και αφού πέσαμε πάνω σε εμπόδια που αντιστέκονται στην εκπλήρωση αυτού του σκοπού, είμαστε αποφασισμένοι επαναστάτες για να τα καταστρέψουμε».
Συνεπώς, η ιδεολογία του Jose Antonio ήταν απλώς ένα μέσο ενάντια στη Δεξιά και την Αριστερά με αποκλειστικό σκοπό και στόχο την ενοποίηση του ισπανικού έθνους ανεξαρτήτως πολιτεύματος, χωρίς φυσικά να απορρίπτει με απολυτότητα την δικτατορία ή τη δημοκρατία για την υλοποίηση του σκοπού αυτού. Επίσης, δεν είχε σκοπό να επαναφέρει τη μοναρχία. Τον Μάιο του 1935 δήλωσε σχετικά:
«Γίναμε μάρτυρες της πτώσης της (της μοναρχίας) με όλα τα συναισθήματα που της άξιζαν· και νιώθουμε απέραντο σεβασμό για τα μοναρχικά κόμματα τα οποία, πιστεύοντας ότι έχει ακόμα μέλλον, ενθαρρύνουν τον κόσμο να αποπειραθεί την αποκατάστασή της. Εμείς όμως, παρόλο που μετανιώνουμε για το χαμό της, και παρόλο που μερικοί από εμάς ίσως να νιώθουν ένα συναισθηματικό δισταγμό να τη βλέπουν να χάνεται ή μια νοσταλγία η οποία είναι άξια σεβασμού, εμείς δεν μπορούμε να παρατάξουμε την φρέσκια ορμή των νεαρών υποστηρικτών μας για την αναβίωση ενός θεσμού που θεωρούμε ότι έσβησε ένδοξα».

Ο Jose Antonio ήταν πέρα από δογματισμούς και ιδεολογικές αγκυλώσεις. Απελευθερωμένος από το ιστορικό παρελθόν της Ισπανίας στόχευε να δομήσει μια πολιτική που, ανεξαρτήτως πολιτεύματος και παλαιών θεσμών, θα οδηγούσε στην ολοκλήρωση του εθνικού πεπρωμένου. Η απόδειξη ότι ο Jose Antonio δεν είχε καμία δογματική πολιτική προκύπτει από εκείνα που είπε στις 6 Ιουνίου του 1934 εντός της Βουλής:
«Ούτε η δικτατορία ούτε η δημοκρατία ούτε κανένα επαναστατικό γεγονός δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, ούτε και δικαιολογήθηκε ποτέ, υπό τους όρους της προηγουμένως ισχύουσας νομιμότητας. Κάθε πολιτικό σύστημα του κόσμου, χωρίς καμία εξαίρεση, γεννήθηκε σε ανοιχτή αντιπαράθεση με την πολιτική τάξη που επικρατούσε· γιατί το μόνο πράγμα που δεν μπορεί να κάνει καμία πολιτική τάξη είναι να φτιάξει διαθήκη και να κληροδοτήσει».
Είχε ασκήσει σκληρή κριτική στο φιλελεύθερο κράτος και είχε συμπεράνει την πραγματικότητα που ισχύει και σήμερα σε μεγάλο βαθμό: «Ο φιλελευθερισμός είπε στους ανθρώπους ότι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, απέτυχε όμως να τους παρέχει την οικονομική τάξη η οποία θα εγγυάτο αυτή την ελευθερία. […] Το κράτος που δεν νιώθει ότι είναι υπηρέτης μιας υπέρτατης ενότητας θα φοβάται συνεχώς μήπως φανεί τυραννικό».
Δεν ήταν υπέρ της επανάστασης και της εξέγερσης απλά και μόνο από ιδεοληψία και φανατισμό, εντόπιζε παθογένειες στη δημοκρατία λόγω της φιλελεύθερης ιδεολογίας που επικρατούσε και που ισχυροποιούσε τον καπιταλισμό και επιβάλλοντας την κοινωνική αδικία. Πιο συγκεκριμένα:
«Θα καταλάβετε αμέσως ότι εγώ ο ίδιος δεν έχω απολύτως κανένα λόγο να θέλω να δω μια επανάσταση στους δρόμους· δεν νομίζω ότι υπάρχει ανάγκη να οργανώσουμε εξεγέρσεις· μου φαίνεται όμως πως αν η δημοκρατία αποτύχει να εφαρμόσει την κοινωνική επανάσταση που είχε υποσχεθεί, αν η κοινωνική επανάσταση δεν εφαρμοστεί ήρεμα και γαλήνια από αυτούς που κυβερνούν, δεν θα υπάρξει καμία δικαιολογία για το γεγονός ότι τα ηνία της κυβέρνησης βρίσκονται αυτή τη φορά στα χέρια της δημοκρατίας»
Όλα τα ανωτέρω μας δείχνουν ότι ο Jose Antonio ήταν ευφυής πολιτικός που δεν άφηνε το συναίσθημα του φανατισμού να τον κυριεύσει. Τα λόγια του είναι το αποκορύφωμα του πολιτικού ρεαλισμού: «Ούτε η σοσιαλδημοκρατία ούτε κάποια απόπειρα να στηθεί ένα απολυταρχικό κράτος χωρίς μια διάνοια αρκούν για να αποτρέψουν την καταστροφή».
Τι καθεστώς και κράτος επιθυμούσε να δημιουργήσει; Ιδού:
«Το δικό μας καθεστώς, το οποίο πρόκειται να γεννηθεί, όπως όλα τα επαναστατικά καθεστώτα, δυσαρεστημένο, με τις διαμαρτυρίες του, με την πικρή αγάπη του για την πατρίδα, θα είναι ένα εθνικό καθεστώς, ελεύθερο από σωβινισμούς και παρακμιακά καλοπιάσματα, άμεσος απόγονος εκείνης της ξεκάθαρης, δύσκολης και αιώνιας Ισπανίας που κρύβεται μέσα στις φλέβες της πραγματικής ισπανικής παράδοσης· θα είναι βαθύτατα κοινωνικό, χωρίς δημαγωγίες, οι οποίες θα είναι εντελώς άχρηστες, αλλά αδιάλλακτα αντικαπιταλιστικό, αδιάλλακτα αντικομμουνιστικό. Θα δείτε πως θα αποκαταστήσουμε την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, πάνω στην οποία θα χτίσουμε την αξιοπρέπεια όλων των θεσμών που, όλοι μαζί, αποτελούν την πατρίδα».
