Ο Πέτρος Ωρολογάς στο βιβλίο του για τον Ίωνα Δραγούμη το 1938 έγραψε τα εξής:
«Πρώτος εργάσθηκε σα στοιχείο «αταξικό» στην Ελλάδα και φάνηκεν έτσι ο πρώτος Έλληνας εθνικοσοσιαλιστής. Κι αν ο θάνατος δεν ερχόταν να σταματήση τη δράση του στην εποχή της ωριμότητας, πιεζόμενος πλέον από την ανάγκη των πραγμάτων, αφού το δικό του ιδανικό θα είχε πεθάνει με την καταστροφή, οδηγούμενος από τη νοοτροπία του, θα είχε κηρυχθή πιθανώτατα, εναντίον των κομμάτων και του κομμουνισμού και θα είχε πάρει τα άλλα δυο ιδανικά: τη Βαλκανική Συνεννόηση και τ’ ολοκληρωτικό κράτος.»
Πράγματι, ο Έλληνας δημοσιογράφος είχε δίκιο για τον Ίωνα Δραγούμη διότι ο ίδιος είχε δηλώσει ταυτότητα ξεκάθαρη, αρχικά στο ημερολόγιό του, πράγμα που τα διάφορα απορρίμματα του βόθρου που μαίνονται εναντίον του και τον συκοφαντούν ασύστολα και ξεδιάντροπα – φανταστείτε στους ζωντανούς τι κάνουν αυτά τα διαταραγμένα ψυχικώς άτομα με το κόμπλεξ καταγωγής – επιμένουν να αποσιωπούν και να αποκρύπτουν. Χρήζουν ψυχιατρικής υποστήριξης και φαρμακευτικής αγωγής αλλά δυστυχώς αυτό το κράτος δεν μεριμνά για την ψυχική υγεία των Ελλήνων πολιτών, αλλά ούτε για την απέλαση των προδοτών. Όταν μιλούσε για Εθνικό Σοσιαλισμό ο Ίων Δραγούμης ο Χίτλερ κι ο Ρόζενμπεργκ δε γνωρίζονταν ακόμα, ενώ ο Γκαίμπελς βολόδερνε μεταξύ πενίας και μαρξισμού. Ας δούμε λοιπόν στις 19 Μαρτίου του 1919 τι έγραφε αρχικώς ο Ίων Δραγούμης:
«Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός σοσιαλιστής. Όλες οι τάξες της κοινωνίας πρέπει να ζήσουν, όλες είναι καταναλώτριες, όχι μόνο οι εργάτες της πολιτείας ή της εξοχής. Αυτοί είναι οι περισσότεροι μα γιατί να μη ζήσουν και οι λιγότεροι;
Αλλά είμαι σοσιαλιστής κατά τούτο, ότι γυρεύω και γω μια καινούρια τάξη πραγμάτων, μια καινούρια οικονομία κοινοτική που να βοηθεί όλους, τους λιγότερους και τους περισσότερους, να ζουν καλά και να υψώνονται όσο μπορούν ηθικά. Δεν είμαι σοσιαλιστής όσο ο σοσιαλισμός ενεργεί για το ισοπέδωμα των ανθρώπων προς τα κάτω. Είμαι σοσιαλιστής όσο ενεργεί για το λυτρωμό των ανθρώπων από τα τωρινά κράτη, τους κεφαλαιοκράτες και τους λοιπούς κυρίους τους, από τους δεσπότες και τυράννους, όσο ενεργεί για την ελευθερία του κάθε ατόμου να μπορεί να ανεβεί όχι κοινωνικά μα ηθικά.
Δεν θέλω ο εργάτης να γίνει εργοδότης, ή κεφαλαιούχος ή επιχειρηματίας. Θέλω να έχει όμως υποφερτή ζωή και να γίνει καλύτερος άνθρωπος, όσο μπορεί, να ανεβεί σε ψηλότερο επίπεδο ηθικό επίπεδο, να νοιώθει την καταγωγή του την εθνική, το έθνος του, τον εαυτό του και τα άλλα έθνη και τους άλλους ανθρώπους, και να νοιώθει την αλληλεγγύη που τον συνδέει με τους ανθρώπους της δικής του κοινωνίας, με τις άλλες κοινωνίες των ανθρώπων και με τα άλλα άτομα κάθε κοινωνίας ανθρώπων. Ο άνθρωπος, όπως και τα άλλα ζώα, είναι «ζώο κοινωνικό» και δεν είναι άτομο. Όσο λαβαίνει βαθύτερη συνείδηση του εαυτού του ο άνθρωπος, τόσο νοιώθει πως δεν είναι άτομο, και υψώνεται σε μια συνείδηση της ανθρωπότητας, καταλαβαίνει την αλληλεγγύη, και ενεργεί σύμφωνά της.
Μα το πρώτο του χρέος είναι να νοιώθει βαθειά τον εαυτό του. Έτσι θα νοιώσει και όλα τα άλλα, όλα τα ανθρώπινα, και έτσι θα γίνει πιο άνθρωπος γιατί θα αισθάνεται και θα ενεργεί στεκόμενος σε ανώτερο επίπεδο.
Θα πεις: και ο κάθε άνθρωπος, και κείνος λοιπόν που δεν έχει βαθειά συνείδηση του εαυτού του, δεν κάνει τάχα το ίδιο; δε σκέπτεται τον εαυτό του και δεν αναγκάζεται σε μιαν αλληλεγγύη με τους άλλους ανθρώπους και να ενεργεί σύμφωνα; Τι περισσότερο ζητάς εσύ ο ιδεολόγος; Ζητώ τη συνείδηση. Αυτό μου φαίνεται πως υψώνει τον άνθρωπο, και τον διακρίνει περισσότερο ακόμη από τα άλλα ζώα. Αλλά φτάνει η συνείδηση, για να υψωθεί ηθικά ένας άνθρωπος, ένας λαός, μια κοινωνία, η ανθρωπότητα; Είναι τάχα αυτή η ίδια η συνείδηση και ύψωση ηθική; Είναι το ίδιο πράμα; Όχι, αλλά η βαθειά συνείδηση δείχνει στον άνθρωπο πως δεν είναι άτομο παρά έχει μιαν αλληλεγγύη με τους άλλους ανθρώπους, κοντινούς του και μακρινούς, ζωντανούς και πεθαμένους, μελλόμενους ακόμη, και αυτή η εικόνα της αλληλεγγύης τον κάνει να νοιώθει τους δεσμούς του και παραδέχεται τις αναποδιές του, τις δυσκολίες του και τα δεσμά του ακόμη, τη μικρότητά του με κάποια φωτεινή γαλήνη, πλαταίνει τον εγωισμό του, τον κάνει επιεικέστερο για τους άλλους και σκληρότερο για τον εαυτό του, τον υψόνει από στενό συμφεροντολόγο σε ασυμφεροντολόγητο άνθρωπο, αγαθότερο για τους άλλους, σημαντικότερο. Και έχοντας πάντα μπροστά του σαν όραμα την εικόνα της αλληλεγγύης, ζώντας μέσα στο φώς της, και ενεργεί πια σύμφωνά της, αναγνωρίζει τα δικαιώματα των άλλων, στεριόνει τον αυτοπεριορισμό και την αυτοκυριαρχία του.
Αυτή η εικόνα της αλληλεγγύης, αποτέλεσμα της συνείδησης, έχει απάνω του αγαθοποιά δύναμη προς τους άλλους και ηθοπλαστική δύναμη για τον εαυτό του, του οργανόνει μια ηθική ανθρώπινη χωρίς ανάγκη επιβολής θρησκευτικής. Αυτή η ίδια αλληλεγγύη καταντά για τους απλοϊκότερους θρησκεία.
Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός σοσιαλιστής. Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός πατριώτης. Από άνθρωπος μιας τάξης με ορισμένα συμφέροντα τάξης, γίνομαι σοσιαλιστής με την πλατειά έννοια, και θέλω μια καινούρια οικονομία της κοινωνίας μου και των άλλων κοινωνιών.
Από στενός πατριώτης, γίνομαι εθνικιστής, με τη συνείδηση του έθνους μου και όλων των άλλων εθνών, γιατί οι διαφορές των εθνών πάντα θα υπάρχουν, και έχω τη συνείδηση τους και χαίρομαι που υπάρχουν αυτές οι διαφορές, που με τις αντιθέσεις τους, με τις αντιλήψεις τους, υψώνουν την ανθρώπινη συνείδηση και ενέργεια.
Από τη στενή αλληλεγγύη, την ασυνείδητη, τη λεγόμενη αλληλοβοήθεια, φτάνω στην έννοια της αληθινής της πλατειάς αλληλεγγύης, της ανθρώπινης, και ζω και ενεργώ σύμφωνά της. Άμα φτάνω στην κατανόηση αυτής της ανθρώπινης αλληλεγγύης, άμα ιδώ καθαρά την εικόνα της, αυτή πια με σπρώχνει, και άθελά μου, στις καλές στις φωτεινές πράξεις, με βάζει σε μια πειθαρχία ζωής σύμφωνης με τον εαυτό της, με οργανώνει για μια ζωή σε υψηλό ηθικό επίπεδο.»
Το 1907 με το άρθρο του στο «Νουμά» που είχε τον τίτλο «Το έθνος, οι τάξεις και ο ένας» ο Δραγούμης απαντά στον Γεώργιο Σκληρό, έναν από τους πρωτοπόρους σοσιαλιστές τη Ελλάδος:
«Αλλά η διαφορά μεταξύ των δυνώ μας, είναι, κ. Σκληρέ, ότι συ ταράζεσαι πάρα πολύ με τα συμφέροντα μιας τάξης ή και δυο, ή και με τα μαλλιοτραβήγματά τους, ― ίσως είσαι και συ σπλαχνικός, χωρίς να το πολυνοιώθεις, (η υπερβολική ψυχοπονιά είναι κι αυτή σημάδι του καιρού μας) ― ενώ ο αληθινά σκληρός είμαι ε γ ώ, ο πολιτικός, που δε με ταράζουν, αν και τα βλέπω, τα μαλλιοτραβήγματα από τάξη σε στάξη, είτε από άτομο σε άτομο, και κοιτάζω προπάντων τη ζωή του έθνους. Τις τάξες τις λογαριάζω κι αυτές, αφού κι αυτές είναι μέσα στο έθνος, αλλ’ ούτε τόσο τις ξεχωρίζω, όπως συ, ούτε τις επαναστάσεις τους τις θεωρώ απαραίτητες, αφού ανταγωνισμός υπάρχει και μπορεί ελεύτερα πάντα να γίνεται. Συ παίρνεις βάση και αρχή για τις σκέψες σου τις κοινωνικές τάξες.»
«Εγώ για βάση της σκέψης μου βάζω το salus populi, τη σωτηρία, τη ζωή όλου του έθνους που με γέννησε. Αγαπώ όλες τις τάξες του έθνους μου και κάποτε δεν τις ξεχωρίζω…..»
Και μια μέρα είπε στον Γιάννη Κορδάτο, σε αυτόν τον φανατικό μαρξιστή, ότι είναι ίδιος με τον Σκληρό και του μίλησε κατά του διεθνιστικού σοσιαλισμού: «Είστε σαν το Σκληρό, πολύ θεωρητικός. Βάνετε τα πράγματα σε καλούπια. Βλέπετε τάξεις. Ενώ υπάρχει μία τάξη – ο λαός. Μα κι αν η θεωρία σας ήταν σωστή, πάλι δεν μπορεί να εφαρμοστή στην Ελλάδα. Ακόμα σε μας δεν ωρίμασαν οι όροι. Ακόμα η Φυλή μας έχει πολλά να πραγματοποιήση. Την περιτριγυρίζουν ένα σωρό εχθροί. Ο άκρατος σοσιαλισμός θα βλάψη τον τόπο μας. Τι να σας πω, ο διεθνισμός με τρομάζει. Δεν συμφωνώ, προχωρείτε πολύ…» Ο ίδιος ο Κορδάτος αναφέρει: «Εγώ τραβούσα το σοσιαλιστικό δρόμο και ολοένα γινόταν πεποίθηση μέσα μου πως η εργατική τάξη πρέπει να υψωθή και να οργανωθή. Εκείνος δεν ήταν αυτής της γνώμης. Ήταν εθνικιστής.»
Στις 27 Αυγούστου του 1919 ήδη ο Δραγούμης σκεφτόταν τα εξής: «Τι έχω ακόμη να κάμω εδώ 1) Να τελειώσω το μυθιστόρημά που γράφω. 2) να βρω και να σημειώσω τον συμβιβασμό του εθνικισμού με το σοσιαλισμό...»
Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1919 διαβάζοντας το γράμμα ενός Γάλλου σοσιαλιστή βουλευτή που παραιτήθηκε επιμένει στις σκέψεις του για τον Εθνικό Σοσιαλισμό που ακόμα δεν τον είχε εξωτερικέψει: «Αυτό το γράμμα μου δυναμώνει τη συνείδηση της ανάγκης να συμβιβαστεί ο σοσιαλισμός με το νασιοναλισμό και να βρεθεί ο κρίκος ο συνδετικός και ο ρυθμός τους. Επίσης να ενισχυθεί ο συνεργατισμός.» Μιλούσε ήδη ο μεγάλος Έλληνας ιδεολόγος για τη συνεργασία των τάξεων δηλαδή σε απόλυτη ταύτιση με το ρεύμα της εποχής του.
Αποφάσισε λοιπόν, μόλις τρεις μήνες πριν την δολοφονία του, να δημοσιεύσει ένα άρθρο σε δύο μέρη με τίτλο «Η σοσιαλιστική Πρωτομαγιά» στην εφημερίδα «Αθηναϊκή». Το άρθρο το είχε δείξει πρώτα στον Κορδάτο ο οποίος διακριτικά αρνήθηκε να το δημοσιεύσει και έγραψε μετά από χρόνια στο περιοδικό «Νέα Εστία»:
«Θυμάμαι ακόμα πως ύστερ’ από λίγες μέρες έγραψε ένα μεγάλο άρθρο, που ήταν σαν να πούμε το σοσιαλιστικό – μεταρρυθμιστικό του credo. Με κάλεσε σπίτι και μου το διάβασε και μου το έδωσε, να το δημοσιεύσω στην εφημερίδα που ήμουνα ο πολιτικός διευθυντής της. Δεν ήθελα να τον πικράνω και να του πω πως η δημοσίεψη του άρθρου του δεν ήταν εύκολη. Προσπάθησα να τον πείσω πως καλύτερα θα ήταν να δημοσιεύονταν σε μιαν άλλη εφημερίδα. Δεν επέμεινε και πράγματι δημοσιεύθηκε στην «Αθηναϊκή», πετσοκομμένη όμως από τη λογοκρισία. Ο ίδιος μου έφερε την άλλη μέρα ένα αλογόκριτο φύλλο, που το κράτησα στο αρχείο μου. Από τότε βλεπόμαστε ταχτικά.»
Εκεί πλέον ο Δραγούμης, πριν από τον Ρόζενμπεργκ, τον Χίτλερ, τον Γκαίμπελς και όλο το γερμανικό ναζιστικό κόμμα, θα δώσει το σύνθημα για τους Έλληνες, για τη νέα τάση, για το νέο ρεύμα που ακόμα περιμένει να γίνει το όχημα που θα φέρει επάνω του την Εθνική Ελευθερία και την ταξική συνεργασία:
«…εις τους Έλληνας σοσιαλιστάς θα υπεδείκνυα αν ήθελον να με ακολουθήσουν: Εθνικόν σοσιαλισμόν, όχι υπό την γνωστήν έννοιαν (όχι μαρξιστική – διεθνιστική), αλλ’ υπό την έννοιαν, ότι η εφαρμογή του θα είναι ανάλογος προς το έθνος και προς την κατάστασιν της εξελίξεώς του….»
Στο πολιτικό πρόγραμμά του μάλιστα ο Δραγούμης θέτει ως ανάγκη την προτεραιότητα μιας φυλετικής πολιτικής:
«….ή θα κάμη το Ελληνικόν βασίλειον πολιτικήν καθαρώς κρατικήν, οπότε θα αδιαφορήση δια την πολιτικήν αποκατάστασιν των έξω των συνόρων του Ελλήνων, ή θα κάμη πολιτικήν πρωτίστως φυλετικήν και δευτερεύοντως κρατικήν. Είμεθα υποχρεωμένοι να ακολουθήσωμεν το δεύτερον, διότι τα γεωγραφικά σύνορα του κράτους δεν συμπίπτουν ακόμη με τα γεωγραφικά σύνορα της φυλής, ως συμβαίνει εις άλλα έθνη συμπληρώσαντα ήδη την πολιτικήν των αποκατάστασιν. Επομένως, δια να καταστρωθή πολιτικόν πρόγραμμα εις κράτος με υποχρεώσεις, ή τάσεις, ή προορισμόν ως της Ελλάδος, πρέπει αναγκαίως να βασίζεται εις την φυλετικήν πολιτικήν, τα δε λοιπά να συναρμοσθούν προς αυτήν κατά φυσικήν αναγκαιότητα και εσωτερικήν βαθειάν πειθαρχίαν.»
Σε όλους τους δυτικόπληκτους έδινε σκληρή απάντηση και τους απέρριπτε, ακριβώς έτσι πρέπει να πράξουμε κι εμείς για να οικοδομήσουμε τον Ελληνικό Εθνικοσοσιαλισμό:
«Είναι στενόμυαλοι και κοντόφθαλμοι όσοι Έλληνες θέλουν και καλά να μας καθίσουν φράγκικες ιδέες, συστήματα και συνήθια. Κι αυτοί τίποτα δεν κάνουν. Κι αυτοί τον καιρό τους χάνουν. Φαντάζουνται πως ο φράγκικος πολιτισμός μπορεί να μας κάμει άλλους, και θαρρούν πως ο φράγκικος πολιτισμός είναι ευγενικώτερος και καλλίτερος από τον ελληνικό, ή νομίζουν ίσως πως ελληνικός πολιτισμός δεν υπάρχει. Αν σεις έχετε καλλίτερα τις φράγκικες ιδέες και τα συνήθια, γενήτε Φράγκοι κι αφήστε μας στην ησυχία μας. Δεν είστε άξιοι για να μένετε μεταξύ μας».
Είχε δώσει εξάλλου τον ορισμό της ξενομανίας στο ημερολόγιό του: «Ξενομανία = το να θεωρεί και να λέει καλήτερα όλα τα πράγματα ξένων τόπων και να τα μιμείται για να γίνει ή να φανεί διαφορετικός από τους ανθρώπους του τόπου του και έτσι να τους ξεπερνά σε κάτι, επειδή δεν είναι ικανός να τους ξεπεράσει αλλιώς.»
Ας τους στείλουμε στο διάολο, λοιπόν, τους γερμανολάγνους, τους φετιχιστές και τους προδότες του Έθνους και του ελληνικού εθνικισμού. Ας χαράξουμε τη δική μας πορεία εδώ και τώρα πετώντας αυτά τα βαρίδια από τον υπέροχο κόσμο του Εθνικισμού. Ας διαλύσουμε τα ψέματα, τις συκοφαντίες και την ημιμάθεια. Ας ακολουθήσουμε τον μεγάλο Ίωνα Δραγούμη απελευθερωμένοι από κάθε ξένο πρότυπο κι ας λυτρωθούμε από τους πιθηκισμούς που μας κρατούν δέσμιους ιδεολογικώς, πνευματικώς και ψυχικώς διατηρώντας μια προσκόλληση στο παρελθόν άλλων εθνών που τίποτα δεν έχουν να μας προσφέρουν στο 2019. Ας χτίσουμε το μέλλον σε ελληνικές βάσεις με δικά μας σύμβολα. Δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο!
Αλέξανδρος Καρράς