
Το τι συμβαίνει αυτές τις ημέρες το γνωρίζουμε όλοι, το παρακολουθούμε να εξελίσσεται στους δέκτες μας, στις οθόνες των υπολογιστών και των κινητών μας. Η λέξη «ναζισμός» παίζει ξανά και ξανά στους τίτλους των ειδήσεων και ακούγεται επαναλαμβανόμενα από τα χείλη των δημοσιογράφων. Είναι η τηλεκπαίδευση ενός ολόκληρου έθνους, με την οποία επιχειρείται να ταυτιστεί ο Εθνικισμός των Ελλήνων με την ιστορία των Γερμανών του Μεσοπολέμου.
Σε λίγες ημέρες έχουμε την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, της ημέρας που ο ηγέτης Ιωάννης Μεταξάς, δικτάτωρ τότε, αρνήθηκε να παραδοθεί στον Άξονα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης λόγω κορωνοϊού απαγόρευσε φέτος τις εθνικές παρελάσεις, με τις οποίες τιμάει το ελληνικό έθνος την ημέρα αυτή. Κι αναρωτιόμαστε όλοι εμείς, οι σώφρονες, πώς θα νιώσει φέτος περηφάνεια που δε θα δει παρελάσεις πολυπολιτισμικές;
Από την άλλη εδώ και χρόνια γνωρίζουμε την προπαγάνδα που γίνεται από την αριστερά, προκειμένου να απαγορευτούν οι επετειακές παρελάσεις του ελληνικού Έθνους, διότι, όπως ισχυρίζεται, αποτελούν φασιστικά κατάλοιπα. Η ΕΣΣΔ βέβαια είχε στρατό κι έκανε παρελάσεις σε κάθε χώρα, την οποία κατέκτησε και όπου οι στρατιώτες της περνούσαν κάτω από το χαμόγελο με το παχύ μουστάκι του Στάλιν.
Ο Εθνικισμός των Ελλήνων ουδέποτε υπήρξε κατακτητικός. Δύο μεγάλες επετείους έχει ως Έθνος η Ελλάς κι αυτές αφορούν αγώνες υπέρ της Ελευθερίας (1821) και της ακεραιότητας του εδάφους της (1940).
Η φυλάκιση του κόμματος της Χρυσής Αυγής και η κοινοβουλευτική και δημοσιογραφική εκστρατεία δαιμονοποίησης του φρονήματος, το οποίο αφορά το ένστικτο της αυτοσυντήρησης των Ελλήνων, σκοπό έχουν την τρομοκρατία του ελληνικού λαού, την καλλιέργεια ενοχικού συνδρόμου και τη σύνδεση της εύλογης αντίδρασης των Ελλήνων, που εναντιώνονται στα σχέδια της παγκοσμιοποίησης, με την ολέθρια διαχείριση των ανθρώπων που εκπροσώπησαν έναν ολόκληρο πολιτικό χώρο επί επτά συναπτά έτη στη Βουλή των Ελλήνων.
Ο πολιτικός μας χώρος εκπροσωπήθηκε από τη Χρυσή Αυγή με ποσοστό 7%, το ισχυρότερο ποσοστό που θυμόμαστε στη μεταπολίτευση. Το κόμμα της Χρυσής Αυγής δεν είχε συμπαραστάτες απ’ όλον τον χώρο μας, άλλοι δεν την πλησίασαν ποτέ και δεν την ψήφισαν, άλλοι δεν πλησίασαν αλλά την ψήφισαν έστω μία φορά, άλλοι πλησίασαν κι έφυγαν όταν ήταν δυνατή, διότι τους απώθησε η κακή νοοτροπία του κόμματος, κι άλλοι αποχώρησαν όταν το κίνημα έχασε τη δυναμικότητα που είχε τα πρώτα χρόνια της κοινοβουλευτικής του εποχής.
Υπήρχαν πάντοτε ιδεολογικές διαφορές από πολλούς, αλλά η Χρυσή Αυγή ήταν το μόνο κόμμα που έφερε μια δυναμική για αρκετά σημαντικό διάστημα και πολλοί επέλεγαν να την ψηφίζουν αναγκαστικά παρά τις παθογένειες του κόμματος, τις οποίες όλοι λίγο-πολύ συζητούσαν προβληματισμένοι.

Πολλοί επίσης δεν την ψήφιζαν, επειδή ισχυρίζονταν ότι είχε προδώσει την ιδέα του Εθνικοσοσιαλισμού του Χίτλερ και γι’ αυτό την πολεμούσαν λυσσαλέα, δήλωναν αυτόνομοι, την χαρακτήριζαν αστική ακροδεξιά, επειδή μιλούσε για Δραγούμη και Μεταξά, και της ασκούσαν σκληρότερη αντιπολίτευση, με ανήθικο τρόπο τις περισσότερες φορές. αντιπολίτευση που θα ζήλευαν κι ο ΣΥΡΙΖΑ ή η Νέα Δημοκρατία, κι ο πιο σκληρός αντιφασίστας ακόμα. Ήταν εκείνοι που της χρέωναν ακόμα και λάθη που δεν είχε κάνει. Αυτή ήταν και είναι η μικρότερη μερίδα του πολιτικού μας χώρου, αλλά κάνει πάντα την μεγαλύτερη φασαρία. Πρόκειται για τους νοσταλγούς του Χίτλερ, που φαντάζονται ότι ο κόσμος θα ήταν καλύτερος, αν είχε νικήσει η Γερμανία το 1945. Ο χιτλερισμός είναι η παιδική ασθένεια του Εθνικισμού. Άλλοι την ξεπερνούν κι άλλοι όχι. Ευτυχώς ένα κόμματι της μερίδας αυτής έχει ξεπεράσει τέτοιες ανοησίες.
Τα λάθη του κόμματος αυτού δεν μπορούμε να γυρίσουμε το χρόνο πίσω για να τα αλλάξουμε. Μπορούμε ΜΟΝΟ να μην τα επαναλάβουμε. Πάντα έλεγα, από το 2013, κι αυτό το γνωρίζουν πολλοί, ότι η Χρυσή Αυγή αποτελεί ένα εγχειρίδιο για το τι να μην κάνεις στον πολιτικό αγώνα ιδεών. Τα λάθη της, αλλά και η αντιμετώπισή της από το σύστημα, το πώς την μεταχειρίστηκε ένα ολόκληρο κατεστημένο για να την πετάξει εκτός πολιτικού παιχνιδιού, αποτελούν ένα τεράστιο μάθημα για όλους μας.
Θα τονίσω ξανά, καταδικάζουμε τα λάθη των προσώπων, αλλά όχι τα ίδια τα πρόσωπα που έκαναν τα λάθη, είτε λόγω απειρίας, είτε επειδή έχασαν τον αυτοέλεγχο, όταν ξαφνικά πήραν μια αναπάντεχη δύναμη που αποτυπωνόταν στο 7%.
Τις ώρες αυτές, αλλά και τις μέρες που θα κυλήσουν από ‘δώ και πέρα, οφείλουμε ν’ αγωνιστούμε, για να κρατήσουμε ΕΛΕΥΘΕΡΗ την Ιδέα του Εθνικισμού. Ζούμε έναν πόλεμο ιδεών κι αυτός ο πόλεμος ΠΡΕΠΕΙ να γίνει με ιδέες. Δεν είναι η εποχή που πρέπει να κάνουμε εκπτώσεις στα πιστεύω μας, δεν επιτρέπεται να απογοητευτούμε. Δεν πρέπει για κανέναν λόγο ν’ αφήσουμε ν’ απογοητευτεί κανένας άνθρωπος του χώρου μας, δεν πρέπει με τίποτα να παραδοθούμε στο μέλλον, το οποίο άλλοι έχουν ορίσει για εμάς. Ούτε επιτρέπεται να αυτοπροσδιοριζόμαστε όπως μας προσδιορίζουν οι απέναντι. Είναι η ώρα που δεν επιτρέπεται να φοβηθούμε. Χρειάζεται θάρρος! Απαιτείται αναθεώρηση πολλών πραγμάτων, αυτοκριτικής και αυτοβελτίωσης ενός ολόκληρου πολιτικού χώρου.
Το σύστημα φυλάκισε ένα κόμμα με την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης και τώρα επιχειρεί να ταυτίσει με τον Χίτλερ έναν ολόκληρο πολιτικό χώρο, ο οποίος δεν ταυτίζεται ούτε με τον Χίτλερ ούτε με κανένα ξένο εθνικιστικό κίνημα του παρελθόντος. Το σύστημα φυλάκισε τη Χρυσή Αυγή, για να σβήσει από τη συνείδηση των Ελλήνων το αγνό εθνικό φρόνημα. Το σύστημα «φωνάζει», μέσα από τα αλλεπάλληλα ρεπορτάζ και την αρθρογραφία των «έγκριτων» δημοσιογράφων, ότι οι εθνικόφρονες πρέπει να κάτσουν φρόνιμα.
Απέναντι στις αντεθνικές δυνάμεις που μας τραγουδούν «ΦΡΟΝΙΜΑ» εμείς πρέπει να αντιτάξουμε το ΦΡΟΝΗΜΑ. Και ν’ αγωνιστούμε για το ΦΡΟΝΗΜΑ, το οποίο είναι η ιδέα του ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΥ! ΤΟ ΦΡΟΝΗΜΑ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΕΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟ!
Αλέξανδρος Καρράς