Δημοσιεύτηκε στον «Ορθόδοξο Τύπο» το 1964.
«Δεν μπορώ να καταλάβω πως τόσοι απολογητές της Ορθοδοξίας και κατήγοροι του Παπισμού ασχοληθήκανε με αυτό το μωρό και εξοργιστικό εφεύρημα, με το αλάθητο του Πάπα, που είναι η κορωνίδα απάνω απ’ όλες τις ανοησίες που είχε τη αδιαντροπιά να κηρύξει ο Παπισμός. Έχω την ιδέα πως μονάχα για περίπαιγμα είναι αυτά τα πράγματα, γιατί πως είναι δυνατόν να μιλήσει με σοβαρότητα ένας άνθρωπος για τέτοια παιδαριώδη πράγματα.
Λοιπόν άπαξ και αυτός ο βλογημένος Πάπας αποφάσισε να αυτοανακηρυχθεί «αλάθητος», δηλαδή αλάθευτος, τουλάχιστον δε σκέφτηκε πας θα ‘πρεπε να αλλάξει και πάτρωνα κι αντί τον άγιο Πέτρο να βάλει από πάνω του κάποιον άλλο απόστολο π.χ. το Βαρθολομαίο που δεν ξέρουμε τι είπε και τι έκανε. Γιατί ο Άγιος Πέτρος κάθε άλλο παρά αλάθητος ήτανε. Ίσα ίσα ήτανε ένας αδιόρθωτος γκαφατζής, που έκανε ολοένα γκάφες, απρόσεχτος και διαρκώς αμαρτάνων, τόσο που ο Χριστός τον επιτιμούσε λέγοντάς του «Ύπαγε οπίσω μου Σατανά, σκάνδαλόν μου εί» (Ματθαίου ιστ’ 23). Κι άλλη φορά πάλι που έκανε ο Πέτρος το παλικάρι, του είπε πως θα τον απαρνηθεί πριν φωνάξει τρίτη φορά ο πετεινός, όπως κι έγινε «και εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς». Και πάλι στην προδοσία όρμησε κι έκοψε το αυτί του δούλου Μάλχου κι ο Χριστός τον πρόσταξε να βάλει το μαχαίρι στο θηκάρι. Και πόσες άλλες φορές ο φουριόζος Πέτρος έκανε πολλά λάθη κι άτοπα, περισσότερα από τους άλλους μαθητές, όπως λέγει και το Ευαγγέλιο.
Λοιπόν αφού ο Άγιος Πέτρος, το αφεντικό, ο προϊστάμενος του Πάπα, να πούμε, έκανε όλο γκάφες, πως είναι δυνατόν ο παραγιός του, ο υφιστάμενός του να είναι αλάθευτος. Μη χειρότερα! Αυτός πια είναι που θα λέγει και θα κάνει ολοένα ασυλλόγιστα πράγματα, αφού ο Χριστός είπε «ουκ εστίν δούλος μείζων του κυρίου αυτού». Όχι ν’ ανακηρυχθεί μοναχός του κι αλάθευτος! Πως έβγαλε από το στόμα του έναν τέτοιον λόγο; Αν δεν ήτανε αφιονισμένος από το παπικό αφιόνι, οι γύρω του που τον προσκυνούνε σαν τον Βάαλ θα ‘πρεπε μόλις ξεστόμιξε έναν τέτοιον ηλίθιο λόγο να τον κατεβάσουνε αμέσως από το θρόνο.
Ε βρε ανθρωπότητα! Κάθεσαι και συζητάς για τέτοιες βλακείες. Εμ οι δικοί μας, οι προκομμένοι, που πάνε στον Πάπα και του προσφέρουνε γήν και ύδωρ»;