Γράφει ο Αλέξανδρος Καρράς
Για να εξάγουμε πάντα σωστά συμπεράσματα για μια ιστορική χρονική περίοδο θα πρέπει να κρίνουμε βάση των γεγονότων και των συμφερόντων των εθνών. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να γνωρίζουμε κάποιες λεπτομέρειες, κυρίως της εξωτερικής πολιτικής που επηρέασε τις σχέσεις των χωρών και οδήγησε, είτε σε μεταξύ τους πόλεμο, είτε σε συμμαχία. Θα παραθέσουμε όσα καταγράφει ένας από τους πρωταγωνιστές της βαλκανικής κατάστασης εν καιρώ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πρόκειται για τον Φραντς φον Πάπεν, ο οποίος ήταν ο πρέσβης του Γ’ Ράιχ στην Τουρκία.
Τα απομνημονεύματα του πρέσβη του Γ’ Ράιχ στην Τουρκία κυκλοφόρησαν στα ελληνικά το 2000 από τις εκδόσεις «Θετίλη». Ο φιλοτουρκισμός του φον Πάπεν αλλά και οι σημαντικές πληροφορίες που καταγράφει για τις σχέσεις Γ’ Ράιχ και Τουρκίας αλλά και για τους Ιταλούς αποτελούν απτή απόδειξη της ανθελληνικής πολιτικής του Άξονα. Ο φον Πάπεν είναι ένας ακόμα πρέσβης, μετά τον Γκράτσι, που μας βοηθά να μάθουμε την ιστορία του πολέμου από την άλλη πλευρά.
«Από όσα γνώριζα για την Τουρκία, ο Κεμάλ Ατατούρκ είχε προειδοποιήσει τους διαδόχους του να προσέχουν μια πιθανή επίθεση στα Δαρδανέλλια, όπου η απειλή μπορούσε κυρίως να προέρχεται από τη φασιστική Ιταλία. Η επίθεση στην Αλβανία και οι δηλώσεις του Τσιάνο ότι η Ιταλία είχε πρόθεση να εγκαταστήσει εκεί τριάντα μεραρχίες, μπορούσε να θεωρηθεί ως υλοποίηση αυτής της απειλής. Ο Ατατούρκ και ο διάδοχός του Ισμέτ Ινονού είχαν συνάψει συμφωνίες με τα βαλκανικά κράτη τα οποία έδειχναν να παρέχουν μία πρώτη γραμμή αμύνης. Η Ρουμανία όμως είχε ήδη υπογράψει εμπορική συμφωνία με τη Γερμανία και φαινόταν να προσεγγίζει τις Δυνάμεις του Άξονος. Η Βουλγαρία επίσης είχε αρνηθεί να συνδεθεί με την Βαλκανική Ομοσπονδία, τα γερμανόφιλα και αντιτουρκικά αισθήματα της Κυβέρνησης αποτελούσαν συνεχή πηγή φόβου για τα τουρκικά εδάφη στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Οι φαντασιώσεις του Μάρε Νόστρουμ του Ντούτσε έδειχναν μια πραγματική απειλή».
Όλα αυτά φυσικά δεν αποτελούσαν απειλή μόνο για την Τουρκία, αλλά και για την Ελλάδα. Γι’ αυτό ο Ιωάννης Μεταξάς δημιούργησε τη Γραμμή Μεταξά και προετοιμάστηκε για έναν αμυντικό πόλεμο. Όταν ο Χίτλερ αποφάσισε μέσω Βουλγαρίας να επιτεθεί στην Ελλάδα, οι Τούρκοι, που τότε ήταν σύμμαχοι με την Αγγλία και την Ελλάδα, ζήτησαν εγγυήσεις ότι τα γερμανικά στρατεύματα θα μείνουν 20 μίλια μακριά από τα τουρκο-βουλγαρικά σύνορα. Τα απομνημονεύματα του φον Πάπεν ρίχνουν άπλετο φως γύρω από τις γερμανοτουρκικές σχέσεις κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου:
«Τους εκπαιδευτές και τις μονάδες ασκήσεων που η Γερμανία είχε στείλει στη Ρουμανία ακολούθησαν τον Ιανουάριο του 1941 πολλές μεραρχίες. Αν αυτές οι στρατιωτικές δυνάμεις στέλνονταν στην Ελλάδα, θα έπρεπε να προελάσουν μέσω Βουλγαρίας. Αυτό οπωσδήποτε θα έφερνε την Τουρκία στον πόλεμο. Με βάση το Βαλκανικό Σύμφωνο, οι υποχρεώσεις της θα ήταν τόσο ξεκάθαρες ώστε θα πιεζόταν πολύ έντονα από τους Βρετανούς για να τις εκπληρώσει».
Ο Χίτλερ, κατόπιν συμβουλής του φον Πάπεν, έστειλε επιστολή στον Τούρκο Πρόεδρο Ισμέτ Ινονού και τον καθησύχασε ότι τα γερμανικά στρατεύματα θα μείνουν 20 μίλια μακριά από τα σύνορα. Αυτό ενθουσίασε τους Τούρκους και τους βοήθησε να μείνουν ουδέτεροι, καθώς αν δέχονταν επίθεση ή απειλή επίθεσης θα πολεμούσαν και αυτοί, όπως έκανε ήδη η Ελλάδα.
Μέσα σε όλες αυτές τις συμμαχίες η Βουλγαρία, με τον βασιλιά της τον Βόρις, πίεζε συνεχώς για τα δικά της συμφέροντα και δεν της άρεσε η συμμαχία με την Τουρκία. Φυσικά δεν την ήθελε στις Δυνάμεις του Άξονος επειδή απαιτούσε τον έλεγχο των Βαλκανίων κόντρα στα δικά της συμφέροντα. Ο φον Πάπεν του έλεγε πως «όταν θα κερδιζόταν ο πόλεμος, η Βουλγαρία θα είχε τη θέση κλειδί στα Βαλκάνια». Καταγράφεται μια ακόμα πληροφορία που επιβεβαιώνει όσα έλεγε ο Μεταξάς στις 30 Οκτωβρίου του 1940: «Ο Βασιλιάς (της Βουλγαρίας) ήταν απολύτως σαφής για τα προβλήματα της δικής του χώρας. Δεν αναζητούσε συμμάχους από καμμία πλευρά, αντιμετώπιζε όμως ευνοϊκά τις προσπάθειες της Γερμανίας να ακυρώσει τα δυσμενέστερα σημεία της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Το μέλλον θα έδειχνε αν η Βουλγαρία θα επρόκειτο να αποκομίσει κέρδη από αυτή την πολιτική».
Ο βασιλιάς Μπόρις της Βουλγαρίας με τον Αδόλφο Χίτλερ
Όταν η Ιταλία επιτέθηκε στην Ελλάδα υπήρξε τεράστια ανησυχία για την Τουρκία, η οποία φοβόταν τον επεκτατισμό του Άξονος. Ο φον Πάπεν συνάντησε τον Ινονού και του εξέφρασε τα φιλοτουρκικά του αισθήματα: «Μπορεί να μην εμπιστεύεστε πολύ τις διπλωματικές διαβεβαιώσεις, βρίσκομαι όμως εδώ ως ένας άνδρας που αγαπά την Τουρκία σαν δεύτερη πατρίδα του, και που είχε την τιμή να είναι δικός σας συνάδελφος εν όπλοις».
Όταν πια η Ελλάδα τέθηκε υπό Γερμανική Κατοχή άρχισαν οι προσπάθειες για συμμαχία με την Τουρκία και έτσι, στις 18 Ιουνίου του 1941, υπεγράφη σύμφωνο φιλίας μεταξύ Γ’ Ράιχ και Τουρκικής Δημοκρατίας. Το σύμφωνο ήταν το εξής:
«Εν όψει τοποθετήσεως των σχέσεών μας με βάση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και φιλίας, το Γερμανικό Ράιχ και η Τουρκική Δημοκρατία, διατηρώντας τα δικαιώματά τους από τρέχουσας υποχρεώσεις έχουν συμφωνήσει τα εξής:
1) Το Γερμανικό Ράιχ και η Τουρκική Δημοκρατία αναλαμβάνουν να σεβαστούν την ακεραιότητα και το απαραβίαστο των αντιστοίχων εδαφών τους και να μην πάρουν οποιαδήποτε μέτρα που στοχεύουν, αμέσως ή εμμέσως, εναντίον του άλλου εταίρου αυτής της συμφωνίας.
2) Το Γερμανικό Ράιχ και η Τουρκική Δημοκρατία αναλαμβάνουν να συζητήσουν όλα τα θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος με πνεύμα φιλίας, ώστε να φθάσουν σε ένα συμβιβασμό.
3) Το Σύμφωνο αυτό ισχύει για δέκα χρόνια από την ημέρα της υπογραφής του.
Η δημοσιοποίηση αυτής της συμφωνίας προκάλεσε γενική κατάπληξη επειδή οι διαπραγματεύσεις είχαν γίνει με μεγάλη μυστικότητα και οι Βρετανοί δεν είπαν ότι τη γνώριζαν από πριν. Οι Τούρκοι φίλοι μου ήταν ενθουσιασμένοι που ανανέωσαν μια τόσο μακρόχρονη φιλία.»
Ο φον Πάπεν ήταν φιλότουρκος και μάλιστα έκανε στενές φιλίες όσο ήταν πρέσβης. Για τον Σαράτσογλου αναφέρει πως «ήμουν σε συνεχή επαφή μαζί του και κέρδισε την εκτίμησή μου και ως άτομο και ως υπουργός».
Ο Σουκρού Σαράτσογλου, υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, στις 25 Ιουνίου του 1941 εκφώνησε ένα λόγο όπου δήλωσε τα εξής: «Η συνθήκη αυτή είναι ένας στυλοβάτης ειρήνης μέσα από τις καταιγίδες και τις καταστροφές του πολέμου. Ωφελεί τον τουρκικό λαό, το γερμανικό λαό και ολόκληρη την ανθρωπότητα. Επί μία εβδομάδα εκτέθηκε στην κρίση της κοινής γνώμης στο εξωτερικό, και μπορώ μόνο να αναφέρω ότι είχε παγκόσμια επιδοκιμασία. Ολόκληρος ο κόσμος είναι τώρα δεμένος με συμφωνίες και συμμαχίες για να διατηρήσει ειρήνη με την Τουρκία».
Τόση ήταν όμως η αγάπη και η φιλία προς το τουρκικό έθνος που τελικά, με τη σύμφωνη γνώμη του Χίτλερ, ο οποίος εισάκουσε την πρόταση του φον Πάπεν, το Γ’ Ράιχ εξόπλισε την Τουρκία με όπλα και δάνειο 100.000.000 μάρκων! Σε κάθε της σύμφωνο ή Τουρκία αποκτούσε οφέλη. Είχε πετύχει να επωφεληθεί του αγγλογαλλοτουρκικού συμφώνου το 1939 και τώρα, εν καιρώ πολέμου, το γερμανοτουρκικό σύμφωνο της έδινε τη δυνατότητα να μένει ουδέτερη και να περιμένει που θα κάτσει η μπίλια. Η ειρήνη των Βαλκανίων είχε πεθάνει, η Ελλάς είχε πέσει ηρωικά και τα δεδομένα στην περιοχή της Τουρκίας είχαν αλλάξει άρδην. Ας δούμε τι έγραφε ο Πάπεν για όλα αυτά:
«Με εξέπληξε η κατάφαση του Χίτλερ. Οπωσδήποτε είχε την εντύπωση ότι η προμήθεια των όπλων θα προσέλκυε την Τουρκία να ενωθεί με τις Δυνάμεις του Άξονος, αν και εγώ δεν του είχα αφήσει καθόλου ψευδαισθήσεις για μια τέτοια πιθανότητα. Με εξουσιοδότητσε να ξεκινήσω προκαταρκτικές συζητήσεις, οι οποίες τελείωσαν το καλοκαίρι όταν ο Χερ Κλόντιους, ο Γερμανός εμπορικός εμπειρογνώμων, επισκέφθηκε την Άγκυρα. Υπογράψαμε με τους Τούρκους μία συμφωνία, με την οποία παρείχαμε δάνειο 100 εκατομμυρίων μάρκων, για να χρηματοδοτήσουμε τις αποστολές όπλων. Το δάνειο θα εξοφλείτο σε ορισμένη χρονική περίοδο με την εξαγωγή τουρκικών αγαθών, ιδιαιτέρως χρωμίτη».
Εξίσου σημαντικό είναι να σημειώσουμε ότι ο φον Πάπεν έτρεφε μεγάλο θαυμασμό για έναν στρατάρχη της επανάστασης του Κεμάλ. Προσέξτε τι αναφέρει, όχι μόνο για αυτόν, αλλά και για την ορθή στάση της Τουρκίας στον πόλεμο αυτό, κάτι για το οποίο αντιστοίχως διάφοροι φιλογερμανοί κατηγορούν σήμερα την Ελλάδα και τον Ιωάννη Μεταξά:
«Ο Φεβζή Πασάς, Στρατάρχης Τσακμάκ, με τον οποίο είχα πολεμήσει στον Ποταμό Ιορδάνη το 1918 και ο οποίος υπήρξε από τους αρχιτέκτονες της επανάστασης του Ατατούρκ, ήταν πολύ περισσότερο από αυτό που υπονοεί ο απλός τίτλος του Αρχηγού του Επιτελείου. Είχε απόλυτη εξουσία σε όλα τα θέματα σχετικά με τις στρατιωτικές υπηρεσίες και ήταν πιθανώς ο πιο αξιόλογος άνδρας στη σύγχρονη Τουρκία. Για τον λόγο αυτό η αντικατάστασή του έγινε δεκτή με ανάμικτα συναισθήματα. Ήταν λάθος να χαρακτηρίζεται αυτός ο μεγάλος στρατιωτικός, η οποιοσδήποτε από τους επικεφαλής στρατηγούς του, γερμανόφιλος ή βρετανόφιλος. Ήταν Τούρκοι πατριώτες και πρώτο τους μέλημα ήταν η ασφάλεια και η ευημερία του έθνους τους».
Η Τουρκία εν τέλει το 1944 έπαψε να δίνει χρωμίτη στην Γερμανία και στο τέλος του πολέμου της κήρυξε τον πόλεμο. Όπως δεν είχε τηρήσει το σύμφωνο με τα βαλκανικά κράτη, την Αγγλία και τη Γαλλία, έτσι έπραξε και με τη Γερμανία για το συμφέρον της. Ο Τούρκος φίλος δε πιάνεται. Οι Γερμανοί έπαθαν αυτό που τους άξιζε κι ο κεμαλισμός τους και η τουρκοφιλία τους, τα επεκτατικά σχέδια του Χίτλερ ενάντια σε όλο τον κόσμο οδήγησαν στην καταστροφή της Γερμανίας και στη δαιμονοποίηση της εθνικής ταυτότητας και του εθνικού κράτους. Φυσικά ο φυλετισμός δεν έπαιζε κανένα ρόλο μεταξύ Γερμανών και Τούρκων.
Οι Τούρκοι επιβλέπουν ένα Tiger