
Γράφει ο Αλέξανδρος Καρράς
Ο Χιούστον Στιούαρτ Τσάμπερλαιν ήταν εκείνος που επηρέασε με τις φυλετικές θεωρίες του τον Αδόλφο Χίτλερ και τον Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ. Το έργο του τελευταίου μάλιστα με τίτλο «Ο μύθος του 20ού αιώνα» ακολούθησε τα χνάρια του βιβλίου «Τα θεμέλια του 19ου αιώνα» που είχε γράψει ο Τσάμπερλαιν, επηρεασμένος από τον κόμη Αρτούρ ντε Γκομπινώ. Ο Ιούλιος Έβολα στον πρόλογο του βιβλίου «Ο Μύθος του Αίματος, η γέννηση του φυλετισμού», χωρίζει σε τρία στάδια αυτόν μύθο, ο οποίος είχε τη σκοπιμότητά του:
«Σε αυτή την εξέλιξη, διακρίνονται τρία στάδια. Το πρώτο αναφέρεται στους προδρόμους του φυλετισμού, εκείνους που προηγούνται του υποτιθέμενου πατέρα του, δηλαδή του Γκομπινώ. Στο δεύτερο στάδιο, σε σύνδεση με τις θέσεις του Τσάμπερλαιν, ο φυλετισμός σχετίζεται με την πολιτική και αναπτύσσεται σε σχέση με τις παγγερμανιστικές ιδεολογίες της άμεσης μεταπολεμικής περιόδου. Το τρίτο στάδιο συνδυάζει τις πιο πρόσφατες μεταπολεμικές μορφές του φυλετισμού, κατά τις εποχές της επιστημονικής και ιστορικής-θεωρητικής πτυχής του, όταν καθορίζονταν σαφέστερα το πολιτικο-κοινωνικό του στοιχείο, μέχρι την επίσημη ιδεολογία που διατύπωσε ο ίδιος ο Χίτλερ1.»

Ο Έβολα στέκεται κριτικά απέναντι στο μύθο του φυλετισμού. Εξετάζει τις θεωρίες όλων εκείνων που γέννησαν και εξέλιξαν τον φυλετισμό, άνθρωποι οι οποίοι δεν ήταν επιστήμονες, δεν ήταν βιολόγοι ή ανθρωπολόγοι, ήταν απλά κάποιοι που δημιούργησαν μία θεωρία στηριζόμενοι στη μελέτη της ιστορίας. Δεν είχαν πραγματοποιήσει ούτε μία ανθρωπολόγική ή βιολογική έρευνα. Άλλωστε στην εποχή τους η επιστήμη δεν είχε εξελιχθεί όπως σήμερα, συνεπώς ήταν αδύνατο κάτι τέτοιο. «Πρέπει να θεωρήσουμε τον φυλετισμό ουσιαστικά ως ένα «σύμπτωμα» και ένα «σύμβολο των καιρών», γράφει ο Έβολα, «μια ιδέα που αντλεί την δύναμη πειθούς της κατά βάση από μη ορθολογικά στοιχεία».
Ο Έβολα δεν είχε άδικο. Η προσέγγισή του είναι τίμια και ειλικρινής, αντικειμενική και προσεγμένη. Ο ίδιος ο Τσάμπερλαιν, ο οποίος ήταν παγγερμανιστής, ομολόγησε ότι το έργο του δεν είναι επιστημονικό, αλλά καλλιτεχνικό. Ας δούμε προσεκτικά τι γράφει στον πρόλογο του βιβλίου «Τα θεμέλια του 19ου αιώνος»:
«Η επιστημονική κυριαρχία επάνω σε ένα τέτοιο έργο, είναι αδύνατη. Μόνο η καλλιτεχνική δύναμη, ενισχυμένη από εκείνες τις μυστικές παραλλήλους που υπάρχουν ανάμεσα στον κόσμο του οράματος και της σκέψης, φτιαγμένη από εκείνη την υφή που – όπως ο αιθέρας – γεμίζει και συνδέει ολόκληρο τον κόσμο, και έχει την δυνατότητα, εάν η τύχη είναι ευνοϊκή, να δημιουργήσει μια ολοκληρωμένη ενότητα, με συνοχή, παρόλο που θα χρησιμοποιηθούν θραύσματα για την δημιουργία του συνόλου. Εάν ο καλλιτέχνης τα καταφέρει, τότε το έργο του δεν θα είναι επιδερμικό: το απροσμέτρητο θα χωρέσει στο πεδίο της όρασης, το άμορφο θα αποκτήσει μορφή. Σε μια τέτοια εργασία το άτομο έχει πλεονέκτημα έναντι του συνόλου, ανεξάρτητα από τις δυνατότητες των ατόμων που το αποτελούν, διότι ένα ομοιογενές σύνολο μπορεί να είναι το έργο μόνο ενός μεμονωμένου μυαλού. Ασφαλώς, το άτομο πρέπει να γνωρίζει πώς να εκμεταλλευτεί αυτό το πλεονέκτημα προς όφελός του, καθώς είναι το μοναδικό που έχει. Η τέχνη εμφανίζεται μόνο ως σύνολο, ως κάτι αυτοτελές. Η επιστήμη, από την άλλη, είναι υποχρεωμένη να είναι αποσπασματική. Η τέχνη ενώνει και η επιστήμη διαχωρίζει. Η τέχνη δίνει μορφή στα αντικείμενα, η επιστήμη τεμαχίζει τις μορφές2.»

Οι θεωρίες του Γκομπινώ και του Τσάμπερλαιν εξύψωναν αποκλειστικά και μόνο τη γερμανική φυλή, τη μόνη καθαρή, σύμφωνα με τους ίδιους. Δημιούργησαν φυλετικές θεωρίες με γνώμονα την ιστορία, ενώ ο Φαλμεράιερ έκρινε ότι οι Έλληνες δεν είναι καθαροί φυλετικά χρησιμοποιώντας ως κριτήριο τη γλωσσολογία, καθώς ο ίδιος ήταν γλωσσολόγος. Η φυλετική θεωρία λοιπόν δεν ήταν επιστήμη, δεν ήταν γνώση, ήταν ένα κατασκεύασμα που ερμήνευε τη φυλετική καθαρότητα των λαών με εικασίες, τις οποίες παρουσίαζε ως συμπεράσματα που δήθεν βασίζονταν στην πραγματικότητα.
Αφού είδαμε όλα αυτά, μπορούμε τώρα να αναλύσουμε το κεφάλαιο «Η φυλή» του Ίωνος Δραγούμη από το βιβλίο «Όσοι ζωντανοί», το οποίο έγραψε το 1911, πολύ νωρίτερα δηλαδή από την εμφάνιση του ναζιστικού κόμματος του Χίτλερ. Η σύγχυση των θεωρητικών του φυλετισμού αποτυπώνεται από τον Δραγούμη, ο οποίος υπήρξε μελετητής όλων αυτών των συγγραμμάτων, καθώς το ομολόγησε ο ίδιος: «Καὶ μελέτησε τότε ὁ Ἀλέξης (εννοεί τον εαυτό του) τὰ ζητήματα τῶν φυλῶν στὰ βιβλία τὰ σύγχρονα καὶ στὴ ζωὴ τὴν τριγυρινή του, γιὰ νὰ πειστεῖ πὼς ἡ γριὰ ἡ Ἀθηνιώτισσα κυρία ποὺ ξεστόμισε κεῖνα τὰ λόγια δὲν ἤξερε τί ἔλεγε.»
Η μελέτη των βιβλίων αυτών, καθώς φαίνεται και στο βιβλίο του Έβολα που προαναφέραμε, δημιουργεί την αίσθηση συγχύσεως διότι υπάρχουν διαφωνίες και πάμπολλες εκδοχές από όλους εκείνους που γέννησαν τον φυλετισμό ως θεωρία, και όχι ως επιστήμη. Ο Δραγούμης το τόνισε αυτό και έθεσε την ακόλουθη εύλογη απορία:
«Καὶ τί εἶναι τὸ αἷμα τάχατε, καὶ τί ἡ φυλή; Ποιὸς ξέρει; Ὑπάρχουν, λέγουν, ἀνώτερες καὶ κατώτερες φυλές, μὰ πῶς κρίνεται τὸ ἀνώτερό τους ἢ τὸ κατώτερο; Ἡ κύρια διαφορὰ ἀναμεταξύ τους ἴσως εἶναι πὼς οἱ ἀνώτερες ξεπετοῦν σὰ λουλούδια ἐξαιρετικά ἀρκετοὺς ἀνθρώπους μὲ ἔξοχα μυαλά, ἐνῶ οἱ κατώτερες δὲ βγάζουν τέτοιους ἀνθρώπους. Μπορεῖ νὰ μελετηθεῖ ἡ ῥάτσα σὰν κάτι ἀπόλυτο, ξεχωριστὸ ἀπὸ τὰ σημάδια τοῦ πολιτισμοῦ ἢ τῆς ἀπολιτισιᾶς της; Ξεχωριστὸ ἀπὸ τὰ δημιουργήματά της, ἀπὸ τὴν παράδοσή της, ἀπὸ τοὺς ἀποθαμένους της; Ξεχωριστὸ ἀπὸ τὸ χῶμα ποὺ ἐπάνω του καρφώνεται καὶ κλώθει τὴ ζωή της; Ξεχωριστὸ ἀπὸ τὸ κλίμα της; Ἡ φυλὴ καὶ ἡ πατρίδα της πρέπει νὰ σπουδάζονται μαζύ. Τὸ χῶμα καὶ οἱ ἀποθαμένοι φτειάνουν τὴ ῥάτσα, λέγει, κάποιος. Ἄλλος πάλι βεβαιώνει πὼς μονάχα οἱ ἀποθαμένοι μᾶς κυβερνοῦν καὶ μᾶς ὁρίζουν. Τρίτος λέει πὼς τὸ ἀνακάτωμα ἀνθρώπων διαφορετικῆς καταγωγῆς εἶναι παντοδύναμο. Τέταρτος βεβαιώνει τὸ ἀντίθετο, ὅτι δηλαδὴ οἱ καθάριες ῥάτσες εἶναι οἱ δυνατές. Πέμπτος διατείνεται πὼς τὸ κλίμα καὶ ἡ τριγυρισιὰ εἶναι οἱ δημιουργοὶ τῆς φυλῆς. Ἕχτος μᾶς ὀνομάζει τὴν πολιτικὴ κατάχτηση. Ἕβδομος τὴ θρησκεία καὶ τὴ γλῶσσα. Κανένα ἀπ’ ὅλα αὐτὰ τὰ στοιχεῖα ξέχωρα δὲ φτειάνει μιὰ ῥάτσα, μὰ ὅλα μαζὺ τὴν ἀλλάζουν σίγουρα καὶ ἀγάλι ἀγάλι.»
Ο Δραγούμης έχει δίκιο σε όσα έθεσε παραπάνω ως προβληματισμούς για τη μελέτη της φυλής. Ένας λαός που είναι έθνος εξελίσσεται βάσει του περιβάλλοντος και του κλίματος, της διατήρησης και προφύλαξης της βιολογικής του ύπαρξης, της γλώσσας του και της θρησκείας του, της διατηρήσεως των παραδόσεών του, της ιστορικής μνήμης που διατηρεί το σεβασμό και την τιμή στα επιτεύγματα των προγόνων του. Μόνο έτσι θα προκύψει η δυνατή και η πραγματικά καθαρή σύσταση ενός έθνους σε βιολογικό και πνευματικό επίπεδο.
Ο Τσάμπερλαιν θεωρούσε ότι κάποια ξένα στοιχεία μπορούν να ειναι ωφέλιμα αν αφομοιωθούν από μια ισχυρότερη ράτσα και συμβάλλουν στην ανανέωσή της.
«Μόνο εκείνες οι μίξεις αίματος που είναι συγκεκριμένες και περιορισμένες συμβάλλουν στην ανανέωση μιας φυλής ή, σε κάποιες περιπτώσεις, τη δημιουργία μιας νέας. Ακόμη μία φορά, τα καθαρότερα και λιγότερο διφορούμενα παραδείγματα προέρχονται από την κτηνοτροφία. Το μίγμα αίματος πρέπει να είναι αυστηρά περιορισμένο όσον αφορά το χρόνο και πρέπει, επιπλέον, να είναι κατάλληλο. Βάση του εξευγενισμού δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν ούτε όλες οι διασταυρώσεις, ούτε οι οποιεσδήποτε τυχαίες, αλλά μόνο οι αυστηρά καθορισμένες. Με την αναφορά στον περιορισμό του χρόνου εννοώ ότι η εισροή νέου αίματος πρέπει να γίνει όσο το δυνατόν ταχύτερα και στη συνέχεια να σταματήσει. Οι συνεχείς διασταυρώσεις καταστρέφουν την ισχυρότερη φυλή. … Όποιος ασχοληθεί με την μελέτη των συγκεκριμένων θεμάτων, δεν θα πρέπει να παραβλέψει σημαντικά γεγονότα, όπως ότι ένας μικρός αριθμός ξένων στοιχείων είναι απαραίτητος για ένα σύντομο χρονικό διάστημα ώστε να απορροφηθούν πλήρως από μια ισχυρή φυλή, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως υπάρχει, σύμφωνα με την χημεία, μια ορισμένη ικανότητα, μια συγκεκριμένη δύναμη απορρόφησης, πέρα από την οποία εμφανίζεται απώλεια καθαρότητας του αίματος, κάτι που αποκαλύπτεται μέσα από τη μείωση των χαρακτηριστικών ιδιοτήτων.»
Ο Δραγούμης στάθηκε κριτικά απέναντι σε αυτή την άποψη και συμφώνησε σε ορισμένους ισχυρισμούς του Τσάμπερλαιν: «Τὸ νέο αἷμα, ποὺ στοχάζονται πολλοὶ συγκαιρινοί μας πὼς εἶναι πλοῦτος, δὲν εἶναι πάντα δυναμωτικὸ στοιχεῖο γιὰ μιὰ ῥάτσα, καμιὰ φορὰ μάλιστα εἶναι καὶ διαλυτικό. Τὸ πολὺ ἢ τὸ λίγο ξένο αἷμα ἔχει κάποια σημασία σὰν αἰτία στὸ σχηματισμὸ μιᾶς νέας φυλῆς. Τὸ λίγο κάποτε δὲ φέρνει σπουδαία ἀλλαγὴ στὴν καθάρια καὶ σχηματισμένη ῥάτσα. Τὸ πολὺ τὴν ἀναστατόνει κάποτε, ἢ τὴν πνίγει καὶ τότε μορφόνεται νέα ῥάτσα. Ἔπειτα ἐξαρτᾶται καὶ ἀπὸ τὸ εἶδος τῶν αἱμάτων ποὺ σμίγουν. Ὅλες οἱ ῥάτσες δὲν εἶναι ὅμοιες οὔτε ἰσοδύναμες.»
Σκεπτικός και προβληματισμένος ο Δραγούμης με τις τόσες διαφορετικές θεωρίες των φυλετιστών της εποχής του. Και πως να μην ήταν άλλωστε; οι θεωρίες αυτές δε μπορούσαν να γίνουν επιστήμη διότι δεν είχαν περάσει από τα εργαστήρια των βιολόγων και των ανθρωπολόγων. Πολύ σωστά λοιπόν διαπίστωνε: «Χημικὴ ἀνάλυση τοῦ αἱμάτου δὲν μπόρεσε κανένας χημικός, κοινωνιολόγος ἢ ἐθνολόγος νὰ κάμει, ὥστε νὰ ξέρουμε πόσο εἴμαστε ἀπόγονοι τῶν ἀρχαίων μας προγόνων, καὶ πόσο τρέχει μέσα στὶς ἀρτηρίες καὶ στὶς φλέβες μας αἷμα Φράγκων, Ἀράβων, Σλαύων, Ἀρβανιτάδων καὶ Ἀνατολιτῶν. Μ’ ὅλες τὶς μελέτες τῶν εἰδικῶν ἀνθρώπων δὲν καταφέρνουμε νὰ βεθαιωθοῦμε ἂν οἱ καθαρὲς οἱ ῥάτσες εἶναι δυνατότερες ἀπὸ τὶς ἀκάθαρτες. Καὶ μήπως ξέρουμε τάχα ἂν καμιὰ φυλὴ στὴ γῆ ἐπάνω εἶναι ἀπόλυτα καθαρὴ ἀπὸ ξένα αἵματα; Εἶναι βέβαια μιὰ στιγμὴ στὴν ἱστορία κάθε φυλῆς ποὺ δὲ γίνεται καινούρια σμίξη καὶ κατακάθονται μέσα της τὰ διάφορα αἵματα ποὺ τὴν ἀπαρτίζουν, καὶ ξεπροβάλλει τότε ἡ φυλὴ μὲ σταθερὰ καὶ ξεκομένα χαραχτηριστικά, τέτοια ἢ ἀλλοιώτικα. Τότε μπορεῖ νὰ ὀνομάσει κανεὶς τὴ φυλὴ αὐτὴ καθάρια. Καὶ μέσα στὶς ἄπειρες φυλὲς τῶν ἀνθρώπων εἶναι, μερικὲς καθάριες ποὺ βγάζουν ἄτομα φτενά, πλαστικά, λεπτοκαμωμένα καὶ ὄμορφα σὰν τὰ ἀράπικα τὰ ἄλογα.»
Ο Δραγούμης δεν αρνιόταν τη φυλετική σύνδεση των Ελλήνων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, στεκόταν όμως κριτικά απέναντι στην αντίληψη ότι είμαστε 100% ανόθευτοι από την αρχαιότητα ως σήμερα. Υπολόγιζε την ιστορική πορεία του Έθνους μας στο βάθος των αιώνων, αλλά και το με ποια κριτήρια συστάθηκε το νέο κράτος. Από τη ρωμαϊκή κατάκτηση, τη βυζαντινή μας αυτοκρατορία και την οθωμανοκρατία ζήσαμε μέσα σε αυτοκρατορίες πολυεθνικές και πολυφυλετικές. Με τους Μουσουλμάνους και τους Εβραίους η επιμειξία με τους Έλληνες ήταν αδύνατο να συμβεί για θρησκευτικούς λόγους. Συνεπώς, αυτό προστάτευσε το ελληνικό αίμα μας από τη νοθεία με τέτοιους λαούς. Όμως, με λαούς χριστιανικούς δεν υπήρχε κάτι που να εμποδίζει την επιμειξία εντός μιας αυτοκρατορίας. Αυτό άλλαξε όταν τα έθνη νίκησαν τον ιμπεριαλισμό, όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Τσάμπερλαιν. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε φυσικά και το ποιοι ορίστηκαν ως Έλληνες, με ποια κριτήρια δηλαδή, στις Εθνοσυνελεύσεις που γίνονταν την εποχή της Εθνεγερσίας μας και υπέγραφαν αγωνιστές όπως ο Κολοκοτρώνης, ο Παπαφλέσσας, ο Λόντος, ο Πετιμεζάς, ο Ζαϊμης, ο Ανδρούτσος, ο Κεφάλας, ο Πολυζωίδης που έσωσε τη ζωή του Κολοκοτρώνη, και διάφοροι άλλοι:
«Κεφ. Γ’ Δ η μ ό σ ι ο ν δ ί κ α ι ο ν τ ω ν Ε λ λ ή ν ω ν
- H κυριαρχία ενυπάρχει εις το έθνος πάσα εξουσία πηγάζει εξ’ αυτού και υπάρχει υπέρ αυτού.
6. Έλληνες είναι,
α. Όσοι αυτόχθονες της Ελληνικής επικράτειας πιστεύουσιν εις Χριστόν.
β. Όσοι από τους υπό τον Οθωμανικόν ζυγόν, πιστεύοντες εις Χριστόν, ήλθαν και θα έλθωσιν εις την Ελληνικήν επικράτειαν, δια να συναγωνισθώσιν ή να κατοικήσωσιν εις αυτήν.
γ. Όσοι εις ξένας επικρατείας είναι γεννημένοι από πατέρα Έλληνα.
8. Όσοι αυτόχθονες και μη και οι τούτων απόγονοι, πολιτογραφηθέντες εις ξένας επικρατείας πρό της δημοσιεύσεως του παρόντος συντάγματος, έλθωσιν εις την Ελληνικήν επικράτειαν, και ορκισθώσι τον Ελληνικόν όρκον.
ε. Όσοι ξένοι έλθωσι και πολιτογραφηθώσιν.»


Έχοντας στο μυαλό του αυτή την πραγματικότητα, έτσι όπως αυτή ορίστηκε από δημιουργίας του νεοελληνικού κράτους, ο Δραγούμης στάθηκε σκεπτικά και κριτικά απέναντι στην πραγματικότητα αυτή. Η επιστήμη δε μπορούσε να δώσει απαντήσεις την εποχή εκείνη για την καθαρότητα των Ελλήνων, στο κατά πόσο δηλαδή η επαφή με άλλους λαούς είχε αλλάξει τη βιολογική σύσταση του ελληνικού λαού:
«Χημικὴ ἀνάλυση τοῦ αἱμάτου δὲν μπόρεσε κανένας χημικός, κοινωνιολόγος ἢ ἐθνολόγος νὰ κάμει, ὥστε νὰ ξέρουμε πόσο εἴμαστε ἀπόγονοι τῶν ἀρχαίων μας προγόνων, καὶ πόσο τρέχει μέσα στὶς ἀρτηρίες καὶ στὶς φλέβες μας αἷμα Φράγκων, Ἀράβων, Σλαύων, Ἀρβανιτάδων καὶ Ἀνατολιτῶν. Μ’ ὅλες τὶς μελέτες τῶν εἰδικῶν ἀνθρώπων δὲν καταφέρνουμε νὰ βεβαιωθοῦμε ἂν οἱ καθαρὲς οἱ ῥάτσες εἶναι δυνατότερες ἀπὸ τὶς ἀκάθαρτες. Καὶ μήπως ξέρουμε τάχα ἂν καμιὰ φυλὴ στὴ γῆ ἐπάνω εἶναι ἀπόλυτα καθαρὴ ἀπὸ ξένα αἵματα;»
Και ο Δραγούμης οδηγείτο σε ένα ξεκάθαρο συμπέρασμα, συμφωνώντας με τον Τσάμπερλαιν, το οποίο είναι και η αλήθεια:
«Εἶναι βέβαια μιὰ στιγμὴ στὴν ἱστορία κάθε φυλῆς ποὺ δὲ γίνεται καινούρια σμίξη καὶ κατακάθονται μέσα της τὰ διάφορα αἵματα ποὺ τὴν ἀπαρτίζουν, καὶ ξεπροβάλλει τότε ἡ φυλὴ μὲ σταθερὰ καὶ ξεκομένα χαραχτηριστικά, τέτοια ἢ ἀλλοιώτικα. Τότε μπορεῖ νὰ ὀνομάσει κανεὶς τὴ φυλὴ αὐτὴ καθάρια.»
Εν τέλει οδηγείται σε ένα συμπέρασμα καθαρά φυλετικό, το θέτει ως στόχο για να πάψουν οι επαφές με άλλους λαούς, να προστατευτεί το ελληνικό αίμα και να καθαρίσει όλη η ξένη κληρονομικότητα από τις τόσες αυτοκρατορίες, την οποία η επιστήμη της βιολογίας δε μπορούσε στην εποχή του Δραγούμη να ορίσει σε τι βαθμό και κατά πόσο είχε επηρεάσει την ελληνική φυλή:
«Μιὰ φορὰ θὰ γίνει καθάρια ἡ φυλή σας, ὅταν κατασταλάξουν σὲ στρώματα πειθαρχημένα οἱ κληρονομικότητες ὅλες ποὺ κληρονομήσατε καὶ βγεῖ ὁ μέσος ὅρος, καὶ τότε θὰ ἔχετε σφαλήξει τὶς πόρτες στὰ ξένα αἵματα καὶ θὰ χαίρεστε, ξεμοναχιασμένοι, περήφανοι, ξεχωριστοί, μέσα σ᾽ ἕναν καινούργιο πολιτισμό ποὺ θὰ τὸν ἔχετε δημιουργήσει ἐσεῖς μονάχοι σας.»
Κι αν κατηγορείται για τα συμπεράσματα αυτά ο Δραγούμης, δεν θα πρέπει να ξεχνά κανείς τη διαπίστωση του Χίτλερ στο «Mein Kampf, στο δεύτερο τόμο, όπου ομολογούσε ότι οι Γερμανοί δεν ήταν καθαρή φυλή, και τον περιγελούσε για αυτό ο ιταλικός φασιστικός Τύπος3:
«O γερμανικός λαός δεν έχει πια δυστυχώς, σαν βάση μια ομοιογενή ράτσα. Και η συγχώνευση των πρωταρχικών στοιχείων δεν έκανε τέτοιες προόδους ώστε να πούμε ότι βγήκε μια καινούργια ράτσα απ’ αυτή την συγχώνευση. Στην πραγματικότητα, οι εξακολουθητικές επιμίξεις που, συγκεκριμένα μετά τον τριακονταετή πόλεμο, αδυνάτισαν το αίμα του λαού μας, δεν τον οδήγησαν μόνο στην οργανική αποσύνθεση αλλά επηρέασαν και την σκέψη του. Τα ανοιχτά σύνορα της πατρίδας μας, η επαφή με πολιτεύματα εξωγερμανικά κατά μάκρος των συνοριακών επαρχιών, προπάντων η μεγάλη κι αιφνίδια συρροή ξένου αίματος στο εσωτερικό του Ράιχ, δεν άφησαν με τη σταθερή ανανέωσή τους, τον αναγκαίο χρόνο για να φθάσουμε σε μια ολοκληρωτική συγχώνευση. Απ’ αυτό το καζάνι της μπουγάδας δεν βγήκε μια καινούργια ράτσα· τα εθνικά στοιχεία έμειναν διαχωρισμένα και το αποτέλεσμα φάνηκε όταν μια κρίσιμη ώρα, που συνήθως το κοπάδι συγκεντρώνεται, ο γερμανικός λαός διασκορπίστηκε προς όλες τις κατευθύνσεις4.»
Και ο Χίτλερ και ο Δραγούμης ήθελαν απλώς να σταματήσει η επαφή με άλλους λαούς και διαπίστωναν με ειλικρίνεια ότι η καθαρότητα δεν υπήρχε στο 100% για το έθνος τους κι ότι ακόμα δεν είχε προκύψει η καινούρια φυλή του έθνους τους. Να τονίσουμε και πάλι τον στόχο που έθετε ο Δραγούμης; Να σταματήσει η επαφή με άλλους λαούς και να κλειστεί το ελληνικό έθνος στα σύνορά του, ώστε να κατακάτσουν τα αίματα και να δηιιουργηθεί έτσι η καθαρή φυλή των Ελλήνων: «Μιὰ φορὰ θὰ γίνει καθάρια ἡ φυλή σας, ὅταν κατασταλάξουν σὲ στρώματα πειθαρχημένα οἱ κληρονομικότητες ὅλες ποὺ κληρονομήσατε καὶ βγεῖ ὁ μέσος ὅρος, καὶ τότε θὰ ἔχετε σφαλήξει τὶς πόρτες στὰ ξένα αἵματα καὶ θὰ χαίρεστε».
Ας μην ξεχνάμε ότι ήταν αντίθετος στην ιδέα του Σουλιώτη για μια ανατολική αυτοκρατορία όπου όλοι οι λαοί της θα ενώνονταν για να δημιουργήσουν μια νέα ράτσα, ανατολίτικη. Ο Δραγούμης του απάντησε ως εξής: «Μὰ δὲν μπορῶ νὰ μὴ βλέπω καὶ τὴν αἰωνιότητα τῶν διαφορῶν ποὺ χωρίζουν τὶς φυλὲς ἀναμεταξύ τους». Ο Δραγούμης δεν ήθελε αυτοκρατορία πολυεθνική για να προστατευτεί το ελληνικό αίμα και ήθελε κράτος εθνικό που θα βασιζόταν στη φυλετική πολιτική, κάτι που συμπεριέλαβε στο πολιτικο του πρόγραμμα το 1916. Ομοίως ο Χίτλερ δήλωνε στο Mein Kampf πως «το κράτος είναι φυλετικός κι όχι οικονομικός οργανισμός5». Όπως ο Δραγούμης, νωρίτερα από τον Χίτλερ, δεν ήθελε πολυεθνική αυτοκρατορία, έτσι κι ο Χίτλερ βίωνε ως νεαρός τη σύγχυση στην πολυεθνική Βιέννη της Αυστροουγγαρίας: «Όσο ζούσα πια σ’ αυτή την πόλη, τόσο το μίσος μου γι’ αυτό το ανακάτεμα ξένων φυλών που τεμάχιζε τούτο το πανάρχαιο κέντρο της γερμανικής κουλτούρας μεγάλωνε. Η ιδέα ότι μπορούσαν να παραταθούν ακόμη οι μέρες ζωής αυτού του κράτους μου φαινόταν πραγματικά γελοία6».
Στην εποχή μας έχουμε ευτυχήσει να έχουμε την εξέλιξη της επιστήμης ως σύμμαχο και οδηγό μας στις απαντήσεις που χρειαζόμαστε για να γνωρίσουμε το παρελθόν μας, να απαντήσουμε με βεβαιότητα για το παρόν μας αλλά και για να ορίσουμε το μέλλον μας.

Ο Φαλμεράιερ κι ο Ρόζενμπεργκ διαψεύσθηκαν από τις έρευνες των γενετιστών, από τον Σταματογιαννόπουλο και τον Κωνσταντίνο Τριανταφυλλίδη. Ο Δραγούμης έλαβε τις απαντήσεις που αναζητούσε στην εποχή του για την καθαρότητα των Ελλήνων. Τώρα πια δεν μας αφορά το παρελθόν, ξέρουμε ποιοι είμαστε και από που ερχόμαστε. Πρέπει να ορίσουμε το που πάμε και το αν θα συνεχίσουμε να διατηρούμε τη κληρονομικότητα της καταγωγής μας. Η παγκοσμιοποίηση είναι ο εχθρός μας και σε αυτή την τάση της εποχής μας πρέπει να απαντήσουμε: Έθνος-Κράτος και μία ομοιογενής κοινότητα στο αίμα και τον πολιτισμό.


Ήμασταν Έλληνες, συνεχίζουμε να είμαστε Έλληνες και ΘΕΛΟΥΜΕ να συνεχίσουμε να είμαστε Έλληνες. Μας το είπε ο Δραγούμης πότε θα είμαστε ευτυχισμένο έθνος: «θὰ ἔχετε σφαλήξει τὶς πόρτες στὰ ξένα αἵματα καὶ θὰ χαίρεστε». Το σίγουρο ήταν πως οι Έλληνες δεν είχαν χάσει την εθνική τους συνείδηση στα χρόνια του Δραγούμη: «Ἀπὸ τὴν πρωτινὴ Ἑλληνικὴ ψυχή σας ἀπόμειναν σημαντικὰ σημάδια στὰ σωθικά σας. Μὰ τί κι ἂν ἐχάσατε μερικὰ ἄλλα της στοιχεῖα; Μήπως δὲν ἀποχτήσατε καινούρια καὶ διαφορετικά; Τὴν ψυχή, τὴν ἀνθρώπινη, τὴν ἐλεύτερη, τὴν πλατύτερα Ἑλληνική, δὲν τὴν ἐχάσατε, τί κλαῖτε; Τί βαριέστε ποὺ ζεῖτε; Ποια στραβωμάρα σᾶς κατέχει; ᾿Ανοῖξτε τὰ μάτια σας, ἀνοῖξτε τὰ μάτια σας!»

Σήμερα η παγκοσμιοποίηση απειλεί να συνθλίψει και τη βιολογική μας συνέχεια από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, αλλά και την εθνική μας συνείδηση. Κι επειδή, όπως έχω ξαναπεί, καμία θρησκεία δεν καθορίζει τους γάμους που θα τελέσει, επιβάλλεται να δημιουργηθεί ένα εθνικό κράτος με πολιτική καθαρά φυλετική κι όταν λέμε φυλετική εννοούμε κάτι πολύ απλό: οι Έλληνες με τις Ελληνίδες!
1Julius Evola, «Ο μύθος του αίματος – Η γέννηση του φυλετισμού», εκδόσεις Νέα Γενεά.
2Houston Stewart Chamberlain, Τα θεμέλια του 19ου αιώνος, εκδόσεις Νέα Γενεά
3Βλέπε «Φυλετισμός και Αντισημιτισμός στην Ιταλία του Μεσοπολέμου», εκδόσεις Νέα Γενεά.
4Αδόλφος Χίτλερ, Ο Αγών μου, Β’ τόμος, Το Κράτος, σελίδα 452.
5Αδόλφος Χίτλερ, Ο Αγών μου, Α’ τόμος, Μόναχο, σελίδα 169.
6Αδόλφος Χίτλερ, Ο Αγών μου, Α’ τόμος, Πολιτικές πεποιθήσεις από τα χρόνια που έζησ στη Βιέννη, σελίδα 139.