
Γράφει ο Αλέξανδρος Καρράς
«Σε αυτή την ζωή δεν ημπορεί να είμαι τίποτε άλλο παρά Έλληνας, και δεν εννοώ πολίτης και υπήκοος του Ελληνικού Κράτους, αλλά Έλληνας στο αίσθημα και στην ψυχή, ένα άτομο μέσα στην ατέλειωτη σειρά του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος της ράτσας μου, αλλά άτομο αναπόσπαστο…» Ιωάννης Μεταξάς
Το σύστημα πιστεύει ότι ο εθνικισμός μας προέρχεται από την εποχή του Μεσοπολέμου και την εμφάνιση του Φασισμού. Ο εθνικισμός μας όμως προέρχεται από πολύ πιο πίσω. Από το Δραγούμη και τον Μελά και την οργάνωση της απελευθέρωσης της Μακεδονίας. Έρχεται από τους Βαλκανικούς Πολέμους του ’12-’13 και τον βασιλιά Κωνσταντίνο τον Στρατηλάτη που με τον Δραγούμη, τον Μεταξά και τον Δούσμανη απελευθέρωσαν τη Θεσσαλονίκη. Έρχεται από τους Επίστρατους του Μεταξά, τους εξόριστους Μεταξά και Δραγούμη από τον Βενιζέλο, απ’ όλους τους αντιβενιζελικούς κι από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου και το «ΟΧΙ» στον επεκτατισμό της Ιταλίας και του Άξονα, από τον Γρίβα που αντιστάθηκε στις κατοχικές δυνάμεις με την Οργάνωση ”Χ” κι οι Ναζί τον ήθελαν νεκρό ή ζωντανό. Κι απ’ όλους εκείνους που πολέμησαν τον κομμουνισμό το ’43-49. Αυτοί είμαστε, αυτός είναι ο εθνικισμός μας!
Τα περί φασισμού είναι μεταπολεμικές ανοησίες που στόχο έχουν να συσκοτίσουν την ιστορική αλήθεια και τα πραγματικά γεγονότα.
Ο Μεταξάς ήταν η μεγάλη δικαίωση των αντιβενιζελικών. Με τον Μεταξά ολοκληρώθηκε ένας κύκλος ιστορικός και δυστυχώς σήμερα στη θέση του Βενιζέλου δεν είναι εκείνος που θα έπρεπε να είναι. Γιατί αν με τον Βενιζέλο η Ελλάς διπλασιάστηκε, με τον Μεταξά διατηρήθηκε και αυξήθηκε με την προσάρτηση των Δωδεκανήσων. Σημασία δεν έχει ποιος κατέκτησε και πότε, αλλά ποιος διατήρησε τα κεκτημένα προσθέτοντας κάτι ακόμα. Γι’ αυτό όλοι εμείς αγαπάμε τον Ιωάννη Μεταξά. Γιατί εκείνος δεν έκανε ποτέ την αισχρή δήλωση «το δωδεκανησιακό ζήτημα δεν αφορά την Ελλάδα αλλά τους Δωδεκανησίους και την Ιταλία», όπως ο Βενιζέλος το 1928. Τι είπε στις 30 Οκτωβρίου του 1940 ο Μεταξάς; «Λοιπόν επειθυμώ να σας τονίσω τούτο: εκείνοι οι οποίοι εις το τηλεγράφημα αυτό δεν βλέπουν γραπτήν την επιβεβαίωσιν αγράφου συμφωνίας διά τα Δωδεκάνησα, δεν ξέρουν να διαβάζουν μέσα από τις γραμμές. Και κάτι άλλο. Τα Δωδεκάνησα προδικάζουν…»
Ο Γεώργιος Γρίβας λίγα χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου θα δικαιώσει τον Μεταξά και θα κάνει την αυτοκριτική του: «Ὁ Θεὸς σχωρέσοι τὴν ψυχὴ τοῦ Μεταξᾶ. Καὶ νὰ τὴν σχωρέσῃ δυὸ φορές. Διότι ἐμούτζωσε τοὺς πολιτικοὺς καὶ ἐξέσχισε τὸ Σύνταγμα πρὸ τῆς ἀνάγκης νὰ σωθῇ ἡ Ἑλλὰς. Διότι ἐπρόλαβε καὶ ἐκτύπησε τὸν κομμουνισμὸν ὥστε νὰ πραγματοποιηθῇ τὸ Ἀλβανικὸν ἔπος. […] Ὁ Ἑλληνικὸς λαός, ὅμως, δὲν θὰ ξεχάσῃ ποτὲ τὸ ἔργον τοῦ Μεταξᾶ καὶ αὐτὸ θὰ εἶναι ἡ καλυτέρα μετὰ θάνατον ἀμοιβή του. Δὲν ὑπήρξαμεν τότε φίλοι του. Σήμερον ὅμως ὑποκλινόμεθα καὶ τιμῶμεν τὸ ἔργον του. Ἀλλά, μᾶς λέγουν, ὁ Μεταξᾶς ὑπῆρξε δικτάτωρ. Δὲν μᾶς συγκινοῦν οἱ τύποι, οὔτε αἱ κεναὶ λέξεις τῶν θεωρητικῶν τῆς πολιτικῆς. Οἱ θεσμοὶ δὲν ἔχουν οὐδεμίαν ἀξίαν. Ἐκεῖνο ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα. Χάρις εἰς τὸν Μεταξᾶ ἡ Ἑλλὰς ἐσώθη τότε καὶ ἐδοξάσθη».
Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ήταν ξεκάθαρα μια διακυβέρνηση με όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτήριζαν τις φασιστικές δικτατορίες. Αυτά είναι γνωστά κι ο Μεταξάς το ομολογεί στο τετράδιο σκέψεών του τονίζοντας ότι για τον λόγο αυτό ο Μουσολίνι κι ο Χίτλερ έπρεπε να υποστηρίζουν την Ελλάδα, ανεξαρτήτως της εξωτερικής της πολιτικής η οποία ορίζετο αποκλειστικά και μόνο από τον χάρτη, δηλαδή από το αιώνιο δόγμα «αιχμάλωτοι της γεωγραφίας». Μόνη διαφορά για τον Μεταξά ήταν ότι δεν είχε μονοκομματική κυβέρνηση, όπως ο Χίτλερ κι ο Μουσολίνι: «Η Ελλάς έγινε από της 4ης Αυγούστου Κράτος αντικομμουνιστικό, Κράτος αντικοινοβουλευτικό, Κράτος ολοκληρωτικό, Κράτος με βάση αγροτική και εργατική, και κατά συνέπεια αντιπλουτοκρατικό. Δεν είχε βέβαια κόμμα ιδιαίτερο να κυβερνά. Αλλά κόμμα ήταν ο λαός, εκτός από τους αδιόρθωτους κομμουνιστάς και τους αντιδραστικούς παλαιοκομματικούς. Επομένως αν ο Χίτλερ και ο Μουσσολίνι αγωνιζότανε πραγματικά για την ιδεολογία που υψώνανε για σημαία, έπρεπε να υποστηρίζουν παντού την Ελλάδα με όλη τους τη δύναμη».
Λίγο πιο κάτω ξαναγράφει ότι η Ελλάς κι η Ιταλία είχαν συγγενικό καθεστώς: «Επομένως η Ιταλία, που ωστόσο ανεγνώριζε την συγγένεια του ελληνικού καθεστώτος προς το δικό της, έπρεπε να είναι φιλικότατη προς την Ελλάδα, ειλικρινά και πιστά φιλικότατη. Και όμως ήταν εχθρική. Από εξ αρχής εχθρική. Και στο τέλος επεζήτησε να την κατακτήσει και να την υποδουλώσει».
Για τους λόγους αυτούς ο Μεταξάς κατηγορεί τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι ότι πούλησαν την φασιστική ιδεολογία για την ιδέα του ιμπεριαλισμού κι ότι χρησιμοποίησαν την σημαία του φασισμού για να εξαπατήσουν τους λαούς τους κι ότι όλα τα φασιστικά στοιχεία που χαρακτήριζαν τα κράτη τους ήταν επίπλαστα. Συγκεκριμένα γράφει στο ίδιο κείμενο στις 2 Ιανουαρίου του 1941: «Για να ενεργήση έτσι η Γερμανία απέναντί μας, θα πει ότι και αυτή σχετικά με την Ελλάδα οδηγείται όχι από τα ελατήρια της ιδεολογικής της σημαίας, αλλά από τα άλλα. Και αυτό είναι, όπως φαίνεται καθαρά στο ελληνικό ζήτημα, ο σκοπός να κρημνίσει την Αγγλική Αυτοκρατορία και να κληρονομήση τα ερείπια της. Επαναλέγω: Μπορεί η Γερμανία πρώτα και η Ιταλία ύστερα να άρχισαν με καθαρά ιδεολογικά ελατήρια φαινομενικά, και να καταλήξανε εις καθαρότατα κατακτητικά και συμφεροντολογικά. Και αυτό αποδείχνει ότι και τα τελευταία ήσαν τα βαθύτερα και επομένως τα πραγματικά, και επομένως τα πρώτα μόνον φαινομενικά και κατά συνέπειαν ψεύτικα, και κατά συνέπειαν για εξαπάτηση των λαών τους και του κόσμου. Ώστε και ο αντικομμουνισμός τους ψεύτικος, και η ολοκληρωτικότητά τους η κρατική ψεύτικη, και ο αντικοινοβουλευτισμός τους ψεύτικος, και η αντιπλουτοκρατία τους ψεύτικη, και ότι άλλο παρόμοιο ψεύτικο. Αληθινό δε, είναι ένας διψασμένος ιμπεριαλισμός. Αυτός για τον οποίον κατηγορούνε τους Άγγλους».
Ο Μεταξάς μετά τα συμπεράσματα αυτά και την απογοήτευση που του έχει προξενήσει η επιθετικότητα του Άξονα εναντίον της μικρής χώρας μας γίνεται αφοριστικός: «Μια φορά είναι όχι μόνον μωρός αλλά και κακόπιστος ο Έλληνας που πιστεύει ακόμα τώρα πλέον, με αυτά που βλέπουμε γύρω μας, σε ιδεολογίες του Χίτλερ και πολύ περισσότερο του Μουσσολίνι. Είναι μεγάλοι άνθρωποι αλλά χαμηλοί, πολύ χαμηλοί. Ούτε σε γερμανικές ιδεολογίες και ρομαντισμούς. Ιταλικές δεν υπάρχουνε».
Συνεπώς, ο Μεταξάς ακόμα κι αν δημιούργησε φασιστικό κράτος, δηλαδή ολοκληρωτικό, αυτό δεν τον εμπόδισε να αντισταθεί σε κράτη με συγγενές καθεστώς, δεν πούλησε την χώρα για την ιδεολογία και το πολίτευμα. Ο Μανιαδάκης τους γερμανόφιλους τους έβαλε στη φυλακή άλλωστε. Δεν είναι λοιπόν λόγος αυτός για να βρίσκεται στη θέση του ο Βενιζέλος με το όνομά του σε αεροδρόμιο, λεωφόρους και πλατείες, ο άνθρωπος που ήταν δηλωμένος θαυμαστής του φασισμού και του Μουσολίνι κι είχε επιχειρήσει να ανατρέψει το δημοκρατικό πολίτευμα με κινήματα προκειμένου να εγκαθιδρύσει ένα μονοκομματικό κράτος στα μουσολινικά πρότυπα.
Κάποτε πρέπει να πούμε την αλήθεια χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Δεν ξέρουμε τι θα έκανε σε σχέση με την φασιστική Ιταλία ο Βενιζέλος αν βρισκόταν στη θέση του Μεταξά το 1940. Έχουμε δύο δεδομένα: Ο Βενιζέλος υπέκυψε στους Αγγλογάλλους κι έπραττε κατά πώς επιθυμούσαν εξορίζοντας όλους τους πολιτικούς του αντιπάλους, αφού πρώτα επιβλήθηκε με τις γαλλικές λόγχες και, μετά το ελληνο-ιταλικό σύμφωνο του 1928, αρνήθηκε τον Δωδεκανησιακό λαό. Ο Μεταξάς δεν υπέκυψε στα συγγενικά του καθεστώτα, είπε το δικό του «Μολών λαβέ» στους Ιταλούς και διεκδίκησε τα Δωδεκάνησα με τη γεωπολιτική του στρατηγική, διατηρώντας φυσικά την εξωτερική πολιτική που είχε καλλιεργήσει ο Βενιζέλος μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, για να είμαστε δίκαιοι. Ο Βενιζέλος πέθανε αυτοεξόριστος στο Παρίσι μετά από το αποτυχημένο του πραξικόπημα, εκεί που τον φυγάδευσε ο Μουσολίνι. Ο Μεταξάς πέθανε ως Εθνικός Κυβερνήτης τη στιγμή που η Ελλάς νικούσε τον Μουσολίνι και ο λαός μας τραγουδούσε «Κορόιδο Μουσολίνι κανείς σας δε θα μείνει…». Ο Θεός είχε φυλάξει για τον καθένα τους το τέλος που τους άξιζε: εξορία για τον Βενιζέλο, δάφνες και εξουσία για τον Μεταξά. Και για την Ελλάδα τα νησιά της! Τα νησιά που ο Μουσολίνι είχε επιχειρήσει να ιταλοποιήσει!