Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει την φράση «δεν έχουμε παιδεία σα λαός»; Πόσες φορές όμως το συζητήσαμε εκτενέστερα ή έστω να προβληματιστήκαμε μονάχοι μας για το μεγάλο ομολογουμένως αυτό πρόβλημα; Το πρόβλημα αυτό έχει υπαίτιους. Κανένα αποτέλεσμα δεν δημιουργείται χωρίς κάποια αιτία και χωρίς την δράση κάποιων. Με το να διαπιστώνουμε με αλαζονεία το αιτιατό σαν να ανακαλύψαμε ότι η γη γυρίζει είναι ανώφελο, είναι βλακεία, είναι τύφλα. Το αιτιατό αποτελεί ένα γεγονός που θέλει χρόνο για να διαπιστωθεί μέχρι να πάρει σάρκα και οστά ώστε να το αντιληφθούν οι πολλοί. Οι λίγοι όμως πολλές φορές ανακαλύπτουν το αιτιατό όταν η αιτία είναι σε εξέλιξη. Σήμερα, στην σύγχρονη εποχή του έθνους μας οφείλουμε να ασχοληθούμε και να πολεμήσουμε την αιτία που μας σκοτώνει ως λαό και ως φυλή. Από την εποχή της μεταπολίτευσης και ελέω δεξιάς τα σχολεία και τα πανεπιστήμια έγιναν το ορμητήριο των κομμουνιστών προς τις ψυχές των ανυποψίαστων παιδιών του έθνους μας. «Η ανθρωπιστική παιδεία είναι ο στόχος των επιθέσεων των κομμάτων της αριστεράς» έλεγε ο Συκουτρής από το 1928, πράγμα που σημαίνει ότι το πρόβλημα δεν παρουσιάστηκε σήμερα! Εκεί μέσα λοιπόν οι κομμουνιστές φρόντισαν όχι να μορφώσουν αλλά να διαμορφώσουν ανθρώπους χωρίς χαρακτήρα, χωρίς πίστη και χωρίς αγάπη για το έθνος, το λαό και την εργασία. Σήμερα αντιμετωπίζουμε το αποτέλεσμα της καλλιέργειας των παιδιών μας. Μιας καλλιέργειας που μας προσέφερε σάπιους καρπούς. Διότι στην ρίζα της ψυχής τους οι κομμουνιστές έχυσαν το δηλητήριο του μαρξισμού και του ατομισμού. Και δεν πρέπει να εξαπατόμαστε με την εύκολη απάντηση πως «η παιδεία ξεκινά από το σπίτι». Ας σκεφτούμε ότι δυο γενιές που θα διαμορφωθούν με ένα συγκεκριμένο σύστημα παιδείας θα βγάλουν μια όμοια τρίτη γενιά διότι θα έχουν διαμορφωθεί με συγκεκριμένες ιδέες που μόνο οι εξαιρέσεις θα έχουν απορρίψει κι αυτές είναι πάντα μειοψηφία. Και φυσικά ας μην ξεχνάμε τα μέσα προπαγάνδας όπως η τηλεόραση, η μουσική και ο κινηματογράφος που εξασφαλίζουν την «μόρφωση» ενός λαού όπως επιθυμεί το κράτος. Καλώ τον αναγνώστη της ιστοσελίδας «Εθνικόν Κράτος» να επισκεφθεί τις ιστοσελίδες των πανεπιστημίων και να διαπιστώσει πως δηλητηριάζεται η νεολαία μας με ημερίδες περί προσφύγων, μαρξιστικής θεωρίας και αντιρατσισμού.
Στο πρόβλημα της εθνικής μας παιδείας έχουμε όλοι ευθύνη. Πρώτα απ’ όλα η εμμονή των γονέων, θείων, παππούδων να θέλουν όλοι τους οι απόγονοι να γίνουν επιστήμονες και νομικοί. Ο Δραγούμης σημείωνε στο «Όσοι ζωντανοί»: «Από την ξυπασιά του κοσμάκη για το γραμματισμένο, το γράμμα και γράμματα, πλάστηκε το λαϊκό ιδανικό που εκφράζεται έτσι «να μάθουν τα παιδιά μου γράμματα». Απ’ αυτό λοιπόν ο Αλέξης έπλαθε το ιδανικό «να φτειάσωμε απογόνους». Και οι απόγονοι θα γίνουν, άμα αγωνιζόμαστε για κάποιο εθνικό ιδανικό κι εύρουμε συνάμα την ιδεολογία μας ή τη φιλοσοφία μας που να τη μεταγγίσωμε κάπως στον πολύ κόσμο. Η παιδεία σ’ ένα έθνος φανερώνει τη διανοητική της κατάσταση. Μα τα σκολειά, πλασμένα σύμφωνα με την ιδεολογία μιας τάξης ανθρώπων, γίνονταν αιτία, που επιδρά επάνω σ’ όλη την κοινωνία. Και έτσι η παιδεία είναι και αποτέλεσμα και αιτία. Τα σκολειά στη Ρωμιοσύνη, έργα της αδειανής σοφίας και αφημένα στην απόλυτη διάκριση των γραμματισμένων του έθνους, πασκίζουν να διαιωνίσουν την ξεραϊλα της λογιώτατης παράδοσης και κάθε νέκρας, φορτώνοντας την στα παιδιά όλου του έθνους για να μην τύχη και χαθή, και παραμορφώνεται έτσι ότι καλό μπορεί να έχει από φυσικό του το ελληνόπουλο». Ενώ σε άρθρο του στο Νουμά έγραφε και τόνιζε πόσο κακό είναι για το έθνος η μετανάστευση από το χωριό στις πόλεις: «Εκείνοι που αφήνουν το χωριό τους και παν σε μεγαλύτερα κέντρα για να σπουδάσουν, εκείνοι που, με κάποια υποστήριξη, είτε της οικογένειας είτε των φίλων, του βουλευτή τους ή του Δεσπότη, εξακολουθούν τις σπουδές τους, και από το χωριάτικο σχολειό της χώρας, στο γυμνάσιο, κ’ έπειτα στο πανεπιστήμιο. Οι χωριάτες δεν ξέρουν τι κάνουν στέλνοντας τα παιδιά τους σε ανώτερα σχολεία. «Για να γίνεις άνθρωπος, λεν του παιδιού τους, πρέπει να πας στο Γυμνάσιο να μάθεις γράμματα». Και αφού τελειώσει το Γυμνάσιο, το στέλνουν και στο Πανεπιστήμιο. Φαντάζονται πως αν γίνει γιατρός ή δικηγόρος ο γιός τους, θα τιμηθεί τάχα η οικογένεια. Μα δε νοιώθουν πως τιμή είναι η δουλειά, κι ούτε το γυμνάσιο, ούτε το επάγγελμα κάνουν τον άνθρωπο. Άνθρωπος είναι εκείνος που έχει οικογενειακή ανατροφή, είτε σε πολιτεία ανατράφηκε είτε σε χωριό, είτε ξέρει γράμματα, είτε δεν ξέρει. Άνθρωπος είναι εκείνος που παίρνει τη δουλειά του πατέρα του και την καλλιτερεύει».
Λίγο παρακάτω σημειώνει με απόλυτη ευστοχία το πραγματικό πρόβλημα: «Ένοιωθε πως την ώρα τούτη και κάθε στιγμή και ώρα τα παιδιά του έθνους καταστρέφονται από τους δασκάλους, που μοιάζουν μπόγιες και δήμιοι, λέγοντας: «Πρέπει να καταπλακωθή η ζωή, να ξεραθή η ψυχή, να πνιχτή το πνεύμα και να βασιλέψη το γράμμα, τα γράμματα, η γραμματική και οι γραμματισμένοι». Ο Συκουτρής το 1928 στο «Ημείς και οι αρχαίοι» εντοπίζει το πρόβλημα όμοια με τον Δραγούμη: «Οι μαθηταί ουδέποτε κατώρθωσαν ν’ ανακαλύψουν τας ωραιότητας εκείνας, τας οποίας απεστήθιζον από το εγχειρίδιον γραμματολογίας, πολύ δε ολιγώτερον να τας αισθανθούν…η φιλοσοφία ως μάθημα και ως πρόβλημα της ζωής, ηγνοήθη τελείως κατά τον παρελθόντα αιώνα εις τους σχολικούς μας κύκλους. Έλειπε και από τον όλον πνευματικόν μας ορίζοντα και, ως ανάγκη της ζωής, ουδέποτε ηνώχλησε την μακαριότητά μας». Και ο Παλαμάς ήδη από το 1897, πρωτύτερα δηλαδή: «Δεν χρειάζεται πολλή φιλοσοφία διά να εννοηθή ότι στην Ελλάδα ζη και βασιλεύει μέχρις ώρας ο διδάσκαλος ο αμαθής και σχολαστικός και αποκτηνωτής της ανθρωπίνης ψυχής».
Αναμφισβήτητα οι τρεις αυτοί μεγάλοι διανοητές του ελληνικού πολιτισμού είχαν δίκιο και μπορεί να συμπληρώσει τα παραπάνω λόγια ο Πλούταρχος από το βιβλίο Περί παίδων αγωγής, γιατί ένα άλλο έγκλημα στην εποχή μας είναι η πίεση που ασκεί η οικογένεια και το σύστημα παιδείας στη νεολαία: «Πιέζοντας τα παιδιά τους να είναι πρώτα απ’ όλα τα φορτώνουν με δυσβάταχτες υποχρεώσεις και κουρασμένοι απ’ όλα αυτά γονατίζουν και κάτω κι από άλλες αφόρητες πιέσεις δε δέχονται με ηρεμία την μάθηση. Γιατί όπως ακριβώς τα φυτά με λογικό νερό ποτίζονται ενώ με υπερβολικό πνίγονται, με τον ίδιο τρόπο η ψυχή ανατρέφεται με ελεγχόμενους κόπους ενώ καταποντίζεται με τις αβάσταχτες υποχρεώσεις μόρφωσης». Φροντιστήρια, ξένες γλώσσες, μουσική και αθλητισμός συνήθως είναι η καθημερινότητα ενός μέσου παιδιού στην εποχή μας ή τουλάχιστον λίγο πριν την κρίση που επέβαλλε το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα σε συνεργασία με τους απατεώνες που λέγονται βουλευτές.
Και ποιο το ιδανικό, ποια η ηθικοπλαστική της «εθνικής» παιδείας μας, ποιος ο στόχος αυτής; Ας δούμε και πάλι τον Δραγούμη: «Είναι δυο Ελλάδες ανάμεσα στην Ανατολή και στη Δύση. Για να ενωθούν πολιτικά πρέπει πρώτα να ενωθούν ηθικά, δηλαδή να τραφούν με τα ίδια εθνικά ιδανικά. Ποιος θα τους τα δώση, αν δεν είναι ικανό το σκολειό να τους τα δώση; Η κοινωνία; Μα η κοινωνία είναι πελαγωμένη στη θάλασσα των ατομικών ιδανικών, που μπορεί να τα ονομάση κανείς και αλλοιώς, φιλοδοξίες, ανάγκες ή συμφέροντα με τις σχετικές τους το καθένα θεωρίες. Ιδανικό τάχα είναι να θέλης να γίνης βουλευτής ή πρωθυπουργός; Να κάνης χρήματα; Να πάρης πλούσια νύφη; Να κάνεις παρλάτες; Να μην κάνεις τίποτε; Να γράφης στίχους; Να φορής καλοκομμένα ρούχα; Να παίζης πιάνο; Να κορδώνεσαι σουλατσέρνοντας στις πλατείες; Να κοπροσκυλιάζης στα καφενεία; Να δείχνεσαι στα σαλόνια και να παπαρδελιάζεις γαλλικά; Ποιο εθνικό ιδανικό και ποια τάχα ιδεολογία τους μεταδίδουν οι δάσκαλοί τους;». Ο Συκουτρής απαντά στον Δραγούμη και σε όλους μας: «Η ιδεολογία «φάγωμεν, πιούμεν» δε αυτή εμβάλλει εις απορίαν δι’ έναν λαόν, όστις, είτε εξ ιδιοσυγκρασίας είτε εξ ιστορικών λόγων, είναι κατά βάθος ατομικιστικός και συμφεροντολόγος».
Πικρή αλήθεια. Όποιος γνωρίζει καλά την σημερινή κοινωνία κι ειδικά τον αστικό πληθυσμό μπορεί πολύ εύκολα να οδηγηθεί στο ίδιο συμπέρασμα. Αυτό το συμφέρον το ατομικό που ισοπεδώνει το συλλογικό, δηλαδή το εθνικό, το είδαμε να επηρεάζει την πολιτική εξέλιξη του έθνους μας και να συνδέεται με το κοινοβουλευτικό αλισβερίσι, δηλαδή μεταξύ επίδοξων βουλευτών και ψηφοφόρων. Κι αυτό το ατομικό συμφέρον μετατράπηκε σε ιδανικό κι η κοινωνία καταστράφηκε κι από τους βουλευτές κι από τον λαό. Διότι οι πρώτοι είναι καθρέφτης του δεύτερου. Ας δούμε και πάλι τον Δραγούμη:
«Το μυαλό τους απομένει διεστραμμένο ή αδειανό, οι γνώσες τους είναι αποστηθισμένες παπαγαλίστικα και άχρηστες για τη ζωή, ο χαρακτήρας τους χειρότερος παρά πριν αφήσουν το σπίτι του πατέρα τους. Ξεσκολίζουν τα μαθήματα με άπειρη τεμπελιά και με λάβαρο το φτωχότερο και στενώτερο ατομικό συμφέρον για ιδανικό και προσθέτουν έτσι άλλον έναν κόκκο αναρχίας διανοητικής στη θάλασσα των φτωχών, στενών, μίζερων ατομικών ιδανικών, που βρίσκονται πελαγωμένοι μέσα οι άνθρωποι. Την ελευτεριά τους, τη ζωντανάδα τους, τη θέληση τους, τις έχουν πλακώσει ανωφέλευτα βάρη, που τους εζάρωσαν το νου και τους εμίκραιναν την ψυχή γεμίζοντάς την με μιαν αρρωστιάρικη ανησυχία για το πως θα βγάλουν το ψωμί τους μονάχα. Μ’ αυτή τους την ανησυχία, χωρίς αυτοπεποίθηση, βγαίνουν από το σκολειό και αντικρίζουν την κοινωνία και οι περισσότεροι σκύβουν και γίνονται σκλάβοι εκεινού που θα τους παρασταθή για να απολάψουν μια θεσούλα». Και για μια ακόμα φορά ο μεγάλος Έλλην φιλόσοφος Ιωάννης Συκουτρής στο «Ημείς και οι αρχαίοι» ταυτίζεται με την άποψη του Δραγούμη την οποία αξίζει να παραθέσουμε ολόκληρη: «θα εχαιρέτιζα μετά ιδιαιτέρας χαράς κάθε μέτρον – και οικονομικόν έστω – που θα έδιδεν εις την μέσην και ανωτάτην μας εκπαίδευσιν χαρακτήρα αριστοκρατικώτερον. Θ’ απήλλαττε το γυμνάσιον και το Πανεπιστήμιον από τον άχρηστον όχλον των μετριοτήτων, τας οποίας η ευκολία της σπουδής η οικονομική αποσπά από τα επαγγέλματα των πατέρων των, εις τα οποία χρησιμώτεροι θα ήσαν προς την εθνικήν ολότητα. Αφ’ ετέρου δε θα εδημιούργει υλικούς προς πλουτισμόν και τελειοτέραν διαρρύθμισιν των διδακτηρίων και των διδακτικών μέσων και προς πληρεστέραν υλικήν ενίσχυσιν αληθινά υδιοφυών απόρων σπουδαστών. Τα οικονομικά ταύτα μέτρα – σιωπηρώς εφαρμοσθέντα εις τα γυμνάσια του υποδούλου ελληνισμού με άριστα αποτελέσματα – δεν θα έθιγον βεβαίως αριθμόν τινά πλουσίων ανικανοτήτων. Αλλά κέρδος θα ήτο να περιορισθούν αύται έστω και κατά τον αριθμόν – τον πολύ μεγαλύτερον – τον απορωτέρων, τους οποίους άλλωστε κατόπιν δεν θα συντηρή του πατρός το βαλλάντιον ή η κληρονομία, αλ’ ο ατυχής δημόσιος προϋπολογισμός. Διότι άλλο από θεσιθήρας και δημοσίους υπαλλήλους δεν είναι ικανοί να γίνουν». Ενώ στο άρθρο με τίτλο «Μικρή Πατρίδα» ο Δραγούμης είχε γράψει νωρίτερα από τον Συκουτρή: «Αυτοί γίνουνται οι πιο χρήσιμοι άνθρωποι σε μια κοινωνία, όσοι κάνουν τη δουλειά του πατέρα τους, καλλιτερεύοντας και μεγαλώνοντάς την. Όσοι αφήνουν την τέχνη του πατέρα τους και την καταφρονούν, οι περισσότεροι χάνονται, δεν κάνουν τίποτε καλό, ούτε στον εαυτό τους, ούτε στους άλλους. Θα καταντήσουν είτε υπάλληλοι με μεγάλες απαιτήσεις και τιποτένιο μισθό, είτε τεμπέληδες δασκάλοι για ν’ αποστραβώσουν τους άλλους, είτε μπεκρήδες, ακαμάτες και παραλυμένοι ― δηλαδή η ψώρα μιας κοινωνίας. Δάσκαλοι δεν πρέπει να βγαίνουν από τους τέτοιους ανθρώπους. Στην Ελλάδα απ’ αυτούς βγαίνουν και οι κομματάρχες, γιατί με τη βοήθεια του βουλευτή τους θα βρούνε καμιά θεσούλα κυβερνητική να κουτσοζήσουν, οι τιποτένιοι». Ο μεγάλος μας ποιητής ο Παλαμάς είχε διαπιστώσει την καταστροφικότητα αυτή και με ποιητικό τρόπο έθιξε το ζήτημα το 1903: «Σ’ ένα ξόανο μεσαιωνικό χορεύουμε και ρητορεύουμε το οποίο ονομάσαμε Παιδεία και προσφέρουμε θυσία ότι καλύτερο έχουμε: τα παιδιά μας».
Κι έτσι φτάσαμε σήμερα να βλέπουμε σχολεία με τσιμέντα και κάγκελα, χωρίς περιβάλλον παιδαγωγικό, με γραμμένους τοίχους, με μια νεολαία παχύσαρκη, με δασκάλους που φοβούνται να επιβληθούν στα παιδιά, με πανεπιστήμια που έχουν γίνει άσυλο αναρχικών, αντιεξουσιαστών, κόμματα, ναρκωτικά και να διαβάζουμε αγγελίες γραφείων που αναλαμβάνουν την πτυχιακή των φοιτητών με 5 – 6 κατοστάρικα. Εάν βέβαια χωθεί ο νεαρός φοιτητής και σε κάποια κομματική νεολαία θα λάβει σημειώσεις και θέματα και θα περάσει πιο εύκολα τα μαθήματα. Οι εχθροί των εθνών, οι σιωνιστές, γράφουν στα πρωτόκολλά τους και μάλιστα στο πρώτο: «η νεολαία τους αποβλακώθηκε με τις κλασσικές σπουδές και την άκαιρη ακολασία», ενώ στο ένατο πρωτόκολλο ομολογούν: «Πως να ελέγξει κάποιος καθετί που τον διδάσκουν στα σχολεία; [..] Για να μην καταστρέψουμε τα σχολεία των χριστιανών σε ακατάλληλη ώρα, ενεργήσαμε διακριτικά. Που πάει να πει ότι πήραμε στα χέρια μας τους ”μοχλούς” του μηχανισμού τους, κι εκεί που επικρατούσε η τάξη φέραμε την αταξία. Διεισδύσαμε στη δικαιοσύνη, στις εκλογές, στον Τύπο και προπαντός στην εκπαίδευση και την αγωγή, οι οποίες είναι οι ακρογωνιαίοι λίθοι κάθε ελεύθερης ύπαρξης. Έχουμε αποκτηνώσει και διαφθείρει τη χριστιανική νεολαία μέσα από την ανατροφή που βασίζεται σε αρχές και ψευδείς θεωρίες, όπως γνωρίζουμε, τις οποίες εμπνευστήκαμε εμείς».
Το πως πρέπει να διαμορφωθεί η παιδεία σύμφωνα με τα εθνικοσοσιαλιστικά πρότυπα θα το αναπτύξουμε σε νέο άρθρο σύντομα. Προς το παρόν υιοθετούμε την φράση του Καρλάιλ που αποδεχόταν κι ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς και τον αποκαλούσε μεγάλο φιλόσοφο του ιδεαλισμού: «Τ’ αληθινό Πανεπιστήμιο σήμερον είναι η βιβλιοθήκη», μέχρι το κράτος να έρθει στα χέρια των εθνικοσοσιαλιστών. Γιατί για μας ισχύει κι εδώ ο Παλαμάς: «Και είναι η Παιδεία η μεγάλη τέχνη η ανθρωποπλαστική, η επιστήμη ανδροποιός, η δύναμη που μπορεί και το φυσικό μας καλούπι ναλλάξη, καθώς λέει κάπου ο Σαίξπηρ για τη συνήθεια. Ανάμεσα στες άλλες αρχόντισσες Μοίρες που κρατάνε μέσα στα χέρια τους και υφαίνουν τες ψυχές των ανθρώπων και τις ιστορίες των εθνών, ποιο ανάστημα μπορεί να συγκριθή με το δικό της; Η Παιδεία είναι η πρωτομάγισσα». Κι εδώ καθένας καταλαβαίνει γιατί η ανθρωπιστική παιδεία ήταν πάντοτε ο στόχος των κομμάτων της αριστεράς, όπως έλεγε ο Συκουτρής!
Αλέξανδρος Καρράς