Φίλε Κύριε,
Λυπούμαι πολύ που αδυνατώ από αδιαθεσίαν όχι ασυνήθιστη στα χρόνια μου να παρευρεθώ στην τελετή της Κυπριακής φοιτητικής νεολαίας επάνω στον τάφο του Αγνώστου Στρατιώτου, που ευγενικά με προσκαλείτε. Αλλά κι ένας άλλος λόγος από ανάλογην αφορμή που θα μ΄έκανε να διστάζω σε συμμετοχή κινημάτων που ανήκουν αποκλειστικά στην ενθουσιασμένη φιλοπατρία των νέων δεν μ’ εμποδίζει με την ευκαιρίαν αυτή να τονίζω την ανάγκην της Κυπριακής πατριδολατρείας, αδιάκοπης και απαράτρεπτης διά την αποκατάστασιν της Κύπρου στα ιστορικά, στα ηθικά σαν τα φυσικά δικαιώματά της που υπαγορεύουν την ένωσίν της με την Ελλάδα αργά ή γρήγορα, αδιάφορον, παρ’ όλες τις εναντιότητες των καιρών, των αρμοστών τις αυθαίρετες αρμοδιότητες, και των δυναστών τις δυνατές επισημότητες. Η Κυπριακή Νεολαία δεν πρέπει να παύση από του να κρατή και να το ανυψώνη σε κάθε περίσταση το λάβαρο της πατριδολατρείας και της διαμαρτυρίας. Η πατριωτική ποίησις δεν παρακμάζει και όταν παρακμάζουν οι ποιηταί της, και το τραγούδι της είναι με τον έντεχνο στίχο και με τον απλό λόγο:
Ζήτω η Κύπρος.
Εφ. «Η Πρωία», 17 Μαΐου 1932