
Εις την πρώτην ημέρα των κινδύνων ο Πατριάρχης της Εκκλησίας θανατωμένος εις Κωνσταντινούπολιν, λιθοβολισμένος εις τους δρόμους, θαλασσοπεταμένος, ενταφιάζεται εις Οδησσόν από τον θεοσεβή Αυτοκράτορα της Ρωσίας με τιμές ηγεμόνος και αγίου. Από 32 έθνη ήλθαν νέοι φιλοπόλεμοι εις τα χώματα Ρούμελης και Μορέως. Άλλοι έπεσαν σφάγια της μάχης, άλλους έφαγε κακοπάθεια και λοιμική, άλλοι ζουν δακτυλοδεικτούμενοι με σέβας από τους ευεργετημένους. Όπου ήτον ναοί σοφίας, πανεπιστήμια και εκκλησίες Χριστιανών εις Ευρώπην, και Αμερικήν, ηχολόγησαν οι άμβωνες από ευχές και εγκώμια των νέων Ελλήνων. Παρθενικά κοράσια της Γαλλίας εκέντησαν με τα εύμορφα χέρια τους τες σημαίες των φιλελλήνων πολεμιστών. Πλούσιοι, πτωχοί και αλλόθρησκοι επρόσφερναν εις τες φιλελληνικές εταιρείες φόρον βοηθείας κατά δύναμιν εις σωτηρίαν της Ελληνικής ελευθερίας. Τέλος, τα βασιλεύματα του ηλίου τες 8 Οκτωβρίου είδαν το ανδραγάθημα των τριών ναυάρχων, όταν εβύθισαν εις τα πελάγη το ακαταμάχητον πλιό από Ελληνικήν δύναμιν χιλιάρμενο του εχθρού, που επρομήνυε μέγαν κίνδυνον εις το προπύργιον της Ελλάδος την ηρωικήν Ύδραν. Άραξε εις το Πεταλίδι και ο Γαλλικός στόλος με το στράτευμα του ευλογημένου Καρόλου δεκάτου, το οποίον εκαθάρισε την Πελοπόννησον από τον Άραβα. Τέλος του τέλους, εις την Ανδριανούπολιν, ο νικηφόρος Νικόλαος της Ρουσίας έγραφε με την λόγχην του το άρθρον, ότι να πραγματοποιηθεί η ελευθερία της επαναστατημένης Ελλάδος, και να παύσει η κακή θέληση του Σουλτάνου, και οι αναβολές της Διπλωματίας.
Χαροποιούν αυτά τα ενθύματα του τότε καιρού, επειδή εκείνη η ευεργεσία δεν έχει τίποτε λυπηρό, όταν τιμάει ίσια ευεργέτην και ευεργετούμενον, και τούτο συμβαίνει όταν ο ευεργετούμενος αξίζει την γενναιότητα του ευεργέτου. Η αξία και η χάρις του Ελληνικού αγώνος είναι η δικαιοσύνη του. Δια ποιάν αιτία μυριοεπαινούνται οι Θερμοπύλες, και ο Σπαρτιάτης βασιλέας, και οι σύντροφοι του, ειμή ότι εις το στένωμα εκείνο επολεμούσαν δια τους τάφους των γονέων τους, δια την ελευθερίαν της πατρίδος, και την δόξαν της φυλής; – Πολεμούν, πολεμούν και δεν νικούνται ποτέ, και η φωνή των αιώνων τους εμψυχώνει εις το κονταροκτύπημα. – Ο Θεός επάτησε, πατεί ως σφραγίδα του την ωραιότητα και την αιωνιότητα εις τα δίκαια και γενναία έργα των ανθρώπων. Εις τα 1821 θάλασσα και στεριά Ελληνική έγιναν Θερμοπύλες, όθεν εξηγείται, πως λαοί, και οι πλέον ευαίσθητοι άνδρες του αιώνος έδειξαν τόση συμπάθεια δια τον αγώνα. Μα την αλήθειαν η στεγνή καρδία και το ρηχό πνεύμα του Καστερλί, του Μετερνίχ, δεν είχαν πέρασιν εις εκείνην την τρικυμίαν της αγάπης, όταν ένας Σατωβριάν έλεγε, ότι επιθυμούσε με το αίμα του να γραφθεί η συνθήκη των Ηγεμόνων δια την ελευθερίαν της Ελλάδος, και πρώτος από τους πρώτους φίλους του αγώνος ήτον ο κληρονόμος του Θρόνου, έπειτα και βασιλέας της Μπαβαρίας. Όχι ότι ο Καστελρί και ο άλλος δεν ώκνευσαν το καλό, το ώκνευσαν, αλλά δεν το εματαίωσαν. Αρχή καλού μεγάλη έγινε, σώζεται εις τον κόσμον Βασίλειον Ελληνικόν.
Η συνείδησις των πολλών ξανοίγει πρωιμότερα την αξίαν και το κάλλος των συμβάντων, πριν που η φιλοσοφία της ιστορίας φέρει τον όψιμον καρπόν της κρίσεώς της.
Η Ελλάς βαρβαρωμένη παντάπασι ανέδωσε όλα τα ευγενή της αρχαίας της ανδρικής ηλικίας και νεόνητός της αισθήματα. Ο Θεμιστοκλής ερωτώμενος ποιο τραγούδι του αρέσει καλύτερα, εκείνο απεκρίθη που εγκωμιάζει την αρετήν του. Και η νέα Ελλάς ωρέχθη να ακούσει το τραγούδι της και δεν ηύρε θέμα αρμοδιότερο ψαλμού, ειμή να ξεχμαλωτίσει από τον ζυγόν τους ναούς της πίστεως των Χριστιανών και να θεμελιώσει δοξασμένην ελευθερίαν. Άκρος της έπαινος είναι ότι δεν έσυρε το σπαθί από το θηκάρι μόνο ως Ελλάς, αλλά και ως Ευρώπη, επειδή όλα τα κεφάλαια δοκιμασμένης αρετής της Ευρώπης, η οποία σια την ενέργειαν των κατοίκων της πρωτεύει εις τα άλλα μέρη του κόσμου, είχαν κάμει αρχήν να ζωογονούν και τα στήθη των νέων Ελλήνων, πόθος επιστήμης, ισονομία, απέχθεια δεισιδαιμονίας και το φιλοπόλεμο και σέβας προς την σοφή αρχαιότητα Ελλήνων και Ρωμαίων. Νίκη Ελλήνων, νίκη Ευρώπης ή πολιτισμού.– Η Ελληνική επανάστασις κρατιέται από μίαν άλυσον ιστορικήν πολλά μεγάλη, και συγγενεύει με το πνεύμα της Ευρώπης περισσότερο παρ’ ότι φαίνεται. Δεν είναι προ αιώνων ο πόλεμος της Ευρώπης εναντίον Ασίας και Αφρικής: Δεν βλέπομεν την ανθρωπότητα διαμοιρασμένην εις δύο ακοίμητα στρατεύματα, εις το στρατόπεδο Έλληνες, Ρωμαίοι, Γάλλοι, Γερμανοί, Άγγλοι, Ισπανοί, Ρώσοι εις το άλλο Πέρσαι, Αιγύπτιοι, Φοίνικες, Καρχηδόνιοι, Άραβες, Οθωμανοί; Ο Ευρυβιάδης και ο Θεμιστοκλής, ο Αλέξανδρος της Μακεδονίας, οι Σκιπίωνες της Ρώμης, ο Γοθοφρείδος, ελευθερωτής των Ιεροσολύμων, ο Κάρολος Μαρτέλος, που ενίκησε μελίσσι Αράβων εις τες πεδιάδες της Γαλλίας, ο Πέτρος της Ρουσίας, μέγας μεταξύ των θνητών ανθρώπων και των σκηπτρούχων ηγεμόνων, ο Ιωάννης της Αουστρίας, αρχιναύαρχος εις την ναυμαχίαν του Κόρφου, ο νησιώτης Μιαούλης, ο Ρουμελιώτης Μπότζαρης, ο Πελοποννήσιος Κολοκοτρώνης, ο στρατάρχης φονευμένος εις τον Πειραιά, είναι ναύαρχοι και στρατηγοί μιας πατρίδος, μιας σημαίας, και μιας πίστεως ακόμη, όσοι από αυτούς ευλογούνται από την ιστορίαν, και ως στρατιώτες του Χριστού.
Έχω ακούσει από τους γέροντας, ποιος και πόσος ο σεισμός της Ελληνικής ψυχής εις την εκστρατείαν του Ναπολέοντος εις Αίγυπτον. Τότε, ένας διάκος Ζακύνθιος, ο Μαρτέλας, εστιχούργησε τον εύμορφο παιάνα:
Όθεν είσθε των Ελλήνων
Κόκκαλα εσκορπισμένα
Στην φωνήν της σάλπιγγός μου
Τώρα λάβετε πνοήν
Διατί να αναστηθούν οι ψυχές των αποθαμένων Ελλήνων; Διατί να τρέξουν τόσοι Έλληνες, ως είναι γνωστόν, και να γραφθούν εις τες σημαίες του Ναπολέοντος συστρατιώται του; Διατί; Επειδή ο πόλεμος ήτον πόλεμος συγγενικός. Η Ελληνική ψυχή εννόησε δια πολλούς λόγους τον εαυτόν της να λαχταρίζει μέσα εις εκείνην την εκστρατείαν. Ο Αγησίλαος δεν εκστράτευσε με τα στρατεύματα της Σπάρτης εις την Αίγυπτον; Η Αλεξάνδρεια δεν εθεμελιώθη από τον αθάνατον αρχιστράτηγον των Ελλήνων, και εφύλαξε πίστιν εις το όνομά του; Έπνεε Ελληνισμόν το κίνημα του Γάλλου στρατάρχου εις την Αίγυπτον, και θα ευχαριστήθήτε αν σας ενθυμίσω την φήμην που σώζεται εις το νησί της Κόρσικας, ότι οι Καλημέριδες κρατιούνται από τα Βάτικα της Μάνης. (εννοεί περί ελληνικής καταγωγής του Βοναπάρτη)
Έτυχα εις Παρισίους την ημέραν του έτους, όταν, ως εις πανήγυριν επιστήμης, σμίγουν μαζί οι Ακαδημίες της Γαλλίας (το Institute de France) και διαβάζουν λόγους οι πεπαιδευμένοι, ηκούσθη φωνή ότι ο Jοufrois, επίσημο μέλος των Ακαδημιών, μέλλει να ιστορήσει την Ελληνικήν Επανάστασιν, συρροή κόσμου πολλή. Όταν ο σοφός διδάσκαλος διηγούμενος ανέφερε την συνδρομήν των Επτανησίων εις τον πόλεμο της Ελλάδος και επαινώντας αιτιολογούσε, ότι οι Επτανήσιοι είναι Έλληνες, τα μέλη εβοηθούσαν το όλο, ότι εννοούσαν και ετιμούσαν την συγγένειάν τους με την Ελλάδα, τάχα κύριοι ακροαταί, το ίδιο νόημα ή επιχείρημα δεν ξαπλώνει την αλήθειάν του και εις άλλους λαούς; Στενή συγγένεια αίματος ή πνεύματος δεν δένει τους νέους Έλληνας με τους λαούς της Ευρώπης; Δεν είναι η Ευρώπη μεστή από Ελληνικήν σοφίαν; Ο χριστιανισμός φωτίζει τα έθνη της αλλ’ η φιλοσοφία των προγόνων προετοίμασε το πνεύμα τους να την δεχθούν. Άγιοι πατέρες, τέκνα Ελλάδος εμαρτύρησαν την πίστιν εις τα χώματά της, συρόμενοι εις τες φυλακές, εις τα δόντια των θηρίων, αποκεφαλιζόμενοι από τον δήμιον. Τα παραθαλάσσια του Μεσογείου δεν κατοικήθησαν παλαιόθεν από αποικίες Ελλήνων; Πνεύμα αχαριστίας, άρνησις αίματος ήτον το πνεύμα της πολιτικής εκείνης, το οποίον επολέμησε και έβλαψε τον αγώνα μας εις τα προοίμιά του, και επρομελετούσε την καταστροφήν μας και έβαλε έπειτα φραγμούς εις πλατύτερα σύνορα κράτους Ελληνικού. Μη γένοιτο, κανείς από ημάς να είναι γνώμης, ότι επειδή η αρχαία Ελλάς έγραψε την Ιλιάδα, εστόλισε με πολύτιμες ζωγραφιές την Ποικίλη Στοά των Αθηνών, αρίστευσε εις την Σαλαμίνα ή έχυσε φως πολιτισμού εις τα Εσπέρια έθνη, πρέπει σήμερον οι λαοί της Ευρώπης να μας κοιτάζουν εις τα μάτια, τι θέλομεν. Η λάμψις των προγόνων θεατρίζει την ασχήμια των τέκνων, αν οι μεταγενέστεροι είναι ανόμοιοι των επαινεμένων αρχαίων, ή κοιμώμενοι εις τες προπατορικές δάφνες τες άφησαν να μαραθούν και να τριφθούν, αν μίσος, φθόνος, δεισιδαιμονία, ανανδρία, εμφύλιοι πόλεμοι, εξόρισαν ελευθερίαν και αρετήν. Μη γένοιτο να τιμούνται όσοι εξόρισαν ελευθερία και αρετήν. Μη γένοιτο να τιμούνται όσοι ατιμούν τους γεννήτορας. Αλλ’ εις τα 1821, σαν σήμερα, την εορτήν του Ευαγγελισμού, η Ελληνική γενεά ετόλμησε κίνημα δίκαιο, ιερό, πυκνό κινδύνων, όθεν μεγαλόψυχο και του οποίου η δόξα θα σώζεται έως την συντέλειαν των αιώνων.
Ποιος, κύριοι, ήτον ακροατής των ιστορικών διηγήσεων του Ζουφροά (Joufrois) ; Ένας τον οποίον επαινούν όχι εγώ, αλλά τα έργα του. Πας άνθρωπος είναι αξιοϋμνητος, όταν η προσπάθειά του αποβλέπει εις την καλλιέργειαν της φυλής του. Ο μέγας Βεζύρης Ρεσίδ – πασάς, τότε πρέσβης εις την Αυλήν της Γαλλίας, ήτον ακροατής, με ατάραχην όψιν, του ιστορικού Ζουφροά: Πως τον εννοούσες προσεκτικός εις τα τραγικά συμβάντα της πρώτης χρονιάς και όταν ο ιστοριογράφος, ελεεινολογώντας, εδικαιολογούσε την σφαγήν της Τριπολιτσάς με τες παλαιές και νέες αδικίες των κρατούντων, πόση σοφία πολιτική εθησαύριζε ο επίσημες άνδρας . Ο καιρός θα δείξει πόσον εστάθη ευεργετική η Ελληνική Επανάστασις εις την Οθωμανικήν φυλήν. Θα έλθει ώρα και ημέρα, που τα εγγόνια του Τοπάλ και του Κιουτάνια θα έρχονται ως εις προσκυνητάρι εις τους τάφους του Διάκου, του Καραϊσκάκη, του Νικηταρά, του Λυκούργου Λογοθέτου, του Τσαμαδού, του Βρεσθένης, του Γερμανού, όχι δεν είναι πλέον τα λείψανα μόνον εις το Άγιορος, εις τα Ιεροσόλυμα, εις την Ρώμην, εις την Κωνσταντινούπολιν, αλλά είναι και εις τα κοιμητήρια των Αθηνών, εις τα περίγυρα του Μεσολογγίου, τα απαντούμε εις τους δρόμους, μας ομιλούν και τους ομιλούμεν.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ως ιστορικός καταγράφεται με τους πολλούς όσοι ιστόρισαν πολέμους Ασίας και Ευρώπης, αλλ’ ως Έλληνας έρχεται μου φαίνεται τρίτος Ομήρου και Ηροδότου. Ομοιάζουν οι τρείς, ως τρείς ακτίνες ενός κέντρου φωτεινού, έχουν οι τρείς πατρίδα την Ελλάδα, θέμα πολέμον Ευρώπης εναντίον Ασίας, ομιλούν την Ελληνικήν φωνήν, καθένας την φωνήν του αιώνος του, καίοντας από το πνεύμα του, η φωνή τους είναι ψωμωμένη ως να ελέγαμε από την φωνήν προγενέστερου καιρού, όχι είδωλον της φαντασίας τους, ομοιάζει ένας του άλλου εις την πλοκήν και εις την άλυσον της ιδέας και την παράστασιν των ιστορημένων πραγμάτων. Εις τον πεζόν λόγον του Ηροδότου σημαίνει η λύρα του Ομήρου, ακούς το Μήνιν άειδε Θεά, ως εις την διήγησην του Κολοκοτρώνη, όταν επέτυχα γνήσια να την αρπάξω από τα χείλη του, ακούς τα Τρία πουλάκια κάθονται. Κατώτερος ο Κολοκοτρώνης από τους δύο προγενεστέρους του εις την τέχνης, όσο το Τρία πουλάκια κατώτερο από το Μήνιν άειδε Θεά, αλλ’ ανώτερος πάλι, επειδή όσα έπραξε αυτός και οι συνόμοιοί του διηγείται, πριν τα γράψει με το κοντύλι, τα εχάραξε με το σπαθί του, καύχημα που δεν έχουν οι άλλοι δύο. Ομοιάζει τω οντι ως ο Αγαμέμνονας, ο Οδυσσέας ή ο Διομήδης να ήθελε να γράψουν το στρατιωτικόν τους ημερολόγιο και να εσώζετο, αν κατά τύχην δεν σώζεται και αυτό εις το πολύτιμον χαρτοφυλάκιον του Σιμωνίδου.
Γεώργιος Τερτσέτης, Προλεγόμενα στη Διήγηση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη 25 Μαρτίου 1851